«Από τη Λέσβο, στο εργαστήριο με τον Dr. Pap»

Η συνέντευξη της Νέδας Βουτσά- Περδίκη στην Τασούλα Επτακοίλη και την Καθημερινή Πηγή φωτογραφίας: Καθημερινή

Η συνέντευξη της Νέδας Βουτσά- Περδίκη στην Τασούλα Επτακοίλη και την Καθημερινή

13/03/2024 - 11:26

Μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη της Νέδας Βουτσά – Περδίκη που παραχώρησε στην δημοσιογράφο Τασούλα Επτακοίλη δημοσίευσε η Καθημερινή με τίτλο «Από την Λέσβο, στο εργαστήριο με τον Dr Pap».  

Ακολουθεί η συνέντευξη:

Aπό τα φοιτητικά της χρόνια στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, πριν ακόμη αποκτήσει γνώσεις Παθολογοανατομίας και Κυτταρολογίας, ήθελε να μάθει τη μέθοδο Παπανικολάου. «Δεν θυμάμαι από πού την ήξερα, μάλλον κάτι σχετικό θα είχα διαβάσει ή θα είχε αναφερθεί σε κάποιο μάθημα. Ονειρό μου ήταν επίσης να ταξιδέψω στις ΗΠΑ και να γνωρίσω τον ίδιο τον Γεώργιο Παπανικολάου». Πήρε το πτυχίο της το 1955, εργάστηκε για λίγο ως βοηθός στο Λαϊκό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και μετά έφυγε για τη Νέα Υόρκη. Εκεί θα έκανε πραγματικότητα το όνειρό της.

«Ξεκίνησα το ταξίδι μου από τον Πειραιά με το υπερωκεάνιο “Ολυμπία” στις 24 Μαΐου 1956. Αποχαιρέτησα τη μητέρα μου και μερικούς φίλους και ανέβηκα την πανύψηλη σκάλα του πλοίου. Ημουν η τελευταία επιβάτης», λέει η 94χρονη σήμερα Νέδα Βουτσά-Περδίκη, παθολογοανατόμος – κυτταρολόγος. Είναι από τις πρώτες Ελληνίδες που ασχολήθηκαν με το συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο και στις ΗΠΑ διέγραψε μια λαμπρή πορεία. Στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ συνεργάστηκε με τον σπουδαίο γιατρό και ερευνητή, ο οποίος με το τεστ Παπανικολάου συνέβαλε καθοριστικά στη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Διετέλεσε επιμελήτρια στο Mass Memorial Hospital του Πανεπιστημίου της Βοστώνης. Ηταν εκείνη που δημιούργησε το Τμήμα Κυτταρολογίας του Πανεπιστημίου της Φλόριντα και έγινε η πρώτη του διευθύντρια.

Κι όμως, μία δεκαετία μετά αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα. «Δεν περνούσε καν από το μυαλό μου να παντρευτώ και να κάνω παιδιά μακριά από την πατρίδα», λέει. Το μετάνιωσε; «Ποτέ. Με τον σύζυγό μου φτιάξαμε μια όμορφη οικογένεια. Απέκτησα τρία παιδιά και τέσσερα εγγόνια. Οσα έζησα στην Αμερική είναι θησαυρός ανεκτίμητος, που τον έχω πάντα μαζί μου. Το εργαστήριό μου λειτουργεί ακόμη, στο Κολωνάκι. Εκεί η Μελίνα Μερκούρη μού έστελνε κάθε μέρα με τον οδηγό της πτύελα για κυτταρολογική εξέταση, για να βλέπουμε την εξέλιξη του καρκίνου της. Το αναφέρω μια και αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 30 χρόνια από τον θάνατό της. Ο Θεός μού έδωσε πολλά χρόνια. Παρά την ηλικία μου, ακόμη βλέπω, ακούω, μπορώ και κινούμαι. Παράπονο δεν έχω».

