
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στην Γαλλία με θύματα αθώους πολίτες, που βρήκαν φρικτό θάνατο από το χέρι φανατικών Ισλαμιστών, και οι εμπρηστικές δηλώσεις του Ερντογάν που επιτέθηκε κατά του προέδρου Μακρόν και -συνολικά- εναντίον της Ε.Ε., επανέφεραν στην επικαιρότητα το έργο του Αμερικανού πολιτικού επιστήμονα ,καθηγητή στο Χάρβαρντ, Σάμιουελ Χάντινκτον «Η σύγκρουση των πολιτισμών», όπου ο συγγραφέας, από το 1993, (σε αντίθεση με τον Φράνσις Φουκουγιάμα, ο οποίος στο έργο του «Το τέλος της Ιστορίας» θεωρεί ότι, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, θα επικρατήσει μονίμως στον κόσμο η ειρήνη) διετύπωσε την άποψη ότι «οι συγκρούσεις θα μετατοπιστούν από την πολιτική και την οικονομία στην σύγκρουση των πολιτισμών».
Κατά τον Χάντινκτον, οι πολιτισμοί που θα συγκρουστούν στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και θα αποτελέσουν την καθοριστική δύναμη σε θέματα γεωπολιτικής θα είναι ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, ο δυτικός τρόπος ζωής και σκέψης έναντι των ανατολικών προτύπων.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν, μετά την δημοσιοποίηση των απόψεων του Χάντινκτον, όπως οι τρομοκρατικές επιθέσεις της Αλ Κάιντα, με αποκορύφωμα τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, του 2001,στους Δίδυμους Πύργους, επιβεβαίωσαν -σύμφωνα με την άποψη πολλών πολιτικών και διανοουμένων- τον προφητικό χαρακτήρα της θεωρίας του Χάντινκτον.
Ακολούθησαν οι θηριωδίες του ισλαμικού κράτους του ISIS, με τους αποκεφαλισμούς αλλόδοξων, την καταστροφή αρχαιολογικών χώρων και μνημείων αρχαίων πολιτισμών, καθώς και οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις ευρωπαϊκές χώρες, με εκατοντάδες Ευρωπαίους πολίτες, θύματα της τυφλής βίας των φανατικών Τζιχαντιστών.
Έτσι φθάσαμε, στις μέρες μας, στον Ισλαμιστή Ερντογάν, ο οποίος αυτοπροβάλλεται ως προστάτης των απανταχού της γης Μουσουλμάνων και φιλοδοξεί να ανασυστήσει την πάλαι ποτέ Οθωμανική αυτοκρατορία.
Ο Ερντογάν, μέσα στον μεγολοϊδεατισμό του, φαντάζεται πως είναι η μετεμψύχωση, άλλοτε του Σουλεϋμάν του Μεγαλοπρεπή, που πολιορκεί και απειλεί να καταλάβει την Βιέννη και, άλλοτε, του σουλτάνου Σαλαδίνου που εκδιώκει τους «Σταυροφόρους» από την Ιερουσαλήμ!
Εργαλειοποιώντας, πότε τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και πότε τα «ορφανά» του ISIS, μετά την κατάρρευση του Ισλαμικού κράτους, απειλεί τα γειτονικά του κράτη και συνολικά την Ευρώπη· και στην προσπάθειά του να πραγματοποιήσει τα γεωπολιτικά του σχέδια, ανοίγει πολλαπλά μέτωπα στην ανατολική Μεσόγειο, στην Συρία, το Ιράκ, την Λιβύη, την Αρμενία.
Και σε ένα παραλήρημα παράνοιας και ιταμότητας, καθυβρίζει χυδαία τον πρόεδρο της Γαλλίας και εμμέσως, πλην σαφώς, ενθαρρύνει τους «μοναχικούς λύκους» Τζιχαντιστές, που κατοικούν στην Γαλλία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να συνεχίσουν -προς δόξαν του Αλλάχ- να σφάζουν ανύποπτους και αθώους Ευρωπαίους πολίτες!
Με βάση τα παραπάνω γεγονότα, μπορούμε να αποδεχτούμε, με απόλυτη βεβαιότητα, την άποψη ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός γενικευμένου πολέμου των δύο πολιτισμών, ανάμεσα στο Ισλάμ και τον Χριστιανισμό, του κόσμου της Ανατολής και της Δύσης;
Με μια πιο ψύχραιμη ματιά στα παραπάνω στοιχεία, βλέπουμε ότι κάποιοι θρησκόληπτοι και φανατικοί ηγέτες, προκειμένου να πραγματοποιήσουν τους πολιτικούς τους στόχους και να εδραιώσουν την εξουσία τους, προσπαθούν να καλλιεργήσουν την ανασφάλεια στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς· και απευθυνόμενοι, κυρίως, σε εξαθλιωμένα -οικονομικά και χαμηλού πνευματικού επιπέδου κοινωνικά στρώματα- επιδιώκουν να εξάψουν το μίσος και τον φανατισμό τους κατά των αλλοδόξων Δυτικών δυνάμεων, τις οποίες ενοχοποιούν για την εξαθλίωση που βιώνουν.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι στην λεγόμενη «σύγκρουση των πολιτισμών» τα βαθύτερα αίτια, και πάλι, είναι οικονομικά και πολιτικά και ότι η πόλωση των «δύο κόσμων» είναι τεχνητή, καθότι ο θρησκευτικός φανατισμός είναι υποκινούμενος από συγκεκριμένα πολιτικά κέντρα.
Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι στην «σύγκρουση» δεν συμμετέχει το σύνολο του μουσουλμανικού κόσμου, το οποίο, στην πλειοψηφία του, συνυπάρχει και συνεργάζεται αρμονικά με τον Δυτικό κόσμο και, μάλιστα, κάποια εκατομμύρια μουσουλμάνων έχουν εγκατασταθεί σε χώρες της Δύσης και συμμετέχουν κανονικά στην οικονομική και κοινωνική ζωή τους.
Τούτων δοθέντων, θεωρούμε ότι η πολιτική της Δύσης απέναντι στις απειλές και στις παράνομες ενέργειες και δράσεις κάποιων Ισλαμιστών, τύπου Ερντογάν, καθώς και απέναντι στους προπαγανδιστές της ισλαμικής βίας και της τρομοκρατίας, πρέπει να είναι ομόθυμη και αποφασιστική, σε διεθνή κλίμακα, προκειμένου να διαλυθούν τα προπαγανδιστικά δίκτυα των Ισλαμιστών και να εξουδετερωθεί η ισλαμική τρομοκρατία.
Ειδικότερα, για τον Ισλαμιστή Ερντογάν, η πολιτική της Δύσης πρέπει να υπερβεί, επιτέλους, τα εμπορικά « αλισβερίσια» και να επιβάλει δραστικά μέτρα για την συμμόρφωσή του με το διεθνές δίκαιο και την ειρηνική επίλυση των διαφορών του με τα γειτονικά του κράτη.
Συγχρόνως, όμως, η πολιτική της Δύσης πρέπει να είναι γενναία, ουσιαστική και ειλικρινής απέναντι στους Μουσουλμάνους που επιθυμούν να ζήσουν ειρηνικά με τους άλλους λαούς, ανεξάρτητα από τα πολιτισμικά, τα εθνικά και θρησκευτικά τους χαρακτηριστικά.
Η εξασφάλιση ισονομίας και ισοπολιτείας για τους Μουσουλμάνους, στο εσωτερικό των Δυτικών χωρών, και η ειλικρίνεια και η δικαιοσύνη στις διεθνείς σχέσεις με τα μουσουλμανικά κράτη αποτελεί την βασική προϋπόθεση για έναν κόσμο της ειρηνικής συνύπαρξης και της συνεργασίας.
Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι ο Δυτικός κόσμος πρέπει να απεμπολήσει αρχές και αξίες του Δυτικού τρόπου της ζωής του και να «παζαρέψει» με τους Μουσουλμάνους, οι οποίοι θέλουν να ενταχθούν στις Δυτικές κοινωνίες, το κατά πόσον αυτοί θα σέβονται το νομικό καθεστώς των Δυτικών δημοκρατικών κρατών, σε θέματα που αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως π. χ. είναι η ελευθερία της έκφρασης, ο αμοιβαίος σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας και της ανεμπόδιστης λατρείας, η ελευθερία και η ισότητα των γυναικών, η ιδιαιτερότητα κάποιων ατόμων στην σεξουαλική τους ζωή, η προστασία των ανήλικων παιδιών και η ένταξή τους στο ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα.
Και εδώ χρειάζεται να γίνει μια καθαρή εξήγηση: να λεχθούν με σαφήνεια οι όροι με τους οποίους γίνονται δεκτοί στις χώρες της Δύσης πρόσφυγες και μετανάστες, μουσουλμανικού ή άλλου δόγματος, οι οποίοι επιθυμούν να ζήσουν ως πολίτες στην χώρα της φιλοξενίας τους: ο αλλόθρησκος, που επιθυμεί να εγκατασταθεί σε μια χώρα της Δύσης και να συμβιώσει αρμονικά με τους άλλους κατοίκους της, δικαιούται να πιστεύει και να λατρεύει ελεύθερα τον οποιονδήποτε Θεό του, τον Αλλάχ και τον προφήτη του Μωάμεθ, να απαιτεί και να απολαμβάνει την ισονομία και την ισοπολιτεία· δεν δικαιούται, όμως, να επιμένει, με κανένα τρόπο, να διατηρεί, στην νέα του πατρίδα, τους δικούς του εθιμικούς ή θρησκευτικούς κανόνες Δικαίου και τρόπους ζωής, οι οποίοι αντιβαίνουν στους δημοκρατικούς θεσμούς και τους νόμους που έχει θεσπίσει για όλους τους πολίτες της η χώρα, όπου φιλοξενείται.