Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Στις αρχές του 1915 και ενώ μαινόταν ο μεγάλος πόλεμος (1914-18), στο διπλωματικό πεδίο διεξαγόταν μία πραγματική μάχη εκ μέρους των δύο αντιμαχόμενων συνασπισμών (Αντάτ-Τριπλή Συμμαχία) για να προσεταιριστούν τα ουδέτερα, μέχρι τότε, κράτη της Βαλκανικής (Βουλγαρία -Ρουμανία -Ελλάδα) .
Η χώρα μας, με ηγέτη τον πρωθυπουργό Ε. Βενιζέλο και στο θρόνο τον στρατηλάτη βασιλέα Κωνσταντίνο, οι οποίοι είχαν τελείως αντίθετες απόψεις για τη συμμετοχή μας στον πόλεμο, ακροβατούσε μεταξύ της λαχτάρας για την εκπλήρωση του οράματος της «Μεγάλης Ιδέας» και της σκληρής πραγματικότητας.
Την τελευταία επέβαλε η κακή οικονομική και κοινωνική κατάσταση, που είχε δημιουργηθεί από τα έξοδα των βαλκανικών πολέμων και την ανάγκη ανόρθωσης και βελτίωσης της κατάστασης των περιοχών που μόλις είχαν προσαρτηθεί στο ελληνικό κορμό, σε συνδυασμό με τις περιορισμένες δυνατότητες στο διπλωματικό και στρατιωτικό τομέα.
Η Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου να επιτύχει την έξοδο στον πόλεμο της Βουλγαρίας, που τη θεωρούσε σημαντική στην αντιμετώπιση του άξονα Τριπλής Συμμαχίας-Τουρκίας, δεν δίστασε, μέσω του πρέσβη της στην Αθήνα Σερ Φράνσις Έλιοτ, στις 10 Ιαν. 1915 να προτείνει στον πρωθυπουργό Βενιζέλο την παραχώρηση της Σμύρνης και μέρους της ενδοχώρας σε αντάλλαγμα της παραχώρησης από την Ελλάδα στη Βουλγαρία των νομών Καβάλας και Δράμας, που μόλις είχαν απελευθερωθεί, πρόταση που περιέλαβε ο Βενιζέλος στα δύο υπομνήματά του, της 11ης και 17ης Ιανουαρίου 1915, προς το βασιλέα. Ακολούθησε ο διχασμός, το τέλος του πολέμου και η Μικρασιατική περιπέτεια για να καταλάβουμε και να διατηρήσουμε τα εδάφη που μας είχαν υποσχεθεί η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, με τα γνωστά θλιβερά αποτελέσματα.
Μπροστά στο νέο δίλημμα
Έναν αιώνα και πλέον μετά, η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα παρόμοιο δίλημμα, τηρουμένων πάντα των αναλογιών. Σήμερα αντί του πολέμου είναι αντιμέτωπη με το τεράστιο προσφυγικό πρόβλημα, που δημιούργησαν οι πολιτικές των ισχυρών δυνάμεων στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Η πολυπόθητη «Ιωνία» έδωσε τη θέση της στη λεγόμενη «διαγραφή του ελληνικού χρέους», που -κατά τους ειδικούς- θα συντελέσει, μαζί με άλλους παράγοντες, στην έξοδο από το οικονομικό τέλμα.
Η Καβάλα και η Δράμα αντικαταστάθηκαν από το Αιγαίο, όπου η Άγκυρα σταδιακά και μεθοδευμένα από το 1974 σε διμερές και διεθνές επίπεδο προσπαθεί να επιβάλει την αναθεωρητική πολιτική της, εκμεταλλευόμενη τη δυνατότητά της να ελέγχει τις ροές των προσφύγων-λαθρομεταναστών προς τα νησιά του Αιγαίου και την γεωπολιτική της αξία.
Συγκεκριμένα, η Γερμανία, ως οικονομικά ηγέτιδα δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ταυτόχρονα ο μεγαλύτερος δανειστής της χώρας μας, θέλοντας να μειώσει την προώθηση προσφύγων στην κεντρική Ευρώπη, προσπάθησε να επιτύχει τις κοινές περιπολίες των δυνάμεων της ακτοφυλακής των δύο χωρών στο Αιγαίο, με στόχο την αναχαίτιση των κυμάτων των προσφύγων.
Ως μέσα χρησιμοποίησε την παροχή κεφαλαίων της Ε.Ε. στην Τουρκία και την υπόσχεση για σταδιακή επιτάχυνση της διαδικασίας ένταξής της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Φυσικά η ελληνική κυβέρνηση κατάλαβε την «παγίδα» και δεν δέχθηκε .
Ο «Δούρειος Ίππος»
Τότε βρέθηκε ο «Δούρειος Ίππος» που ονομάζεται ΝΑΤΟ, το οποίο ανέλαβε την αποστολή στο Αιγαίο για πληροφόρηση της Τουρκίας σχετικά με τις κινήσεις των Τούρκων διακινητών στα παράλια της Μικράς Ασίας, ώστε αυτή να αντιδρά έγκαιρα και να αποτρέπει το πέρασμα στα ελληνικά νησιά.
Δεν πέρασαν λίγες ημέρες από την ενεργοποίηση της ναυτική δύναμης του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο και η Τουρκία άρχισε τη μεθοδευμένη και συντονισμένη δράση της, με στόχο να επιτύχει την αμφισβήτηση στο επίπεδο της Συμμαχίας των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων (εναέριος χώρος, FIR Αθηνών, «αμφισβητούμενης κυριαρχίας» νησίδες, αποστρατικοποίηση ορισμένων νησιών, έρευνα και διάσωση). Ακόμη και πρόσφατα ο Τούρκος Υπ.Εξ, παρουσία του Έλληνα ομολόγου του, με έμμεσο τρόπο έθεσε το θέμα τής δήθεν ύπαρξης στο Αιγαίο νησίδων με «αμφισβητούμενη κυριαρχία».
Στα επιτελεία του ΝΑΤΟ είναι σίγουρο ότι οι Τούρκοι πολιτικοί και στρατιωτικοί εκπρόσωποι, με κάθε ευκαιρία που θα παρουσιάζεται, προφορικά και γραπτά θα προσπαθούν να «περάσουν» τις απόψεις των, όπως έκαναν και επί χρόνια με τον «αποκλεισμό» της Λήμνου από τον επιτελικό σχεδιασμό της Συμμαχίας. Πρόσφατα μετά από «σκληρές διαπραγματεύσεις», που στην ουσία ήταν ένα «ανατολίτικο παζάρι» μεταξύ της Ε.Ε. και της Τουρκίας, υπογράφτηκε η συμφωνία για το προσφυγικό. Στη συμφωνία μεταξύ των άλλων περιλαμβάνεται και η επιστροφή προσφύγων ή λαθρομεταναστών από τα ελληνικά νησιά στην Τουρκία.
Στο πεδίο της εφαρμογής, που εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο, σίγουρα η Τουρκία θα «κωλυσιεργεί», προβάλλοντας διάφορους λόγους, με αποτέλεσμα οι «ροές» προς τα νησιά των προσφύγων και οι «επιστροφές» τους να είναι δυσανάλογες. Τελικά οι πρόσφυγες-λαθρομετανάστες θα συσσωρεύονται στα νησιά μας και στον ηπειρωτικό χώρο, με απρόβλεπτες συνέπειες για την ελληνική κοινωνία.
Η ελληνική κυβέρνηση δε θα πρέπει να ξεχνά ότι το ΝΑΤΟ είναι αμυντικός σχηματισμός και κατά την πάγια πρακτική του δεν ασχολείται με τα προβλήματα μεταξύ των συμμάχων κρατών.
Οι δε μεγάλες δυνάμεις που τώρα υποστηρίζουν τις ελληνικές θέσεις, όταν τα συμφέροντά τους τεθούν σε κίνδυνο, σίγουρα θα διαφοροποιηθούν. Το ίδιο εξάλλου έπραξαν και οι χώρες της Αντάτ μετά το τέλος του πολέμου το 1918 και άφησαν την Ελλάδα μόνη της να επιβάλει τη συνθήκη ειρήνης στην Τουρκία, αφού αυτοί είχαν εξασφαλίσει τα εδαφικά και οικονομικά κέρδη τους.
Ο εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος, απαντώντας σε σχετική ερώτηση στη Βουλή των Ελλήνων στις 2-3-1913, σχετικά με την αποδοχή εκ μέρους του την παραχώρηση της Καβάλας και της Δράμας στη Βουλγαρία κατά τη σύναψη της Ελληνο-Βουλγαρικής Συνθήκης, ανέφερε: «Και να μου πρόσφεραν αυτές τις επαρχίες δεν θα τις δεχόμουν, διότι η σπονδυλική στήλη της Ελλάδας είναι μικρή για να τις αντέξει...».
Η ελληνική κυβέρνηση αλλά και οι λοιποί πολιτικοί αρχηγοί θα πρέπει να γνωρίζουν πολύ καλά ότι το Αιγαίο δεν είναι όπως οι περιοχές που μνημονεύτηκαν το 1913, αλλά είναι η «σπονδυλική στήλη» της Ελλάδας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ηπειρωτική Ελλάδα δεν δύναται να σταθεί, να προκόψει ή να ευημερήσει, γεγονός που αποδεικνύεται από την ιστορία τριών χιλιάδων χρόνων, που θα συνεχίσει και στο μέλλον.
Βρίσκεται σε δυσκολότερη θέση
Η Τουρκία βρίσκεται σε πολύ δυσκολότερη κατάσταση από τη χώρα μας, καθώς -συγκεκριμένα- απέτυχε η εξωτερική της πολιτική στη Συρία, με τη Ρωσία οι σχέσεις είναι στο μηδέν με σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, η εσωτερική ειρήνη που είχε επιτευχθεί με τους Κούρδους έχει μετατραπεί σε «ακήρυκτο πόλεμο», η κοινωνική γαλήνη έχει διαταραχθεί από τις αντιδημοκρατικές πρακτικές της ηγεσίας της και η οικονομική σταθερότητά της είναι υπό αμφισβήτηση.
Οι πολιτικές ηγεσίες εκλέγονται για να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις, όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, και όχι για την απλή διαχείριση. Οι αποφάσεις όμως αυτές δεν θα πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα τους πολιτικούς στόχους των κομμάτων τους και τη μελλοντική επιβίωσή τους, αλλά με γνώμονα το «εθνικό συμφέρον».
Το τελευταίο δεν καθορίζεται από την ιδεολογία κάθε κομματικού σχηματισμού, αλλά από τη Εθνική Στρατηγική που χαράζεται με βάση τις αρχές της προάσπισης της εθνικής κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της ευημερίας του ελληνικού λαού.