– Πού βρίσκονται οι ρίζες σας, κ. Βουτσά-Περδίκη;

– Ο πατέρας μου, Γιώργος, καταγόταν από τη Σίφνο. Οταν ξέσπασε επιδημία χολέρας εκεί, ο παππούς μου τον έστειλε στη Λέσβο, σε μακρινούς συγγενείς, για να γλιτώσει· ήταν, βλέπετε, ο μεγαλύτερος. Από όσους έμειναν πίσω, μόνο ο παππούς μου επέζησε και έθαψε μόνος του τους νεκρούς του. Στη Μυτιλήνη όπου εγκαταστάθηκε ο μπαμπάς μας έμαθε την τέχνη του ωρολογοποιού, ήταν ο μοναδικός στο νησί. Παντρεύτηκε τη μητέρα μου, Ευαγγελία, που ήταν… μαμά, δηλαδή νοικοκυρά, και απέκτησαν τέσσερις κόρες. Εγώ, η πρωτότοκη, γεννήθηκα στις 7 Μαΐου 1930. Ημασταν φτωχοί, αλλά ζούσαμε ευτυχισμένοι. Ο πατέρας μας ήταν άνθρωπος εξωστρεφής, χαρούμενος, αισιόδοξος. Περπατούσε και τραγουδούσε. «Βρε, έχεις τέσσερις κόρες, πώς θα τις προικίσεις;» τον πείραζαν. «Θα βρουν μόνες τους τον δρόμο τους, ξέρουν», απαντούσε.

– Η επιθυμία να σπουδάσετε Ιατρική πώς γεννήθηκε;

– Από παιδί το ονειρευόμουν. Πρότυπό μου ήταν ο αδελφός της μητέρας μου, Αλέξανδρος Σάββας, καθηγητής Ανατομίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 1948, το καλοκαίρι που τελείωσα το γυμνάσιο, με άριστα, είχε έρθει για διακοπές στη Μυτιλήνη. «Θείε Αλέκο, θέλω να γίνω γιατρός αλλά δεν έχουμε χρήματα», του είπα. «Μην ανησυχείς, θα κάνω ό,τι μπορώ», μου απάντησε. Με πήρε μαζί του στην Αθήνα και μεσολάβησε ώστε να παρακολουθήσω δωρεάν μαθήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή στο φροντιστήριο ενός φίλου του. Εμενα σε συγγενικό σπίτι στα Ταμπούρια του Πειραιά. Κοιμόμουν σε ένα ντιβανομπάουλο στην κουζίνα τους. Τελευταία έπρεπε να πέφτω για ύπνο και πρώτη να ξυπνάω, για να μην τους ενοχλώ. Οποτε μπορούσε ο πατέρας μου έστελνε λίγα χρήματα: άλλοτε δέκα, άλλοτε είκοσι δραχμές. Στις σπάνιες περιπτώσεις που εξασφάλιζε μεγαλύτερο ποσό, μια φορά το εξάμηνο δηλαδή, το γιόρταζα! Πήγαινα στο ζαχαροπλαστείο – καφεστιατόριο «Τσίτας» στην Πανεπιστημίου, απέναντι από την Εθνική Βιβλιοθήκη, και έτρωγα μια μερίδα μπιφτέκια, μια ρώσικη σαλάτα και κοκ, το αγαπημένο μου γλυκό. Μέχρι σήμερα, όποτε με επισκέπτονται τα παιδιά μου, συνήθως κοκ μού φέρνουν. Πέρασα στην Ιατρική το 1949.

Γιατί επιλέξατε την Κυτταρολογία, που τότε ήταν άγνωστη στην Ελλάδα;

– Από την πρώτη φορά που είδα κύτταρα στο μικροσκόπιο, μαγεύτηκα. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο από το να συμβάλω στη διάγνωση του καρκίνου.

Οι καθηγητές Ιατρικής στις ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τους ασκούμενους ως ίσους προς ίσον. Καμία σχέση με αλαζονική νοοτροπία.

– Πώς βρεθήκατε στις ΗΠΑ;

– Εγινα δεκτή μέσω ενός προγράμματος υποτροφιών του Πανεπιστημίου της Βοστώνης για να κάνω ειδικότητα: δύο χρόνια στην Ανατομική Παθολογία στο νοσοκομείο Mass Memorial και δύο στην Κλινική Παθολογία στο νοσοκομείο Salem. Οι καθηγητές εκεί ήταν εξαιρετικοί· αντιμετώπιζαν τους ασκούμενους στην ειδικότητα και τους φοιτητές ως ίσους προς ίσον. Καμία σχέση με την αλαζονική νοοτροπία των περισσότερων δικών μας καθηγητών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών… Ανάμεσά τους ήταν ο Σέλντον Σόμερς. Σε μια κουβέντα μας του ανέφερα πόσο ήθελα να γνωρίσω τον Γεώργιο Παπανικολάου. Μου έδωσε τη διεύθυνσή του. Εγραψα το πρώτο γράμμα για να του ζητήσω ραντεβού στις 19 Φεβρουαρίου 1958. Εμελλε την ίδια μέρα, το 1962, να φύγει από τη ζωή.

