Επισκεφθήκαμε την αλυκή της Σκάλας Πολιχνίτου και μιλήσαμε με τον επιστάτη για την ιστορία της, τη διαδικασία παραγωγής, το Μουσείο Άλατος, που έγινε και ποτέ δε λειτούργησε, αλλά και την εγκατάλειψη της.
Οι αλυκές, οι τόποι όπου παράγεται το πολύτιμο αλάτι, έχουν αποτελέσει στη διάρκεια των αιώνων πεδία τεχνολογικών και πολιτισμικών δρώμενων. Πέρα από αυτό όμως, αποτελούν και σημαντικούς βιότοπους, προσελκύοντας και φιλοξενώντας πολλά είδη ψαριών και μεταναστευτικών πουλιών. Επισκεφθήκαμε τη μία από τις δύο αλυκές που λειτουργούν στη Λέσβο, αυτή της Σκάλας Πολιχνίτου - που για πολλά χρόνια έδινε ζωή στην περιοχή και αποτελούσε σημαντικό κομμάτι της - και μιλήσαμε με τον επιστάτη που βρίσκεται εκεί όλο το χρόνο, για την ιστορία της, τη διαδικασία παραγωγής, το Μουσείο Άλατος, που έγινε και ποτέ δε λειτούργησε, αλλά και την εγκατάλειψη στην οποία έχει αφεθεί εδώ και χρόνια και τις ανησυχίες του προσωπικού για το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησής της.
Άλας, αλάτι… Μπορεί να μην τρώγεται σκέτο, αλλά μας είναι απαραίτητο. Μάλιστα, στο παρελθόν ήταν τόσο πολύτιμο, που στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία το χρησιμοποιούσαν ως νόμισμα για την αμοιβή των στρατιωτών. Από αυτό, άλλωστε, το λατινικό «sale» προέρχεται η λατινική λέξη «salarium» (μισθός). Αλλά και σήμερα, που η οικονομική του αξία έχει πέσει, το αλάτι εξακολουθεί να είναι πολύτιμο για τον οργανισμό μας, αφού είναι απαραίτητο για την υδατική ισορροπία του.
Η ιστορία…
Στη Σκάλα Πολιχνίτου βρίσκεται, από την εποχή της Τουρκοκρατίας, η ομώνυμη αλυκή, η οποία αρχικά ήταν φυσική, με το νερό της θάλασσας να μπαίνει το χειμώνα μέσα στην πεδιάδα και να αφήνει πίσω του το αλάτι όταν εξατμιζόταν το καλοκαίρι.
Η αλυκή του Πολιχνίτου, για χρόνια υπήρξε πηγή ζωής για την περιοχή, δίνοντας δουλειά σε ντόπιους και αποτελώντας ένα σημαντικό κομμάτι της τοπικής οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας και της ιστορίας του νησιού. Άλλωστε, το αλάτι του Πολιχνίτου θεωρείται από τα καλύτερα της Ελλάδας, αφού είναι πολύ άσπρο και γευστικό και έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε φυσικό ιώδιο.
Έχοντας ξεκινήσει να λειτουργεί υπό κρατική διαχείριση από το 1920, το 1935 πέρασε σε ιδιωτικά χέρια για να ξαναλειτουργήσει κρατικά το 1946. Από το 1989, όπως και όλες οι αλυκές της Ελλάδας, λειτουργεί κάτω από την ομπρέλα της εταιρείας του Δημοσίου «Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.».
Ο εκσυγχρονισμός της έγινε το 1991, με τη δημιουργία του απαραίτητου εξοπλισμού συγκομιδής, πλύσης και απόθεσης αλατιού και με τη σημαντική βοήθεια όλων όσοι εργάζονταν εκεί. Έτσι, σήμερα, η αλυκή δίνει περίπου 8.000 τόνους αλατιού το χρόνο.
Σήμερα, από το Μάιο, οπότε αρχίζει και η προετοιμασία στις αλυκές, εργάζονται εκεί οκτώ με εννιά άτομα, ενώ την περίοδο της συγκομιδής, ο αριθμός των εργαζομένων φτάνει τους 22.
Η διαδικασία…
Οι Αλυκές «ζωντανεύουν» από το Μάιο - καμμιά φορά και νωρίτερα - μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου, οπότε αρχίζει η συγκομιδή.
