Ο Γιώργος Συκομιτέλλης, ένας από τους τέσσερις ξυλογλύπτες που έχει σήμερα ο Ασώματος, μιλά στο «Ε» για τη φύση της περιοχής που τον εμπνέει, για τη σχέση του με το ξύλο, που τον οδηγεί κατ’ ευθείαν από τη φύση στο εργαστήρι του, αλλά και για τις εκλογές.
Το «Ε» σήμερα πηγαίνει μέχρι τον Ασώματο και συναντά το Γιώργο Συκομιτέλλη, έναν από τους τέσσερις ξυλογλύπτες που έχει σήμερα το χωριό. Τον ακούει να μιλάει για τη φύση της περιοχής που τον εμπνέει, για τη σχέση του με το ξύλο, πρώτη ύλη για την τέχνη αυτή, που τον οδηγεί κατ’ ευθείαν από τη φύση στο εργαστήρι του, αλλά και για τις εκλογές και το τι θα ήθελε να γίνεται στον Ασώματο και στο υπόλοιπο νησί από πλευράς πολιτισμού.
Γιώργο, ερχόμενος κανείς στο εργαστήρι σου, είναι σα να μπαίνει σε έναν άλλο κόσμο, παραμυθένιο. Αυτός είναι ο «δικός σου» κόσμος;
«Σίγουρα, αυτό που φτιάχνω είναι ο ονειρικός μου κόσμος. Αυτό που βλέπω και που ζω, αυτό βγάζω προς τα έξω. Ακόμη κι αν πρέπει να δουλέψω ένα κλασσικό κομμάτι, είμαι επηρεασμένος από το φυσικό περιβάλλον του χώρου. Το κλασικό στοιχείο δε λείπει από κανένα χώρο όσον αφορά στη φύση.»
Από τι εμπνέεσαι; Η φύση του Ασωμάτου συνεργεί στα έργα σου;
«Ο Ασώματος θεωρείται ένα τέλειο εργαστήριο, γιατί είμαι κοντά στη φύση, απ’ όπου είναι κυρίως οι επιρροές μου. Μου έχει κάνει επίσης καλό γιατί μπορώ και συλλέγω μόνος μου την πρώτη ύλη.»
Υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται στον Ασώματο ειδικά για να δουν το εργαστήρι σου και την τέχνη σου;
«Ναι, πολλοί. Ο κόσμος που με ξέρει τόσο καιρό από τις εκθέσεις που έχω κάνει είτε άλλοι που έρχονται μέσω γνωστών μου που τους μιλούν για τη δουλειά μου. Περνάνε και πολλοί περιπατητές και κάποιοι που έρχονται ειδικά για το χωριό.»
Έχεις ακούσει πολύ ωραία ή πολύ άσχημα σχόλια για τη δουλειά σου;
«Έχω ένα βιβλίο εντυπώσεων, που λέει μέσα πολλά και διάφορα. Κάποιος, στην Πάτρα που είχα βρεθεί, είχε γράψει “συγχαρητήρια, είσαι ο σύγχρονος Πραξιτέλης”. Ένας τέτοιος χαρακτηρισμός, βέβαια, είναι πολύ βαρύς για να τον οικειοποιηθώ. Να πω την αλήθεια, προτιμώ το… Συκομιτέλλης. Γενικά, πάντως, τα σχόλια που δέχομαι είναι πολύ ωραία, δεν έχω ακούσει αρνητικά σχόλια όσον αφορά τη γλυπτική μου.»
Έργα αγαπημένα
Μίλησέ μας για την «ξύλων ανάγνωση». Την έχεις εμπλουτίσει όσο περνούν τα χρόνια;
«Η φιλοσοφία είναι η ίδια, ότι ξεκινάς με άξονα τις ιδιομορφίες του ξύλου ως προς τα νερά και τους ρόζους του, ενώ άλλες φορές εμπλέκεται και το ρετσίνι και έτσι το έργο γίνεται πιο ζωντανό, αφού έχει κίνηση στη ροή του ρετσινιού. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από την πολυπλοκότητα του έργου. Όσο πιο λεπτομερές είναι, τόσο περισσότερη η κίνηση και η ζωή που αποκτάει.»
Υπάρχει κάποιο έργο που αγαπάς περισσότερο; Δυσκολεύεσαι να αποχωριστείς τις δημιουργίες σου;
«Κάθε έργο είναι μοναδικό. Όλα τα έργα θεωρούνται αγαπημένα μου, αλλά ξεχωρίζω δύο. Ένα από αυτά είναι ο “Ζωγράφος”, ένα φυσικό κομμάτι ξύλο που το θεωρώ περισσότερο δώρο της φύσης παρά δικό μου έργο, και το άλλο, μια κασέλα από λαδολιά, που έχει δημιουργηθεί πάνω σε μια ιστορία που φτιάχτηκε κι αυτή ταυτόχρονα με την κασέλα, υπό τη μορφή του σεναρίου. Με την “ξύλων ανάγνωση” χρησιμοποίησα τους ρόζους και το 2006, που ήταν Έτος Ελιάς, έφτιαξα τη ζωή σε ένα λαδοχώραφο. Τον αγωγιάτη που μεταφέρει τις ελιές στα γαϊδούρια, τους ραβδιστές και τις λιομαζώχτρες. Με τη φωνή μου έκανα τους χαρακτήρες, τους ανθρώπους, τα πουλιά, την ελιά που μονολογεί, και πάνω στην ιστορία γυρίστηκε μια 15λεπτη ταινία, που προβλήθηκε πέρυσι στην τηλεόραση. Όσο για το αν είναι δύσκολο να αποχωριστώ τα έργα μου, παλιά ναι, τώρα όχι όμως. Είναι πλέον χαρά για μένα το να ξέρω πως κάποιος έχει κάτι δικό μου στο σπίτι του και το χρησιμοποιεί.»
Αυτήν τη στιγμή πάνω σε τι δουλεύεις;
«Εξακολουθώ να δουλεύω με την “ξύλων ανάγνωση” και έχω επικεντρωθεί περισσότερο στο χρηστικό αντικείμενο. Είδη που θα μπορούσαν να μας φανούν χρήσιμα, όπως κορνίζες, καθρέφτες, κασέλες και έπιπλα με ιδιαίτερο διάκοσμο, από την “ξύλων ανάγνωση”. Τώρα, για παράδειγμα, ξεκινάω μια κουνιστή πολυθρόνα. Όλα είναι φιλοτεχνημένα· ακόμη και τα κομμάτια που έχουν πολύ λίγο όγκο γλυπτικής εργασίας και είναι μινιμαλιστικά, έχουν ένα χαρακτηριστικό, λιτό διάκοσμο. Και ψάχνω χώρο για να κάνω μια έκθεση το Δεκέμβρη στη Μυτιλήνη.»
Για τα σαντούρια και το ξύλο
Ο οργανοποιός πατέρας σου, ο σαντουριέρης Γιάννης Συκομιτέλλης, πόσο σε επηρέασε στην επαφή σου με το ξύλο;
«Και με επηρέασε και όχι. Από τη μία, μέσω του πατέρα μου υπήρχε η επαφή μου, από μικρή ηλικία, με το ξύλο. Αλλά στο θέμα επιλογής τού με τι θα ασχοληθώ, ήμουν ελεύθερος 100% να κάνω αυτό που θέλω. Οπότε, όποια επιρροή ήταν θετική.»
Εσύ δε σκέφτηκες ποτέ να ασχοληθείς με την κατασκευή οργάνων;
«Το σκέφτομαι, θα ήθελα σιγά - σιγά να αρχίσω να κατασκευάζω σαντούρια, αφού παρακολουθούσα τον πατέρα μου από μικρός. Το δύσκολο είναι να βρεις τα σωστά υλικά για να δημιουργήσεις το σαντούρι, αφού πέρα από την περίπλοκη τεχνογνωσία, τεράστιο ρόλο παίζει το ξύλο. Να είναι ξερό, για να μη σου δημιουργήσει προβλήματα μετά. Το ξύλο είναι κάτι ζωντανό και δε σταματά ποτέ να κινείται, χρειάζεται από πέντε έως δέκα χρόνια για να “στανιάρει”. Πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ξερό και η κοπή του να γίνει σύμφωνα με τα νερά του, αφού αποκτά δύναμη που είναι σα να τραβάν 200 άλογα.»
Τα ξύλα που χρησιμοποιείς, από πού και πώς τα παίρνεις;
«Όταν είναι εποχή υλοτόμησης, όπως τώρα, τέλος Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου, σηκώνομαι πρωί και πηγαίνω στον τόπο που πρόκειται να κόψω ξύλα. Ξέρω τα δέντρα από πριν, είναι σε ιδιωτικές καλλιέργειες και έχω συμφωνήσει από πριν την κοπή τους. Τα παίρνω είτε δωρεάν, αφού η υλοτόμηση είναι δύσκολη και επικίνδυνη υπόθεση και οι υλοτόμοι πληρώνονται πολύ, ενώ εγώ ζητώ μόνο την πρώτη ύλη, ή δίνω ένα πολύ μικρό αντίτιμο για ξύλα που είναι καλά, π.χ. για μια καρυδιά. Τα υλοτομώ πάντα βράδυ, για να έχει το ξύλο τις ιδιότητες που θέλω - να είναι ανθεκτικό, σκληρό κ.λπ.. Μετά την κοπή, τον τεμαχισμό και τη μεταφορά τους, ακολουθεί η περαιτέρω επεξεργασία και η ξήρανση· είναι όλα μια αρκετά κουραστική και χρονοβόρα διαδικασία.»