– Πώς σας υποδέχθηκε;

– Σαν πατέρας που υποδέχεται την κόρη του. Μόνο που δεν με φίλησε! Τον βρήκα στο γραφείο του, στη Νέα Υόρκη, σκυμμένο πάνω από το μικροσκόπιο, μπροστά στο μεγάλο παράθυρο που έβλεπε στον ποταμό Χάντσον. Σηκώθηκε αμέσως, μου έδωσε το χέρι του και είπε: «Καλώς το!». Στη συνέχεια φώναξε τη σύζυγό του, Ανδρομάχη Μαυρογένους, η οποία βρισκόταν πίσω από ένα παραβάν, που έκρυβε το αρχείο του. «Μάχη, έλα να γνωρίσεις τη γιατρό Νέδα Βουτσά». Ξεπρόβαλε από το παραβάν χαμογελαστή. Εκείνη τη μέρα έμελλε να ξεκινήσει η συνεργασία μας αλλά και μια βαθιά φιλία. Κάθε Πέμπτη πήγαινα στο σπίτι τους και έφτιαχνα το αρχείο του. Από τα χέρια μου περνούσαν δημοσιεύματα, συνεντεύξεις και διάφορα άλλα ντοκουμέντα της σπουδαίας σταδιοδρομίας του. Πολλά από αυτά αποτέλεσαν πρώτη ύλη για το βιβλίο μου.

– Ως άνθρωπος πώς ήταν ο Γεώργιος Παπανικολάου;

– O Dr. Pap ήταν χαρισματικός, προικισμένος από τη φύση με πνευματικές ανησυχίες τις οποίες καλλιέργησε όχι μόνο με την επιστημονική του κατάρτιση αλλά και με την ευρύτερη παιδεία του: με τη μελέτη ξένων γλωσσών, τη λογοτεχνία, τη μουσική. Περιφρονούσε το κατεστημένο της εποχής του στην Ελλάδα και το βόλεμα, οπότε η φυγή του στο εξωτερικό –στη Γερμανία, στη Γαλλία και τέλος στις ΗΠΑ– ήταν μονόδρομος. Δεν ήταν εύκολο το ξεκίνημά του, όμως. Το 1913, όταν έφθασαν με τη Μάχη στη Νέα Υόρκη, εκείνη έραβε κουμπιά και ο ίδιος πουλούσε χαλιά και έπαιζε βιολί σε νυχτερινά κέντρα για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Πέρασε ένας χρόνος μέχρι να προσληφθεί ως βοηθός ερευνητής στο New York Hospital του Πανεπιστημίου Κορνέλ. Λάτρευε την πατρίδα μας, αλλά ήταν απογοητευμένος που οι συνθήκες δεν του επέτρεψαν να μεταφέρει την έρευνά του στην Ελλάδα. Και ποτέ δεν επιδίωξε να πλουτίσει από την Ιατρική. Κάποτε μου εξομολογήθηκε την ενόχλησή του γιατί «στην Ελλάδα χρεώνουν την κυτταρολογική εξέταση πιο ακριβά από ό,τι εγώ εδώ». Δεν ήθελε η μέθοδός του να γίνει εμπόριο.

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα γιατί δεν επιδιώξατε ακαδημαϊκή καριέρα; Είχατε όλα τα προσόντα.

– Και πώς να περάσει τα στεγανά του πανεπιστημιακού κατεστημένου μια γυναίκα που δεν ήξερε κανέναν; Ημουν όμως τυχερή. Εργάστηκα αρχικά στα νοσοκομεία «Ευαγγελισμός» και «Κοργιαλένειο – Μπενάκειο» και στη συνέχεια μια συνάδελφος μου είπε ότι είχε ανοίξει διευθυντική θέση στο «Σωτηρία». Με κάλεσε για συνέντευξη ο τότε διοικητής Νίκος Περδίκης, που με προσέλαβε, και με παντρεύτηκε!

– Το όνομά σας τι σημαίνει;

– Είναι ο μόνος «θηλυκός» ελληνικός ποταμός, στην Πελοπόννησο. Ο νονός μου, πρόσφυγας από την Πέργαμο, ήταν πολύ μορφωμένος, είχε σπουδάσει Νομικά και Αρχαιολογία. Πριν από τη βάφτισή μου, τοποθέτησε χαρτάκια με διάφορα ονόματα σε ένα σακουλάκι και με έβαλαν να τραβήξω ένα. Ηταν το «Νέδα».

Πηγή

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey