
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
«Είμαι, λοιπόν, σήμερα εδώ ενώπιον του Κοινοβουλίου για να δηλώσω την προσήλωση της κυβέρνησής μας στην αλήθεια και στη δικαιοσύνη»
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, υπάρχουν στιγμές στην κοινοβουλευτική ζωή που απαιτούν πολλά περισσότερα από μία συνηθισμένη πολιτική, κομματική αντιπαράθεση. Ζητούν αλήθεια, ζητούν ευθύνη, ακόμα και σε συγκυρίες που αυτές δείχνουν να χάνονται μέσα στη σύγχυση.
Όταν μάλιστα αφορούν ένα θέμα το οποίο διαπερνά την καρδιά της κοινωνίας, τότε στην αλήθεια και την ευθύνη πρέπει να προστεθεί και η αποφασιστικότητα. Η δύναμη, δηλαδή, να αντιταχθούμε στις εύκολες εντυπώσεις, που τις φουσκώνουν το ψέμα και η κομματική σκοπιμότητα.
Το οφείλουμε, θα έλεγα, πρώτα και πάνω απ’ όλα στους συγγενείς των 57 θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών. Δεν τους αξίζει να γίνουν ένα γρανάζι σε μια θλιβερή προσπάθεια εργαλειοποίησης μιας στιγμής που συγκλόνισε όλη την Ελλάδα.
Και τέτοιες στιγμές ζούμε και σήμερα. Ζούμε, δύο χρόνια μετά το τραύμα των Τεμπών, ένα κοινό πένθος το οποίο συγκεκριμένοι κύκλοι επιδιώκουν να μετατρέψουν σε ένα σημείο διχασμού, ενώ θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να είναι ένα εφαλτήριο ενότητας. Είναι μία τραγωδία που συχνά υποβιβάζεται σε πολιτικό σύνθημα.
Παράλληλα, όμως, είναι και μια οδυνηρή αφορμή την οποία ορισμένοι κάνουν «πολιορκητικό κριό» για να αναβιώσουν τον λαϊκισμό και την τοξικότητα, χωρίς να προσφέρουν καμία εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης και με μόνο στόχο το πισωγύρισμα της χώρας.
Είμαι, λοιπόν, σήμερα εδώ ενώπιον του Κοινοβουλίου για να δηλώσω την προσήλωση της κυβέρνησής μας στην αλήθεια και στη δικαιοσύνη. Είμαι εδώ, επίσης, γιατί θεωρώ απαραίτητο να απαντήσω έστω και σύντομα σε αυτή τη «θύελλα» των fake news που θολώνουν τη σκέψη.
Είμαι εδώ για να επισημάνω τον κίνδυνο η πολιτική ζωή να κατρακυλήσει σε έναν βούρκο αμφιβολίας. Αμφιβολίας για όλους και για όλα. Γιατί η άλλη όψη της πολιτικής αστάθειας είναι η διάρρηξη κάθε σχέσης εμπιστοσύνης μέσα στην κοινωνία. Και αυτός, ξέρετε, είναι ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ίδια τη δημοκρατία μας.
Πρωτίστως, όμως, είμαι εδώ για να εισηγηθώ τρόπους ώστε το κράτος να ξεπεράσει παθογένειες. Κάποιες από αυτές τις παθογένειες το συνοδεύουν σχεδόν από την ίδρυσή του.
Είμαι εδώ για να μιλήσουμε για τους ελληνικούς σιδηροδρόμους: για όσα έγιναν, για όσα δεν έγιναν, για τα πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν ακόμα.
Σε μια συζήτηση που διεξάγεται, πιστεύω, στη σωστή χρονική στιγμή. Διότι άκουσα και από τον κ. Φάμελλο κάποιες ενστάσεις σχετικά με τον χρονισμό της συζήτησης.