Για το κουκλοθέατρο, τον Ασώματο και τις εκλογές
Πέρα από την ξυλογλυπτική, εδώ και κάποιο καιρό είσαι και στην ομάδα κουκλοθέατρου «Τα Ζλουχτήρια». Μίλησέ μας λίγο για τη νέα αυτή εμπειρία.
«Είναι κάτι πρωτόγνωρο για μένα. Η πρώτη επαφή με το ευρύ κοινό ήταν στο Κιλκίς πέρυσι, που πήγαμε ως νέοι κουκλοπαίκτες. Τους αρέσαμε πάρα πολύ και μας ξανακάλεσαν φέτος. Έχουμε παίξει σε διάφορα σχολεία στη Λέσβο, σε χώρους που μας έχουν φωνάξει, όπως καταστήματα, καφέ-μπαρ κ.λπ., ενώ αυτήν τη στιγμή έχουμε τρεις παραστάσεις. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία όσον αφορά στην εμψύχωση αντικειμένων, στο πώς ένα άψυχο αντικείμενο αποκτά ζωή. Αυτό με ενδιαφέρει και στη γλυπτική και υπάρχει ένας κοινός άξονας. Πέρα από αυτό, με ενδιαφέρει και η κατασκευή κούκλας και το παίξιμό της, η κίνησή της. Από εκεί και πέρα, το λόγο έχει η φαντασία. Αυτό που θα οραματιστείς, το σενάριο, να το δεις να γίνεται και πράξη. Και αυτό είναι μια μορφή έκφρασης.»
Στις εκλογές ψήφισες; Τι θα ήθελες, ως καλλιτέχνης, να δεις να γίνεται στον τομέα του πολιτισμού;
«Ψήφισα. Θα ήθελα να δω το Δήμο να αρχίσει να μπαίνει πιο ενεργά στον τομέα του πολιτισμού, γιατί κατά τη γνώμη μου, τουλάχιστον στη Μυτιλήνη, ό,τι γίνεται αυτήν τη στιγμή από πολιτισμό το κάνει η Νομαρχία. Η Λέσβος, και ειδικά η Μυτιλήνη ως πόλη, στερούνται πολιτισμού. Λείπουν οι χώροι και ό,τι συμβαίνει μέχρι τώρα είναι είτε για την προβολή κάποιου φορέα είτε για να βγάλουν κάποιοι χρήματα. Πιστεύω ότι είναι καλό να δημιουργηθούν και καινούργιοι χώροι έκφρασης. Θα μπορούσαν να γίνουν διάφορα εργαστήρια, που να τραβήξουν νέο κόσμο κυρίως, που θέλει να ασχοληθεί με κάτι και δεν έχει αυτήν τη στιγμή. Να καλέσουμε ξένο κόσμο εδώ, να πάμε εμείς έξω ως Λέσβιοι καλλιτέχνες…»
Στον Ασώματο, τι θα ήθελες να δεις να γίνεται; Είναι, κατά τη γνώμη σου, τόπος όπου θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα πολιτιστικά πράγματα;
«Σίγουρα. Στον Ασώματο αυτήν τη στιγμή είμαστε τέσσερις ξυλογλύπτες και αυτό από μόνο του λέει κάτι. Υπάρχει ένα κίνητρο στον επισκέπτη που θα ανέβει επάνω, εκτός από τα μονοπάτια και τις διαδρομές και το ωραίο πλακόστρωτο του χωριού και τις πλατείες του, να μπει και μέσα σε τέσσερις εκθέσεις, να δει τέσσερις διαφορετικές μορφές έκφρασης. Δεν προβάλλεται αυτό όσο θα έπρεπε. Σε αυτό παίζει ρόλο και το πρόβλημα που έχουμε με τη συγκοινωνία. Ισχύει σε όλο το νησί, αλλά ο Ασώματος είναι και απόμερο μέρος και δεν είναι “πέρασμα”. Μια πιο τακτική συγκοινωνία θα ήταν πολύ καλή για τον επισκέπτη, που τώρα μπορεί να έρθει μόνο με δικό του αυτοκίνητο.»