Η προετοιμασία στις Αλυκές ξεκινά τους μήνες Απρίλιο - Μάιο. Τότε, ισοπεδώνονται τα «κρυσταλλοπήγια» για να γίνει στεγανό το δάπεδο και στη συνέχεια στέλνονται σε αυτά τα νερά με τις μηχανές. Όταν «πιάσουνε» πυκνότητα νερού 19 - 20 βαθμούς, αρχίζει το «ψήσιμο» του νερού, το οποίο πηγαίνει στα «τηγάνια». Αυτά είναι τα «ποτίσματα», που γίνονται κάθε δύο με τρεις ώρες, κάθε δύο με τρεις μέρες, ανάλογα με την εξάτμιση. Από τηγάνι σε τηγάνι, το νερό μεταφέρεται στα κρυσταλλοπήγια, όπου γίνεται η πήξη του αλατιού. Εκεί, το νερό εξατμίζεται με τη βοήθεια του αέρα και η πυκνότητα του αλατιού αυξάνεται. Η όλη διαδικασία επαναλαμβάνεται, μέχρι να επέλθει χημικός κορεσμός και να μείνει το καθαρό αλάτι, το οποίο μπορεί να φτάσει σε πάχος τους 10 - 15 πόντους. Ωστόσο, το τελικό πάχος του αλατιού στις αλυκές εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες, αφού η παραγωγή ευνοείται με το βοριά, ενώ μειώνεται με το νοτιά, λόγω της υγρασίας.
Όταν είναι έτοιμο, το αλάτι συσσωρεύεται μέσω ειδικού μηχανισμού, σε ένα πλάτωμα από το οποίο γίνεται και η φόρτωσή του.
Ένας παλιότερος θυμάται…
Ο κ. Ευάγγελος Θεοδωρέλλης, ο σημερινός επιστάτης των Αλυκών Πολιχνίτου, εργάζεται εδώ τα τελευταία 33 χρόνια και του χρόνου πρόκειται να βγει στη σύνταξη.
«Όταν ήρθα εγώ, όλα γίνονταν με τα χέρια και με τα ζώα. Με τα χέρια βγάζαμε το αλάτι, με τα ζώα και τα βαγόνια το μεταφέραμε. Όταν ανέλαβε η εταιρεία “Ελληνικές Αλυκές”, μπήκαν μηχανήματα και από 100 άτομα που δουλεύαμε τότε, σήμερα χρειάζονται πολύ λιγότεροι.»
Σύμφωνα με τον ίδιο, η φόρτωση του αλατιού στα καράβια γινόταν από την παλιά ξύλινη σκάλα, που σήμερα στέκει μισογκρεμισμένη και σάπια στην περιοχή των Αλυκών. Για τη φόρτωσή του, χρησιμοποιούνταν ξύλινες μαούνες, που πήγαιναν το εμπόρευμα μέχρι τα καράβια που βρίσκονταν στον κόλπο.
Σήμερα, όλο το χρόνο ο κ. Θεοδωρέλλης είναι ουσιαστικά μόνος του στις εγκαταστάσεις των Αλυκών. Στην ερώτηση, αν είναι εκεί ως «φύλακας», απαντά: «Τι να φυλάξω; Το αλάτι; Αυτά ήταν παλιά, τώρα το αλάτι είναι φθηνό, δε χρειάζεται φύλαξη»
Δεν αξιοποιούνται πλήρως
Σήμερα, μόνο τα μισά κρυσταλλοπήγια χρησιμοποιούνται -τα έξι από τα 12-, ενώ τα άλλα μένουν ανεκμετάλλευτα αποτελώντας -ευτυχώς και τουλάχιστον- σημεία προσέλκυσης μεταναστευτικών πουλιών. Επιπλέον, αφήνονται να ρημάζουν το σημερινό αντλιοστάσιο, αφού δε συντηρείται, και το παλιό μηχανοστάσιο, με τα μηχανήματα που θα μπορούσαν να συντηρηθούν και να μπουν στο Μουσείο.
Η γνώμη του κ. Θεοδωρέλλη είναι ότι οι Αλυκές θα πρέπει να ισοπεδωθούν και να ξαναφτιαχτούν. «Έτσι όπως είναι τώρα, αφημένες, δεν μπορούμε να πιάσουμε την κατάλληλη πυκνότητα, δε γίνεται σωστή κυκλοφορία του νερού. Αν ισοπεδωθούν όλα και ξαναγίνουν από την αρχή, έτσι ώστε να γίνουν σωστές οι κυκλοφορίες, όπως είχε γίνει και με τις Αλυκές της Καλλονής πριν δύο δεκαετίες περίπου, οι Αλυκές μπορούν να βγάλουν παραγωγή έως και 15.000 τόνους αλάτι», υποστηρίζει. «Έχει πολλά χρόνια να γίνει οποιαδήποτε σωστή εργασία εδώ. Υπάρχουν πολλοί χώροι που μένουν ανεκμετάλλευτοι, ενώ σε πολλά σημεία έχουν φυτρώσει χόρτα που θέλουν καθαρισμό και μετά στρώμα με χαλίκι. Όλα αυτά όμως να γίνουν σωστά, με μελέτη.»
Κατά τον ίδιο, θα πρέπει επίσης να αξιοποιηθεί ο χώρος για τους επισκέπτες, με τη λειτουργία του Μουσείου - για την οποία υπεύθυνη είναι η εταιρεία «Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.» - και τη χρήση ενός κρυσταλλοπήγιου για αναπαράσταση του πώς λειτουργούσαν οι αλυκές παλιά, με τα άλογα και τα βαγόνια.