Κρίνω, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι αυτή είναι η σωστή συγκυρία για να γίνει αυτή η συζήτηση. Έχουμε τιμήσει την επέτειο των δύο ετών από την τραγωδία των Τεμπών και έχουμε πλέον και ένα ολοκληρωμένο πόρισμα για το τι συνέβη.
Η ηχηρή φωνή των συλλαλητηρίων της περασμένης Παρασκευής ακούγεται ακόμα σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Όπως είχα την ευκαιρία και να ξαναπώ, πριν από λίγες μέρες εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας βρέθηκαν στους δρόμους και στις πλατείες.
Νομίζω ότι μπορούμε να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στα αυτονόητα, στο τι ζήτησαν πρώτα και πάνω απ’ όλα. Ζήτησαν αλήθεια και δικαιοσύνη και ταυτόχρονα δικαίωση των θυμάτων. Ζήτησαν πάλι το αυτονόητο: ασφαλείς και σύγχρονες συγκοινωνίες για τη χώρα, μαζί με μία πολιτεία η οποία θα είναι ικανή να προστατεύει τους πολίτες της.
Σίγουρα -δεν υπάρχει αμφιβολία, είμαστε δημοκρατία- υπήρχαν διαδηλωτές που ζήτησαν να πέσει η κυβέρνηση. Πιστεύω, όμως, ότι η μεγάλη πλειοψηφία αυτών που διαδήλωσαν είχαν το αντίθετο αίτημα: να ανέβει ψηλότερα η Ελλάδα. Αυτό άκουσα εγώ τουλάχιστον από τις εκατοντάδες χιλιάδες των συμπολιτών μας που βρέθηκαν στους δρόμους και στις πλατείες, μακριά από την προσπάθεια κάποιων να τους εκμεταλλευτούν κομματικά.
Και πιστεύω, επίσης, ότι είναι πολύ σημαντικό ότι σήμερα συνεδριάζουμε έχοντας στα χέρια μας την έκθεση του Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων. Είναι ένας φορέας τον οποίο αυτή η κυβέρνηση συγκρότησε -θέλω να θυμίσω στον κ. Ανδρουλάκη και στον κ. Φάμελλο, χωρίς τη στήριξη της αντιπολίτευσης-, ο οποίος φορέας συνεργάστηκε με ευρωπαίους ειδικούς, μακριά από κάθε πολιτική παρέμβαση.
Το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ το έχω στα χέρια μου, είναι αυτό εδώ το αρκετά εκτενές κείμενο. Δεν ξέρω πόσοι από εσάς το έχετε διαβάσει αναλυτικά, εγώ πάντως φρόντισα να το κάνω. Και θα ήθελα να σταθώ ιδιαίτερα στο γεγονός ότι στην πρώτη σελίδα, in memoriam, αναφέρονται οι 57 νεκροί της τραγωδίας των Τεμπών. Γιατί αυτό το πόρισμα πρώτα και πάνω απ’ όλα είναι ένας οδηγός για το πώς δεν θα ξαναζήσουμε ποτέ μια τέτοια τραγωδία.
Μπορούμε, λοιπόν, πιστεύω, να συμφωνήσουμε, εφόσον τουλάχιστον διαβάζουμε το ίδιο κείμενο, στο τι λέει το πόρισμα αυτό. Τι λέει το πόρισμα αυτό;
Πρώτον, εντοπίζει τις αιτίες του δυστυχήματος στους λάθος χειρισμούς ενός τοπικού σταθμάρχη και στην αδράνεια ενός μηχανοδηγού.
Δεύτερον, περιγράφει τις χρόνιες ελλείψεις των σιδηροδρόμων οι οποίες συνέβαλαν στο μοιραίο. Αυτά λέει το πόρισμα, αν το έχετε διαβάσει, αλλά προφανώς δεν μπήκατε στον κόπο να το διαβάσετε.
Τρίτον, περιγράφει την κρατική κινητοποίηση, σημειώνοντας όμως και σοβαρά κενά συντονισμού.
Τέταρτον, αδυνατεί να δώσει τεκμηριωμένη απάντηση για τη φωτιά που ακολούθησε τη σύγκρουση των τρένων, παραπέμποντας σε περαιτέρω διερεύνηση.
Και τέλος, η έκθεση προχωρά σε 17 σαφείς συστάσεις προς τους αρμόδιους φορείς για τη βελτίωση της ασφάλειας των τρένων.
Είναι ένα πόρισμα το οποίο δεν θα το χαρακτήριζα κολακευτικό για την κυβέρνηση. Αναδεικνύει σημαντικές αδυναμίες τις οποίες πρέπει να εργαστούμε να τις διορθώσουμε.
Όμως, το πόρισμα αυτό δικαιώνει την εκτίμηση ότι εκείνη την τραγική νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου του 2023 συγκρούστηκαν, δυστυχώς, οι ανθρώπινες αστοχίες με τα διαχρονικά κενά του κράτους. Θυμάστε πόση κριτική ξεσήκωσε αυτή η φράση μου όταν την πρωτοανέφερα. Αυτό, όμως, ακριβώς λέει το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ. Και όχι μόνο.
Το πόρισμα αυτό καταρρίπτει και αυτή την αστήρικτη -και, θα το ξαναπώ, και προσωπικά πολύ προσβλητική- θεωρία της δήθεν «συγκάλυψης», την οποία διακινεί συστηματικά η αντιπολίτευση και η οποία, από ό,τι αντιλαμβάνομαι, θα αποτελέσει και ένα από τα βασικά επιχειρήματα στην πρόταση δυσπιστίας την οποία ήδη ετοιμάζετε.
Διαβάζω, λοιπόν, στο σημείο 571: «Η κυβέρνηση ήταν παρούσα στο σημείο από τις πρώτες ώρες μετά το ατύχημα με εν ενεργεία Υπουργούς, Γενικούς Γραμματείς διαφορετικών Υπουργείων, αλλά όλοι λειτουργούσαν σε ρόλο παρατηρητή χωρίς κάποιος να ενεργεί με επίσημο τρόπο και να εκδίδει εντολές». «Δεν διαπιστώσαμε καμία ένδειξη» -το καταθέτω στα πρακτικά- «πολιτικής παρέμβασης, ούτε στο πεδίο ούτε στις εργασίες της επιτροπής», είπε ο επικεφαλής, αντιπρόεδρος του Οργανισμού, ο κ. Χρήστος Παπαδημητρίου.
Αλλά να σταθώ ιδιαίτερα, γιατί νομίζω ότι έχει μια ξεχωριστή αξία, στο τι είπε ο Βέλγος εμπειρογνώμονας ο οποίος και συμμετείχε στη συγγραφή του πορίσματος όταν παρουσίασε εύλογα την επιχειρησιακή διαχείριση των πρώτων κρίσιμων ωρών: «Ό,τι συνέβη, συνέβη από ελλιπή ετοιμότητα των μηχανισμών απέναντι σε ένα τόσο μεγάλο δυστύχημα. Οι άνθρωποι εκεί έκαναν το καλύτερο το οποίο μπορούσαν».
Και αυτή είναι η αλήθεια. Όσο και αν επιμένετε να μιλάτε για μία «συγκάλυψη», η οποία ποτέ δεν υπήρχε. Γιατί ποτέ δεν μας εξηγήσατε ούτε ποιον θέλαμε να συγκαλύψουμε, ούτε τι κίνητρα έχουμε να συγκαλύψουμε οποιονδήποτε.
Σε όσους, λοιπόν, επιμένουν να το χρησιμοποιούν επιλεκτικά και αποσπασματικά για να διαστρεβλώσουν την αλήθεια, θα τους συνιστούσα να το ξαναδιαβάσουν ή να το διαβάσουν, αν δεν το έχουν ήδη κάνει, υπενθυμίζοντας ότι αυτός ο Οργανισμός θα έπρεπε να περιμένει πολλά χρόνια μέχρι που να τον ιδρύσει και να τον στελεχώσει αυτή η κυβέρνηση.
Και πάντως, θα ήθελα να ακούσω από τους αρχηγούς των κομμάτων εάν δέχονται επί της αρχής το κείμενο αυτό, αν συμφωνούν ότι είναι ένα αντικειμενικό κείμενο, το οποίο πρέπει να το δεχτούμε στην ολότητά του. Στην ολότητά του, ένα κείμενο το οποίο ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Διάβαζα σήμερα ότι είναι, 5η Μαρτίου είναι η μέρα θανάτου του Στάλιν. Δεν χρειάζεται να τον τιμάτε με αυτόν τον τρόπο, κα Κωνσταντοπούλου. Ίσως έπρεπε να αναφερθώ σε εσάς, κ. Κουτσούμπα, αλλά εσείς δεν διακόπτετε ποτέ, είστε ευπρεπής κοινοβουλευτικός.
Στο μεταξύ, προφανώς, κ. Πρόεδρε, ο πολιτικός διάλογος θα συνεχίζεται, γι’ αυτό και άλλωστε η κυβερνητική πλειοψηφία συμφώνησε χθες με τη σύσταση προκαταρκτικής επιτροπής για τον κ. Τριαντόπουλο. Μπορεί το λεγόμενο «κατηγορητήριο» απέναντί του να θεωρούμε ότι είναι εντελώς αστήρικτο, αλλά τόσο ο ίδιος όσο και η κυβερνητική πλειοψηφία δεν έχουμε κανένα λόγο να μην αντιμετωπίσουμε τη συγκεκριμένη εξέλιξη με τη σοβαρότητα που απαιτείται, ως ένα πρόσθετο πεδίο, για να αναδειχθούν στο φως τα πραγματικά γεγονότα.
Και μου έκανε μάλιστα εντύπωση, παρακολουθώντας λίγο τη χθεσινή συζήτηση, ότι ελάχιστα αναφερθήκατε όλοι οι ομιλητές στο πραγματικά νομικό σκέλος αυτής της παραπομπής του κ. Τριαντόπουλου σε προανακριτική επιτροπή. Ίσως, κ. Ανδρουλάκη, γιατί δεν αισθανόσασταν και πάρα πολύ σίγουροι για το πόσο στέρεη ήταν η νομική σας επιχειρηματολογία.
Κι όμως, απέναντι σε αυτά τα πραγματικά γεγονότα, εδώ και δύο χρόνια υφαίνεται μεθοδικά μια πολύχρωμη συλλογή μύθων, φαντασιώσεων και ψεμάτων. Ας τα διατρέξουμε λίγο. Αξίζει τον κόπο να θυμηθούμε όλοι μαζί τι κατά καιρούς έχουν πει διάφοροι σε αυτήν εδώ την αίθουσα.
Από πού να ξεκινήσω; Από τις τοποθετήσεις ότι δήθεν «οι νεκροί δεν ήταν 57» αλλά 150, κ. Βελόπουλε, και ότι «κρύβαμε νεκρούς»; Εσείς τα λέγατε, εσείς ακριβώς τα λέγατε.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Για πάμε να τα δούμε, λοιπόν, όλα τώρα, να τα πούμε όλα εδώ. Όταν τις πρώτες μέρες το μέλημα της κυβέρνησης…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Μην ανησυχείτε, λες και δεν τα ξέρουμε όλα αυτά ότι ειπώθηκαν, έτσι δεν είναι; Όταν ψάχναμε τότε, το Υπουργείο Υγείας, το πρώτο του μέλημα τότε, το πρώτο μας μέλημα ήταν πώς θα περιθάλψουμε τους τραυματίες και στη συνέχεια η τραγική διαδικασία της ταυτοποίησης των σορών, είχαμε τον κ. Βελόπουλο να μας λέει ότι «δεν είναι τόσοι οι νεκροί αλλά πολύ περισσότεροι».
Μετά να μας λέτε -έτσι δεν είναι;- ότι υπήρχε βαγόνι -θα τα πούμε όλα εδώ, θα τα πούμε όλα- ότι «υπήρχε «βαγόνι-φάντασμα» το οποίο «εξαερώθηκε». Μετά ότι υπήρχε «κατασχεμένο φορτίο ξυλολίου», το οποίο υποτίθεται ότι είχε η εμπορική αμαξοστοιχία, ότι είχε «πουληθεί στη Θεσσαλονίκη 15 μέρες πριν το δυστύχημα». Τα ξεχνάτε όλα αυτά ότι είχαν διακινηθεί; Όλα αυτά είναι θεωρίες τις οποίες και πολλοί από εσάς φροντίζατε να διακινείτε.
Και έχουμε και πιο μακάβρια σενάρια, ε; Συνδέουμε την τραγωδία με το τροχαίο ενός πρώην σταθμάρχη. Τα ξεχνάμε αυτά; Βγήκε η ίδια η οικογένεια και είπε «σταματήστε, σταματήστε». Επειδή μιλάμε εδώ πολύ… ακούγονται επιχειρήματα δήθεν για σκύλευση νεκρών. Αυτό τι είναι άραγε; Τι είναι άραγε όλο αυτό;
Και βέβαια, πρόσφατα τα απαράδεκτα υπονοούμενα του κ. Φάμελλου σχετικά με τον χαμό ενός νέου ανθρώπου στη Λάρισα, μία υπόθεση που ακόμα ερευνάται. Ένα «γαϊτανάκι» με εφιαλτικά ψέματα και με άθλια υπονοούμενα, άθλια υπονοούμενα, τα οποία φροντίσατε με τον τρόπο σας να τα υποδαυλίζετε και να τα στηρίζετε και να τα διακινείτε.
Και με το σίριαλ του παραλόγου να κλιμακώνεται και με καινούργια επεισόδια. Πριν από έναν χρόνο περίπου είχαμε ξαναβρεθεί, θέλω να θυμίσω, σε αυτήν εδώ την αίθουσα, πάλι για πρόταση δυσπιστίας. Ποια ήταν η αφορμή, θυμηθείτε λίγο, της πρότασης δυσπιστίας που είχε καταθέσει ο κ. Ανδρουλάκης τότε; Η περίφημη «μονταζιέρα», η «μονταζιέρα» οποία απεδείχθη από το πόρισμα του Πολυτεχνείου ότι ουδέποτε υπήρξε, κ. Ανδρουλάκη. Αλλά δεν βγήκατε ποτέ να το πείτε αυτό, κάνατε μια πρόταση δυσπιστίας.
Ή όπως ο μύθος ότι ο πρώην Πρόεδρος της Βουλής «έκρυψε»…
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Θα τα ακούσετε τώρα, θα τα ακούσετε. Λοιπόν, «έκρυψε» ο κ. Τασούλας, και νυν εκλεγμένος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «έκρυψε», δήθεν, μία δικογραφία.
Όλοι γνωρίζουν πως ό,τι έφτασε στη Βουλή και ό,τι φτάνει στη Βουλή τίθεται αμέσως στη διάθεση των βουλευτών. Το επιβεβαίωσε, εξάλλου, η κα Γεροβασίλη. Έτσι δεν είναι, κα Γεροβασίλη; Εσείς το είπατε.
Και το γεγονός, αναφέρθηκε επίσης… Κοιτάξτε εδώ, προσέξτε εδώ τώρα, να θυμίσω λίγο τα γεγονότα, κ. Ανδρουλάκη: 23 Οκτωβρίου του περασμένου έτους, κάθεστε εκεί ακριβώς που κάθεστε, ανακοινώνεται λοιπόν -από ποιον; Από έναν βουλευτή του ΠΑΣΟΚ- η σχετική άφιξη της δικογραφίας μπροστά σας. Και εξακολουθείτε και επαναλαμβάνετε ότι «ο Πρόεδρος της Βουλής έκρυβε δικογραφίες». Μπροστά σας, εκεί καθόσασταν.
Κοιτάξτε, μπορεί να είστε ωσεί παρών, μπορεί να αδιαφορείτε για το τι λένε οι υπόλοιποι ομιλητές, έχετε το δικαίωμα να μην ακούτε αυτά τα οποία λέγονται στην Ολομέλεια, αλλά δεν μπορείτε να συνεχίσετε να κατηγορείτε τον πρώην Πρόεδρο της Βουλής και νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας με τέτοιου είδους ψέματα.
Είναι εκλεγμένος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, είτε σας αρέσει είτε όχι, κα Κωνσταντοπούλου.
Αυτά όσον αφορά την αντιπολίτευση.
Όμως, θέλω να μιλήσω για τις δικές μας ευθύνες. Και θέλω να παραδεχτώ ότι πράγματι εμείς, και εγώ προσωπικά, υποτιμήσαμε τη δύναμη που μπορεί όλες αυτές οι θεωρίες να είχαν στην κοινή γνώμη. Εμείς, ξέρετε, παρά τα διάφορα απίθανα σενάρια τα οποία διακινούσατε όλοι σας -εξαιρώ το Κομμουνιστικό Κόμμα, όλοι σας, εσείς πρώτη βέβαια, κα Κωνσταντοπούλου-, τα διάφορα απίθανα σενάρια, εμείς σεβαστήκαμε τον πόνο των συγγενών και αποφύγαμε να φορτίσουμε τον δημόσιο διάλογο.
Ενώ, ναι, κάποιες φορές και διστάσαμε και ναι, αντιμετωπίσαμε και ενοχικά το δικό μας έργο, αναγνωρίζοντας ότι ο ρυθμός του εκσυγχρονισμού, του δύσκολου έργου του εκσυγχρονισμού των τρένων, ήταν πράγματι πίσω από τις ανάγκες -και στις υποδομές και στο προσωπικό και στη λειτουργία τους.
Και ναι, δεν έχω δυσκολία να το πω ότι δεν πείσαμε την κοινωνία ότι η ανάταξη των τρένων αποτέλεσε την πρώτη μας προτεραιότητα. Δεν εξηγήσαμε αυτά τα οποία έγιναν, και είναι πολλά, όλο αυτό το διάστημα. Δεν εξηγήσαμε τις δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίσαμε.
Και όταν ακόμα, ξέρετε, όταν ακόμα ολοκληρώθηκε η τηλεδιοίκηση, η περιβόητη σύμβαση 717, τον Σεπτέμβριο του 2023, σχεδόν κανείς δεν το έμαθε. Και αυτή σήμερα είναι η εικόνα της σημερινής τηλεδιοίκησης.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Αυτή είναι η εικόνα σήμερα.
Τώρα μιλάτε εσείς, κ. Παππά, για την τηλεδιοίκηση; Μιλάτε εσείς για την τηλεδιοίκηση; Αφήστε το καλύτερα. Θα ασχοληθώ μαζί σας στη δευτερολογία.
Λοιπόν, στη συνέχεια θα μιλήσω γι’ αυτά τα οποία έγιναν στους ελληνικούς σιδηρόδρομους και αυτά τα οποία πρέπει να γίνουν από εδώ και στο εξής.
Όμως, σήμερα, κ. Πρόεδρε, εγώ δεν είμαι εδώ για να παραστήσω ούτε τον αναλυτή, ούτε τον ανακριτή. Και αυτός, μάλιστα, είναι και ο λόγος που θα επιμείνω ότι σταθερά μόνο η Δικαιοσύνη μπορεί τελικά να ρίξει φως σε αυτή την τραγωδία. Ούτε τα κόμματα, ούτε οι «πλατείες».
