Αγώνας και προσμονή

01/07/2012 - 05:56
Πήρα αφορμή από τη βράβευση των όποιων λογοτεχνών που διαλέχτηκαν τα διηγήματά τους και βραβεύτηκαν και παινέθηκαν, κι ήταν και μια αφορμή να ακούσουμε τις πανέμορφες ερμηνείες «Μαντολινάτα» από το Σύλλογο «Φίλοι Της Μουσικής» στα Χανιά.
Πήρα αφορμή από τη βράβευση των όποιων λογοτεχνών που διαλέχτηκαν τα διηγήματά τους και βραβεύτηκαν και παινέθηκαν, κι ήταν και μια αφορμή να ακούσουμε τις πανέμορφες ερμηνείες «Μαντολινάτα» από το Σύλλογο «Φίλοι Της Μουσικής» στα Χανιά.
Αναρωτιέμαι, καμπόσοι σαν κι ελόγου μου, τι ρόλο παίζουμε στη κοινωνία;
Ποιος μας πληρώνει; Ποια η αμοιβή μας;
Μα πρώτα έρχομαι σε σένα, καλέ μου φίλε, που η ιώβειος υπομονή σου δε σώθηκε ακόμα και με διαβάζεις, εσένα τον ανήσυχο και ρομαντικό που απόμεινες κι αγωνιάς, να κάνω σαν παλιός δάσκαλος μια ερώτηση. Για να σ’ αλαφρώσω. Μην έχεις τύψεις.
- Ξέρεις, αλήθεια, πόσο κοστίζει σε μένα το κουζουλό, το γράψιμο ενός κειμένου;
Τίποτα.
Τσάμπα!
Αν εξαιρέσεις κάτι ξενύχτια, κάτι ξεμασκαλίσματα ψυχής και πνεύματος, κάτι ακροβασίες ανάμεσα τρελάδικο και σανατόριο, κάτι μολύβια, χαρτιά - κομπιούτερ οι νεώτεροι - και τράβηγμα νεύρων μέχρι πτώσης, βάλε και κρεβατομουρμούρα κι απομόνωση της συμβίας για όσους έχουμε κάποια ηρωίδα από δίπλα, κι ένα σωρό τέτοια, ε, κατά τα άλλα, είναι τσάμπα. Ένα παιγνίδι δηλαδή. Ένα μεράκι. Μια σιγαλιά που όλο και μεταμορφώνεται, γίνεται ψίθυρος, κι άξαφνα κραυγή που με πνίγει· ένας ανηλεής βρόγχος που όλο και στενεύει· χωρίς όρια και σταματημό. Βάρβαρος μερικές φορές. Κι αντιστέκομαι· κι αγωνίζομαι· μέχρις εσχάτων· μπορεί.
Κι αναλογίζομαι! Ποια είναι η τέχνη μου; Του γραφτού λόγου η μαστοριά;
Σαν απλός άνθρωπος, σαν ένας «χαρτοπόντικας» που έλεγε ο Καζαντζάκης, για μένα λογοτεχνία είναι η έκρηξη που γίνεται στα σωθικά μου σαν μπλαντώ και θέλω να εξωτερικέψω της ψυχής μου το κόχλασμα, των συναιστημάτων μου την πλήμμυρα, και του μυαλού μου το ξεχείλισμα.
Κι αρπώ τότες ό,τι εύρω ομπρός μου, και με νοήματα, με άναρθρες κραυγές, ή με ένα κομμάτι κεραμίδι, ζωγραφίζω στην πλάκα απάνω αυτό που με πνίγει. Κι εσύ, το βλέπεις, και το αισθάνεσαι· και πονείς, γελάς, ή χορεύεις μαζί μου.
Ό,τι νιώθεις. Ό,τι ξεδιάλυνες από τα σύμβολά μου.
Θέλω να πω στ’ αυτί σου τον καημό μου· τη χαρά μου· αγγέλου το χάδι ή του εωσφόρου το σφιχταγκάλιασμα. Να εξαγνιστώ.
Και τότες είναι που με βιάση μαζώνω τα υλικά, χαρτιά, κοντύλια, σβηστήρια, εφευρίσκω ή αντιγράφω λέξεις, και τις ακουμπώ προσεχτικά τη μια δίπλα στην άλλη· τη μια απάνω στην άλλη. Με μεράκι· σα τον χτίστη που παίρνει τις πέτρες τις κακομούτσουνες, τις πελεκάει, τις ταιριάζει, τις βάνει πλαγιαστά ή όρθια, να κρατάνε χεράκια, κι η μια να συμπληρώνει και να στηρίζει την άλλη· και με πίστη στη Θεά τέχνη, τσούουκ, να ‘σου το οικοδόμημα που ονειρεύτηκα.
Κι απαντέχω απόρριψη, κατακραυγή, για, παίνεμα. Όχι χάδι στο αυτί ή φοβέρα να σωπάσω, μηδέ θύμα στον κόλακα αυλικό να πέσω.
Κρίση απαντέχω, να βγω από τα δύσβατα μονοπάτια ή να βουτήξω στο βάλτο, να ξετρυπώσω το πολύτιμο λιθαράκι· που κάποτε ήτανε κάρβουνο καταφρονεμένο.
Ναι φίλε αναγνώστη· αυτή είναι, αυτή προσμένω να είναι η δικιά μου αμοιβή.
Η δικιά σου κρίση.
Αγωνίζομαι να τη δεχτώ πηγαία κι ειλικρινή κι όχι προπληρωμένη με αργύρια προδοσίας βρόμικα ωσάν τους αγριαγκάθους που καταφέρνουν περγαμηνές και δόξες να αποκτούν σπρωγμένοι από σκοτεινές δυνάμεις κι ακουμπισμένοι σε μαλαματένια δεκανίκια.
Προσδοκώ τη λάμψη στα μάτια σου. Αντιφέγγισμα πως ηύρες την αλήθεια. Της δικιάς μας λογικής την αλήθεια. Κι επαναστατείς, κι εντάσσεσαι στο ίδιο στρατόπεδο. Να βαστούμε γερά το λάβαρο, και της δάδας μας άσβεστο το φως· αψηλά. Μοχτώ να σε δω μπροστάρη· που θα μας οδηγείς και θα καμαρώνω για τον άξιο αβλαστό μου.
Κι έρχεται το αποκορύφωμα. Οριακό σημάδι μεταξύ ζωής και θανάτου, σα νιώσω τα βέλη μου, τα πιστεύω μου και τους στοχασμούς μου να περάσουν στην αντίπερα όχθη, να χωθούν στα σπλάχνα σου, στο μυαλό σου, και να στραφείς προς τα με! Ωω, Θε μου! Όχι να με αποδεχτείς· μα ας είναι· μοναχά να συνομιλήσεις μαζί μου.
Κι αντάμα πια, να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση, να δώκουμε τον όρκο, για μια πιο καλή ζωή, πιο σωστή κοινωνία.
Και να γιορτάσουμε αγκαλιά τη νίκη του πνέματος, της ψυχής μας τη σωτηρία.
Και θα ‘χει, να δεις, άλλο νόημα η ύπαρξή μας. Κι άγραφους σωτήριους τους νόμους, η κυψέλη μας τριγύρω.
Αυτό προσδοκώ.
Τελική νίκη, ή πτώση.
Τον εξιλασμό μου.
Στου Πολιτισμού το θυσιαστήριο.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey