Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα ειδικών νησιωτικών πολιτικών, όπως ακριβώς τις περιέγραψε συνοπτικά με άρθρο της, το οποίο δημοσίευσε και το «Ε» στο χθεσινό του φύλλο, η Ελπίδα Τσουρή; Ουδείς. Απολύτως κανένας, κι όχι μόνο στο Αρχιπέλαγος και στη νησιωτική Ελλάδα, αλλά σε ολάκερη τη χώρα.
Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα ειδικών νησιωτικών πολιτικών, όπως ακριβώς τις περιέγραψε συνοπτικά με άρθρο της, το οποίο δημοσίευσε και το «Ε» στο χθεσινό του φύλλο, η Ελπίδα Τσουρή; Ουδείς. Απολύτως κανένας, κι όχι μόνο στο Αρχιπέλαγος και στη νησιωτική Ελλάδα, αλλά σε ολάκερη τη χώρα.
Ό,τι όμως χαρακτήρισε η συνήθως ρεαλίστρια υφυπουργός ως νέο ρόλο της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, ας μας επιτρέψει να το προσδιορίσουμε λίγο διαφορετικά, αφού στην ουσία πρόκειται για μια «νέα» συσκευασία της ίδιας ακριβώς θεωρίας. Της γνωστής και χιλιοειπωμένης «καραμέλας» περί των αναγκαίων νησιωτικών πολιτικών, της τετριμμένης πλέον θεωρίας που έχει κουραστεί το Αιγαίο να ακούει, ήδη απ’ την ίδρυση του Υπουργείου Αιγαίου δυόμισι δεκαετίες πριν.
Μόνο το αμπαλάζ στο σερβίρισμά της κατά καιρούς αλλάζει, όπως αλλάζουν τα πακέτα στήριξης, οι φόρμες των χρηματοδοτικών μέσων, οι προτεραιότητες των ευρωπαϊκών και των εθνικών πολιτικών. Οι πολιτικές συνοχής. Ίσως για να προσαρμοστεί έτσι κατάλληλα (να συσκευαστεί) η - ας μας επιτραπεί ο όρος - παραφιλολογία περί νησιωτικών πολιτικών και να γίνει πιο ελκυστική, πιο εύπεπτη απ’ τους νησιώτες. Απ’ τους νησιώτες που ειλικρινά δεν αντέχουν άλλο, έχουν μπουχτίσει απ’ τις αναλύσεις όσων κατά καιρούς επεδίωξαν να τους πείσουν για τις καθ’ όλα καλές προθέσεις τους να υλοποιήσουν νησιωτικές πολιτικές.
Τέτοιες πολιτικές, όμως, ακόμη δεν είδαν τα νησιά, τέτοιες πολιτικές δεν υπήρξαν για να λύσουν προβλήματα, τέτοιες πολιτικές ούτε καν δρομολογήθηκαν για να αμβλύνουν τις υπαρκτές και καλά κρατούσες ισχυρές ανισότητες.
Τα παραδείγματα των ειδικών μέτρων που θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί, αλλά ουδέποτε λήφθηκαν, είναι αμέτρητα.
Και την ίδια ώρα που το μοναδικό ουσιαστικά ελαφρυντικό των μειονεξιών της νησιωτικότητας, οι μειωμένοι συντελεστές τού Φ.Π.Α. στα νησιά, συμπιέζονται απ’ το βάρος του μνημονίου, είναι ανεδαφικό ακόμα και να μνημονεύει κανείς «νέες» θεωρίες για ειδικές νησιωτικές πολιτικές και ρόλους.
Στην παρούσα συγκυρία, ποιος μπορεί να δεχθεί ότι υπάρχει έστω και η παραμικρή δυνατότητα οραματισμού και υλοποίησης όσων δεν έγιναν την εποχή των παχιών αγελάδων; Ποιος μπορεί να αναθερμάνει τις ελπίδες και μάλιστα εναποθέτοντας την υλοποίηση αυτών των πολιτικών σε ένα θεσμικό φορέα, κατ’ εξακολούθηση απαξιωμένο απ’ τις τελευταίες κυβερνήσεις, τη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής;
Τα ίδια τα στελέχη της οποίας έχουν προ πολλού ομολογήσει ότι αδυνατούν να παλεύουν άλλο, εξουθενώθηκαν στην άνιση μάχη με την παρατεταμένη αδράνεια που τους έταξε η υποβάθμιση του Υπουργείου Αιγαίου. Ό,τι πιο δημιουργικό σε ανθρώπινο δυναμικό είχε τόσα, μα τόσα πολλά να προσφέρει, αν - λέμε, αν - έμπαινε μπροστά η υλοποίηση νησιωτικών πολιτικών, παρέμεινε δυστυχώς αναξιοποίητο, στην ατέλειωτη μιζέρια που του επεφύλαξε η έλλειψη αυτών ακριβώς των πολιτικών.
Τα νησιά και οι άνθρωποί τους, κ. Υφυπουργέ, χρόνια τώρα περιμένουν πράξεις. Βαρέθηκαν τα λόγια, τις φιοριτούρες και τα πράσινα άλογα. Φτάνει πια. Όλα αυτά, άλλωστε, «είναι… κρέμες», όπως θα έλεγε με μια φράση ένας φίλος.
Άραγε, νησιωτικές πολιτικές θα ζήσουμε; Και πότε με το καλό; Σε ποια, αλήθεια, φάση σύγκλισης;