Πωλούνται οι αλυκές;
Τελευταία, ακούγονται πολλά για ιδιωτικοποίηση της εταιρείας «Ελληνικές Αλυκές Α.Ε.». Σύμφωνα με το δήμαρχο Πολιχνίτου, κ. Ιωάννη Συκά, ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί κάτι, ενώ ο δήμος Πολιχνίτου - ο οποίος έχει πολύ μικρό μόνο ποσοστό επί των μετοχών της εταιρείας - εναντιώνεται στην ιδιωτικοποίηση. «Δεν πρόκειται απλά για μια εταιρεία, εμπλέκεται και η χρήση γης των αλυκών, που ανήκει στο δήμο. Άλλωστε, οι αλυκές έχουν βοηθήσει τον κόσμο και τον τόπο επί χρόνια, δεν μπορούμε να αφήσουμε να τις πάρουν ιδιωτικές εταιρείες.»
Ο κ. Θεοδωρέλλης, δεν ξέρει να πει με σιγουριά τι θα αλλάξει εάν η αλυκή περάσει στα χέρια κάποιας ιδιωτικής εταιρείας, ειδικά όσον αφορά στις εργασιακές σχέσεις του προσωπικού. Φέτος, πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν έχει προσληφθεί ακόμη κανένας από το εποχικό προσωπικό. «Δεν έχουν πάρει ακόμη κανέναν και δε λένε και τίποτε σχετικά από την εταιρεία», λέει ο κ. Θεοδωρέλλης. «Έχουν ξεσηκωθεί οι άνθρωποι στο χωριό, έχουν μείνει χωρίς δουλειά φέτος και εγώ εδώ έχω κουραστεί, τα κάνω όλα μόνος μου…»
«Παλιά που τις αλυκές τις είχε το Κράτος, ήσουν δημόσιος υπάλληλος. Αλλά και τώρα - ή μέχρι τώρα τουλάχιστον - οι σχέσεις των εργαζομένων με τη διοίκηση ήταν πολύ καλές, πληρωνόμασταν κανονικά και τις υπερωρίες μας και όλα. Δεν ξέρω πώς θα είναι με κάποιον ιδιώτη, ίσως είναι χειρότερα, σίγουρα πάντως θα αλλάξουν πολλά. Άλλο το Δημόσιο, άλλο ο ιδιώτης. Πάντως, για να μην έχουν προσλάβει κανέναν μέχρι τώρα, δεν τα βλέπω καλά τα πράγματα.
Αυτό που ξέρω, πάντως, είναι ότι ο ιδιώτης θα τη φροντίσει την αλυκή, για να του δώσει παραγωγή…», καταλήγει απογοητευμένος για τη σημερινή κατάσταση ο κ. Θεοδωρέλλης.
Κι ένα μουσείο-φάντασμα…
Στο χώρο των αλυκών βρίσκεται και το περίφημο Μουσείο Άλατος, το οποίο στεγάζεται στο κτήριο που βρίσκονταν παλιά τα γραφεία των αλυκών. Μέσω του Ευρωπαϊκού Προγράμματος «ALAS» - στο οποίο συμμετείχαν τέσσερις περιοχές της Ευρώπης, ανάμεσα σε αυτές και η Λέσβος - ανακαινίσθηκε το εξωτερικό και ο κάτω όροφος του εσωτερικού του κτηρίου, όπου και τοποθετήθηκαν αφίσες με πληροφοριακό υλικό για την παραγωγή και τις ιδιότητες του αλατιού.
Ωστόσο, ενώ το 2002 το Μουσείο εγκαινιάσθηκε με όλες τις τιμές, έκτοτε δε λειτούργησε ούτε μία μέρα, με αποτέλεσμα να έχουν πάει ουσιαστικά χαμένα πολλά από τα χρήματα που δόθηκαν, αφού οι τοίχοι ρημάζουν και πάλι από την υγρασία.
«Είχαν έρθει από όλα τα κράτη που συμμετείχαν στο πρόγραμμα, στρώθηκαν τραπέζια, έγιναν τα εγκαίνια, αλλά το Μουσείο δε λειτούργησε ούτε μια μέρα. Ο κάτω όροφος έχει μείνει με τις αφίσες και τους τοίχους να ρημάζουν από την υγρασία, ο πάνω είναι ακόμη όπως ήταν παλιά, δεν έχει γίνει καμμία επέμβαση. Έρχεται κόσμος εδώ που ψάχνει το Μουσείο, αφού στους οδηγούς υπάρχει, και δε βρίσκει τίποτα. Ωστόσο, δόθηκαν ένα σωρό χρήματα για να ανακαινιστεί το κτήριο…»