Και ξέρω ότι και σήμερα που μιλάμε υπάρχει καχυποψία στην κοινή γνώμη για τον ρόλο της Δικαιοσύνης. Αλλά πρέπει και να την εμπιστευτούμε και να την ενισχύσουμε.
Διότι αναρωτιέμαι: αν όχι η Δικαιοσύνη, ποιος; Τη λύση θα τη δώσουν τα «λαϊκά δικαστήρια»; Οι προγραφές πολιτικών αντιπάλων; Ο επαναστατικός ακτιβισμός; Ή οι δηλώσεις του τύπου «να πάρουμε τον νόμο στα χέρια μας»;
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, λίγο για τη Δικαιοσύνη, για τα ζητήματα τα οποία αφορούν την κυβέρνηση και το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Γιατί τι μας λέτε τόσο καιρό; Ότι καθυστερεί η δίκη. Έτσι δεν είναι; Καθυστερεί η δίκη, «καθυστερεί η δίκη για να καλύψουμε», λέει, «τους ενόχους».
Είναι μεγάλο ψέμα, όχι μόνο γιατί η δίκη πλησιάζει, όταν άλλες δίκες, δυστυχώς, ακόμα δεν έχουν τελεσιδικήσει για αντίστοιχες εθνικές τραγωδίες.
Έχουν γίνει δεκτά και έχουν εξεταστεί περισσότερα από 250 αιτήματα συγγενών. Διορίστηκε όποιος τεχνικός σύμβουλος προτάθηκε. Διερευνήθηκε αμέσως κάθε πληροφορία που ακούστηκε. Έχουν ασκηθεί -να το ακούσουν αυτό οι συμπολίτες μας- διώξεις σε 43 πρόσωπα.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, σε αυτή την αίθουσα, ποιος θέλει πραγματικά να ξεκινήσει αυτή η δίκη και ποιος κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να καθυστερήσει;
Εμείς, στον βαθμό που μας αφορά, συντομεύσαμε, με νομοθετικές παρεμβάσεις, διαδικασίες προς το ακροατήριο. Βοηθήσαμε τη Δικαιοσύνη ώστε να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών του ΟΣΕ. Ιδρύσαμε τον ΕΟΔΑΣΑΑΜ.
Εξασφαλίσαμε ότι αυτή η δίκη θα έχει μια αίθουσα για να γίνει, διότι φαίνεται ότι θα υπάρχουν παραπάνω από 400 εμπλεκόμενοι. Στην περίπτωση της «Χρυσής Αυγής», κάποιοι έψαχναν πέντε χρόνια αίθουσα για να δικαστεί. Άρα, για ποια «καθυστέρηση» και για ποια «συγκάλυψη» μιλάμε;
«Διορισμένη Δικαιοσύνη», κ. Φάμελλε και κ. Ανδρουλάκη. Τώρα για τον κ. Φάμελλο και για τον ΣΥΡΙΖΑ… ο ΣΥΡΙΖΑ του «13-0», του κ. Παππά, του κ. Παπαγγελόπουλου να μιλάει για τη Δικαιοσύνη;
Τώρα, για τον κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος έχει καταθέσει προτάσεις για την αλλαγή του τρόπου επιλογής της Δικαιοσύνης στα πλαίσια της Συνταγματικής Αναθεώρησης, διαδικασία η οποία θα ξεκινήσει τον επόμενο χρόνο. Αναρωτιέμαι, κ. Ανδρουλάκη, σε μια συνέντευξή σας είδα και μου δώσατε εντόνως την εντύπωση, μπορεί να κάνω λάθος, ότι δεν γνωρίζατε καν το γεγονός ότι έχει ήδη αυτή η Βουλή ψηφίσει διάταξη με την οποία οι ολομέλειες των δικαστηρίων εκφράζουν γνώμη για την επιλογή της ηγεσίας τους. Διάταξη την οποία, μάλιστα, εσείς ο ίδιος, το κόμμα σας είχε ψηφίσει. Ούτε καν το γνωρίζατε, κ. Ανδρουλάκη, όταν καταθέτατε δήθεν προτάσεις για την αλλαγή του τρόπου επιλογής της Δικαιοσύνης. Τόσο επιμελής.
Και να θυμίσω, βέβαια, ότι η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, η οποία έχει δεχθεί σκληρότατες δημόσιες επιθέσεις, έχει στοχοποιηθεί, πόσες ψήφους έλαβε στην αρμόδια Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας; 21 στις 26, όταν έγινε -συγγνώμη, στη Διάσκεψη των Προέδρων- η σχετική ψηφοφορία. Το κόμμα σας τη στήριξε, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών σας, παρότι η ψηφοφορία είναι μυστική.
(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)
Μα το είπανε, δεν το κρύψανε. Κύριε Ανδρουλάκη, πριν εσείς δηλώσετε ότι δεν εμπιστεύεστε τη Δικαιοσύνη, μήπως να εξηγήσετε αν εμπιστεύεστε πρώτα απ’ όλα το ίδιο σας το κόμμα; Διότι οι δικοί σας εκπρόσωποι είναι αυτοί που έδωσαν θετική ψήφο στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η κατάρριψη όλων αυτών των μυθευμάτων γύρω από τα Τέμπη είναι ένας μόνο λόγος της παρουσίας μου σήμερα στη Βουλή. Ο άλλος αφορά κάτι ευρύτερο: τον κίνδυνο η κοινωνία μας να διχαστεί για ένα συλλογικό πένθος το οποίο κανονικά θα έπρεπε να την ενώνει, με φήμες οι οποίες χτίζουν μια τεχνητή πραγματικότητα.
Σε αυτή την υπόθεση θεώρησαν κάποιοι ότι όλα μπορούν να λέγονται, όλα μπορούν να ακούγονται. Η αντιμετώπιση, όμως, ενός τέτοιου «αρρωστημένου» -και δεν το βάζω μόνο εντός εισαγωγικών- κλίματος, δεν είναι ασφαλώς εύκολη.
Ξέρετε, «η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα, χωρίς να σκοτώνει τίποτα». Αυτό το είχε γράψει ο Νίτσε, αλλά εδώ μπορεί να έχει μια πραγματική εφαρμογή, σε ένα «παιχνίδι» παρέμβασης στις συνειδήσεις, με ποικίλους πρωταγωνιστές. Διάφοροι τηλε-εμπειρογνώμονες οι οποίοι εμφανίζονται και σχολιάζουν επί παντός επιστητού.
Και με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να σταθώ σε μία σελίδα του πορίσματος του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, που νομίζω ότι έχει μία ξεχωριστή αξία και αναφέρεται στον ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, από την τραγωδία των Τεμπών μέχρι σήμερα. Δεν τα λέμε εμείς, τα λέει ένας ανεξάρτητος Οργανισμός, ο οποίος ασκεί μεγάλη κριτική στον απλοϊκό τρόπο με τον οποίο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναπαρήγαγαν διάφορες θεωρίες συνομωσίας. Το πώς έφυγε η συζήτηση από το πιο ουσιαστικό, που είναι το ατύχημα αυτό καθαυτό, και επικεντρώθηκε μόνο στην έκρηξη η οποία το ακολούθησε, στην ευκολία με την οποία όλοι έσπευσαν να δουν την υπόθεση αυτή μόνο μέσα από τη σημαντικότατη ποινική της διάσταση, αλλά να αγνοήσουν το ζητούμενο του πώς θα αποκτήσουμε καλύτερα τρένα.
Αξίζει τον κόπο, όχι τόσο εσείς, αλλά αξίζει τον κόπο τα ίδια τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι ιδιοκτήτες τους, ας το διαβάσουν. Ας τη διαβάσουν αυτή τη σελίδα -την καταθέτω στα πρακτικά, παρακαλώ πολύ- για να διαπιστώσουν ότι τελικά η διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας είναι έργο πολλών.