Το κόκκινο νησί

01/07/2012 - 05:56
Είχαν την έμπνευση να βαπτίσουν τη Λέσβο «κόκκινο Νησί». Και σαν κόκκινο Νησί τού συμπεριφέρονταν, από το 1946 μέχρι περίπου το 1970. Ούτε κονδύλια για ανάπτυξη, ούτε για συντήρηση καν.
Είχαν την έμπνευση να βαπτίσουν τη Λέσβο «κόκκινο Νησί». Και σαν κόκκινο Νησί τού συμπεριφέρονταν, από το 1946 μέχρι περίπου το 1970.
Ούτε κονδύλια για ανάπτυξη, ούτε για συντήρηση καν.
Κι έμεινε το Νησί μας χωρίς κρατική φροντίδα, χωρίς μέριμνα, ούτε για δείγμα. Ούτε γιατρός, ούτε νοσοκόμος, ούτε ψάλτης, ούτε παπάς και διάκος. Ούτε καν ένας νεκροθάφτης, να θάβει τους νεκρούς, κυρίως από το 1952 και μετά.
Κι όταν κάπως άνοιξαν οι πόρτες για μετανάστευση, έφυγαν ομαδικά. Έφυγαν οι περισσότεροι κάτοικοι της λεσβιακής γης. Άλλος για Βελγικό Κονγκό, αν μπορούσε, άλλος για Καναδά, για Βραζιλία, για Αργεντινή κι ένα μεγάλο ποσοστό των αγανακτισμένων πολιτών του Νησιού μας μπάρκαρε για τη μακρινή Αυστραλία.
Αλλά οι άλλοι, οι περισσότεροι, που δεν είχαν τόσα χρήματα των εισιτηρίων για τόσο μακρινά ταξίδια - η μάζα -, πούλησαν το γαϊδουράκι τους, το πρόβατό τους ή ότι άλλο είχαν, για να εξασφαλίσουν τα εισιτήριά τους και τα πρώτα έξοδα συντήρησής τους και τράβηξαν για την Αθήνα. Εκεί είχε αρχίσει, με έντονο ρυθμό, η ανοικοδόμηση σπιτιών και πολυκατοικιών κι όλοι, το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτούς, στην οικοδομή, εργάτες.
Άδειασαν τα χωριά, μικρά και μεγαλύτερα. Σταμάτησε η ζωή στα χωράφια και στους δρόμους.
Κι έμειναν στα χωριά μας οι γέροντες, οι γερόντισσες και οι ανήμποροι. Κι αυτοί, εκτός από το κρεβάτι τους, το μικρό σπίτι τους, δεν είχαν άλλους πόρους συντήρησης, εκτός από καμμιά κατσίκα, κότες όσες μπορούσες πιο πολλές και τίποτα άλλο. Καθημερινά περίμεναν κάτι να τους στείλουν τα παιδιά τους από εκεί που είχαν πάει.
Κι όταν ερχόταν ο μπεζεβέγκης να τους πάρει για τους άλλους τόπους, τη μόνιμη κατοικία τους, δεν υπήρχε ούτε παπάς ούτε νεκροθάφτης να τους συνοδεύσει.
Οπωσδήποτε δεν είχαν φύγει όλοι οι κάτοικοι των χωριών και κωμοπόλεων, έμειναν λίγοι που δεν ήθελαν ν’ αφήσουν τη βολή τους, να τρέξουν για τον επιούσιό τους αλλού, γιατί κάπως τα βόλευαν μ’ αυτά που είχαν.
Αυτοί είχαν αναλάβει και το ξεπροβόδισμα των τακτικά ξεπροβοδιζομένων γερόντων και γεροντισσών· τα παιδιά τους, οι συγγενείς τους, οι γείτονές τους, μίλια μακριά.
Μια τραγελαφική κατάσταση που υπήρχε τότε, ολοζώντανη και υπαρκτή.
Ήταν το κόκκινο Νησί κι έπρεπε να ξεπατωθεί, να εκλείψει.
Μα δεν ήταν «κόκκινο» από κανένα συμφέρον, ήταν κόκκινο από ιδεολογία, στο μεγαλύτερό του ποσοστό, από πίστη στα διακηρυττόμενα. Ήταν ιδεολόγοι, τίμιοι ιδεολόγοι και ειλικρινές. Ήταν άνθρωποι του πνεύματος και του στοχασμού. Έτσι είναι, αυτοί ήταν και είναι οι περισσότεροι κάτοικοι του Νησιού μας, ανέκαθεν, λάτρεις του πνεύματος, στοχαστές της ανθρώπινης ύπαρξης.
«Σε κανένα άλλο ελλαδικό χώρο, σε καμμιά γωνιά της γης, δε γεννήθηκε, δεν ευδοκίμησε, δεν αναπτύχθηκε, δε θέριεψε ο στοχασμός και το πνεύμα, όσο κάτω από τον Ηλιάτορα της Λέσβου.»
Γιάννης Λάσκαρις από τη Βρίσα, Δημήτρης Σλεπάρης από την Αγιάσο, ; Καραμπάσης από το Πλωμάρι, Μίλτης Παρασκευαΐδης από την Αγία Παρασκευή, Παναγιώτης Στυλιανίδης από το Μανταμάδο, Βασίλης Αρχοντίδης από τη Μυτιλήνη, Θίελπης Λευκίας από τη Μυτιλήνη, ο δυναμικός δάσκαλος Απόστολος Αποστόλου, ο περισπούδαστος κι ανεπανάληπτος Γιώργος Βαλέτας από την Άργενο του Μολύβου.
Μια πνευματική φουρνιά της δεκαετίας του ’40, καθηγητές, λαμπαδηδρόμοι του πνεύματος, οι περισσότεροι καθηγητές φιλόλογοι, απ’ άκρου εις άκρον η Λέσβος μας.
Αγανακτισμένοι, στοχαστές, από τη δικτατορία, από τη γερμανική κατοχή.
Ήλπιζαν, ήθελαν, φιλοδοξούσαν να δουν τη χώρα, τον τόπο που γεννήθηκαν και ανδρώθηκαν, ελεύθερο στη διανόηση, στη ζήση. Έναν καλύτερο κόσμο από αυτόν που είχαν βιώσει τα χρόνια της δικτατορίας, τα χρόνια της σκλαβιάς. Ούτε να μιλήσεις, ούτε να γράψεις, ούτε καν να διανοηθείς, αλλά και τόσο δύσκολα ν’ ανταποκριθείς στη διαβίωσή σου.
Όνειρο. Ένας κόσμος δίκαιος, ανεξάρτητος, ελεύθερος. Προπαντώς ελεύθερος.
Όλοι αδελφωμένοι, όλοι ίσιοι μεταξύ τους. Ούτε τζάκια, ούτε σόγια, ούτε άρχοντες, ούτε δούλοι, καθένας με την αξία του. Δικαιοσύνη - στοχασμός - ελευθερία πνεύματος. Αυτά πίστευσαν.
Όνειρα ανθρώπων που έχουν συναισθήματα με ρίζες. Πάθος και αλληλεγγύη. Ένας κόσμος με κατάνυξη. Πολίτες ενός κόσμου που δεν είχαν δει τα χρόνια που έζησαν νέοι, έφηβοι, που δεν είχαν ζήσει ούτε οι γονείς τους. Δεν έφταναν στη γνώση να πουν «ένας κόσμος Χριστιανικός».
Πίστευσε η πνευματική Λέσβος στα κομμουνιστικά διακηρύγματα. Αυτό τον κόσμο ονειρεύονταν, αυτόν ήθελαν. Γράφτηκαν στο ΕΑΜ, έγιναν οπαδοί.
Κι ήλθε η σκούπα και τους σάρωσε. Ένα μέρος έκανε τη «δήλωση» και ξαναγύρισε στη ζωή. Το άλλο μέρος έμεινε πιστό. Φυλακές, εξορίες στα ξερονήσια. Εξόντωση στις φυλακές, βροχή, κρύο, μίζερη ζωή στα ξερονήσια.
Να που κατάντησε η πνευματική Λέσβος. Και δεν ήταν δυνατόν αυτή την αγνή ιδεολογία, που διακήρυτταν τα κομμουνιστικά φερέφωνα, να μην αγγίξει τον «απλό, όμορφο κόσμο», την αγνή ιδεολογία, δεν ήταν δυνατόν να μην πιστέψουν και προσχωρήσουν οι απλοί αγνοί ιδεολόγοι, με τις ελάχιστες ίσως γραμματικές γνώσεις, βοσκοί προβάτων, περιπατητές του καθαρού αέρα των βουνών. Ακόμη και πάρα πολλοί άλλοι, ταλαιπωρημένοι κι εξουθενωμένοι από τον καθημερινό βιοπορισμό ή κυρίως από τις σκληρές ενέργειες της Επάρατης Δεξιάς, που κυβέρνησε τη χώρα πάρα πολλά χρόνια, αδίστακτα, σπέρνοντας απλόχερα μόνο κακία και μίσος.
Δεν ήταν τούτοι οι τελευταίοι, οι περισσότεροι από αυτούς, ιδεολόγοι, κομμουνιστές, ήταν μόνο κατατρεγμένοι, ή κι άλλοι ευκολόπιστοι στα απλόχερα διακηρύγματα των φερεφόνων, για ανακατανομή κινημάτων και πλούτου, για ξεγέλασμά τους.
Πίστευσαν γιατί νόμιζαν, ποθούσαν, ήθελαν να ξεφύγουν από τη μιζέρια.
Κι έγινε ό,τι έγινε.
Κρίμα, γιατί έφυγαν άδικα, πάρα πολλοί. Ο στοχασμός, το κόκκινο Νησί, ο πόθος δικαιοσύνης, ο πόθος ελευθερίας, πόθος για μια καλύτερη ζωή.
Και οι δίχως καν αισθήματα κυβερνήτες βάλθηκαν να εξοντώσουν το κόκκινο Νησί. Ούτε γιατρός, ούτε παπάς, ούτε νεκροθάφτης.
Κομπλεξικοί, φιλόδοξοι, κενόδοξοι κυβερνήτες. Παθιασμένοι, εξολοθρευτές του στοχασμού, του πνεύματος, της ζήσης.
Κι όμως η Λέσβος μας έζησε.
Δεν μπορεί καμμιά δύναμη, εκτός από τη θεία, να τα βάλει με το πνεύμα και το στοχασμό. Καμμιά δύναμη.
Αλλά!! και τούτο ας μείνει ως συμπέρασμα:
Σε κανένα χώρο της γης δεν μπορεί να ευδοκιμήσει και να γίνει βίωμα και ζήση η δικαιοσύνη και ελευθερία, παρά μόνο σε μια αληθινή χριστιανική-ορθόδοξη, και το τονίζω τούτο, κοινωνία. Κοινωνία αγάπης και αλληλεγγύης.
Κι απέχει αληθινά πολύ, πάρα πολύ, η χριστιανική με την κομμουνιστική κοινωνία, την εφαρμόσιμη. Τουλάχιστον όσο την έχουμε αφουγκρασθεί και δει τα χρόνια 1945 - 1980 (περίπου), στο ανατολικό μπλοκ.

Σταύρος Ι. Γαληνός
Αστρύφου 8
Αθήνα

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey