Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου ή Σπαστική Κολίτιδα, όπως λεγόταν παλαιότερα είναι μια ετερογενής, συχνή διαταραχή που επηρεάζει το παχύ έντερο και χαρακτηρίζεται από κοιλιακό άλγος και δυσφορία, συνοδευόμενο από αλλαγές στη σύσταση των κινήσεων του εντέρου (δυσκοιλιότητα/διάρροια/αέρια). Εκτιμάται ότι το 40% του πληθυσμού πάσχει από ευερέθιστο έντερο στις Δυτικές χώρες.
Η αιτιολογία της διαταραχής δεν είναι πλήρως γνωστή, αλλά όπως και σε αρκετές νόσους, ρόλο παίζουν τα γονίδια και το περιβάλλον, ενώ και ψυχολογικοί παράγοντες, όπως το άγχος και η κόπωση φαίνεται να επηρεάζουν αρκετά τη συμπτωματολογία. Παράλληλα, πολλοί ασθενείς θεωρούν ότι ορισμένα τρόφιμα προκαλούν τα συμπτώματα, όπως και φάνηκε σε σχετικές μελέτες. Επιπλέον, και η μικροχλωρίδα του εντέρου έχει μελετηθεί σε σχέση με τo Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου, όπου φαίνεται πως τα συμπτώματα οφείλονται σε αυξημένους πληθυσμούς συγκεκριμένων βακτηρίων του εντέρου.
Λόγω του γεγονότος ότι μέχρι και πριν λίγα χρόνια δεν υπήρχαν αρκετές μελέτες και συγκεκριμένη θεραπεία, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού υπέφερε, με αποτέλσμα να μειώνεται και η ποιότητα ζωής των πασχόντων. Σήμερα, με την επιστημονική πρόοδο και τις πρόσφατες μελέτες βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση, σχετικά με την αντιμετώπιση του συνδρόμου.
Η διατροφή φαίνεται να παίζει μεγάλο ρόλο στη συμπτωματολογία, συνεπώς η πρώτη γραμμή αντιμετώπισης αποτελείται από αλλαγές στη διατροφή και τον τρόπο ζωής. Η διατήρηση ενός ημερολογίου καταγραφής τροφίμων, συναισθημάτων (πχ. άγχος) και συμπτωμάτων θα βοηθήσει πολύ στην αναγνώριση κάποιων τροφίμων ή και καταστάσεων που ενδέχεται να δημιουργούν τα συμπτώματα.
Συστήνεται η κατανάλωση μικρών συχνών γευμάτων, τα οποία μασώνται καλά και αργά, σε ήρεμο περιβάλλον. Συστήνεται επίσης η αποφυγή ή μείωση κατανάλωσης καφεΐνης, αλκοόλ και αεριούχων ροφημάτων, αλλά η επαρκής πρόσληψη άλλων υγρών, με 1,5-3 λίτρα υγρών τη μέρα (ή 35 ml υγρών/κιλό σωματικού βάρους). Επιπλέον, καλό είναι να αποφεύγεται η κατανάλωση πολύ λιπαρών τροφών. Ορισμένες φυτικές ίνες ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τα συμπτώματα, ενώ δεν συστήνεται η χρήση πίτουρο σιταριού (wheat bran) ως συμπλήρωμα, καθώς εντείνει τα συμπτώματα. Η χρήση λιναρόσπορου σε άτομα που πάσχουν από δυσκοιλιότητα, λόγω του συνδρόμου μπορεί να βοηθήσει.
Η δυσανεξία στη λακτόζη είναι κοινό εύρημα σε πάσχοντες από ΣΕΕ, επομένως συστήνεται η αποφυγή της, μέσω χρήσης γαλακτοκομικών προϊόντων χωρίς λακτόζη, ενώ το τεστ αναπνοής το οποίο χρησιμοποιείται για την διάγνωση της δυσανεξίας στη λακτόζη (δηλαδή της έλλειψης του ενζύμου λακτάση) συστήνεται για να αποκλειστεί η δυσανεξία, και η πιθανώς άσκοπη αποφυγή της λακτόζης.
Τα νέα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι οι ζυμώσιμοι υδατάνθρακες, τα FODMAPs όπως λέγονται (Fermentable Oligo- Di- and Mono-sacharides, and Polyols) εντείνουν τα συμπτώματα σε ένα μεγάλο ποσοστό πασχόντων, ενώ η αποφυγή τους βελτιώνει αρκετά τη συμπτωματολογία των 70-94% των ατόμων, ειδικά σε άτομα που εμφανίζουν πρήξιμο και μετεωρισμό. Η δίαιτα αποκλεισμού FODMAP έχει γίνει αρκετά γνωστή το τελευταίο διάστημα, με εξαιρετικά αποτελέσματα, αλλά θα πρέπει να ακολουθείται υπό την επίβλεψη διαιτολόγου!
Τα προβιοτικά, ωφέλιμοι για το παχύ έντερο μικροοργανισμοί, έχουν μελετηθεί για τη χρησιμότητά τους στο ΣΕΕ. Αν και η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε συγκεκριμένους μικροοργανισμους και στην βέλτιση δοσολογία, συστήνονται ορισμένα είδη για την ανακούφιση από τα συμπτώματα, με το Bifidobacterium infantis 35624 και το VSL#3 (Vivomixx στην Ελλάδα) να θεωρούνται καλύτερα.
Αν και μερικοί μπορεί να θεωρούν ότι η γλουτένη δημιουργεί τα συμπτώματα, δεν είναι υδατάνθρακας, αλλά πρωτεΐνη και επιρρεάζει μόνο τα άτομα με κοιλιοκάκη. Βέβαια, αρκετά έτοιμα τρόφιμα χωρίς γλουτένη είναι χαμηλά σε FODMAP.
Τέλος, σε άτομα σε υψηλό στρες η ψυχοθεραπεία, αλλά και η γιόγκα ενδέχεται να βοηθήσουν στη διαχείρηση των συμπτωμάτων.
Συνοψίζοντας, το ΣΕΕ είναι μια κοινή διαταραχή του εντέρου, η οποία επηρεάζεται από τη διατροφή και την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου. Αναφορικά με τη διατροφή, τροποποιήσεις στη διατροφή μπoρεί να βοηθήσουν. Αν αρχικές αλλαγές δεν βελτιώσουν τα συμπτώματα συστήνεται η συμπληρωματική αγωγή με προβιοτικά, ή η χρήση ψύλλιου. Εν συνεχεία, η ολοκλήρωση του πρωτοκόλλου της δίαιτας αποκλεισμού FODMAP υπό διαιτολογική επίβλεψη συστήνεται για την αντιμετώπιση του συνδρόμου.
* Η Μαρία Μαντζώρου είναι Κλινική Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, MSc Απόφοιτος Χαροκοπείου Παν/μίου και King’s College London και υπ. διδάκτωρ (PhD cand.) Πανεπιστημίου Αιγαίου.