Από πρόσφατη έρευνα και σχετικό δημοσίευμα σε έγκριτη αθηναϊκή εφημερίδα αντλήσαμε στοιχεία για την τρέχουσα σύνθεση του κοινοβουλίου μας, όσον αφορά τις σπουδές των 300 μελών του.
Από πρόσφατη έρευνα και σχετικό δημοσίευμα σε έγκριτη αθηναϊκή εφημερίδα αντλήσαμε στοιχεία για την τρέχουσα σύνθεση του κοινοβουλίου μας, όσον αφορά τις σπουδές των 300 μελών του. Εξάγονται πολλά συμπεράσματα για το παιδευτικό επίπεδό της, την προθυμία ή απροθυμία της να ψηφίσει ορισμένα νομοσχέδια, την ικανότητα ορισμένων κατηγοριών επαγγελμάτων να προσελκύουν την προτίμηση των κομμάτων και τη λαϊκή ψήφο κ.ά..
Κατατάξαμε τις σπουδές των βουλευτών μας σε έξι κατηγορίες με συγγένεια αντικειμένου. Παραθέτουμε αμέσως στη συνέχεια το ποσοστό κάθε μιας, κατά φθίνουσα σειρά (σε παρένθεση είναι ο αριθμός βουλευτών):
1. Νομικοί: 26% (77)
2. Μηχανικοί (Πολιτικοί, Χημικοί, Ηλεκτρολόγοι, Τοπογράφοι, Αρχιτέκτονες κ.ά.): 17% (50)
3. Διαχειριστές Οικονομίας και Επιχειρήσεων (Οικονομολόγοι, Διοίκηση Επιχειρήσεων): 15% (44)
4. Επιστήμονες Υγείας Ανθρώπου (Ιατροί, Οδοντίατροι, Φαρμακοποιοί, Ψυχολόγοι): 14% (43)
5. Θετικοί Επιστήμονες (Μαθηματικοί, Φυσικοί, Χημικοί, Βιολόγοι, Γεωλόγοι): 7% (22)
6. Επιστήμονες Πολιτικής και Κοινωνίας (Πολιτικοί Επιστήμονες, Κοινωνιολόγοι): 7% (20)
7. Απόφοιτοι άλλων ανωτάτων και ανωτέρων σχολών: 9% (27)
8. Χωρίς συγκεκριμένες σπουδές: 6% (17)
Πρώτη θετική παρατήρηση είναι ότι το 94% των μελών της Βουλής μας έχει μεταλυκειακή εκπαίδευση, στη συντριπτική πλειοψηφία του σε επίπεδο ΑΕΙ. Δεύτερη παρατήρηση είναι, ότι οι επτά στους δέκα βουλευτές μας έχουν σπουδάσει Νομική ή Πολυτεχνείο ή Επιστήμες της Υγείας ή Οικονομικά - Διοίκηση. Πιο συγκεκριμένα, οι τρεις στους δέκα έχουν διδαχθεί να δομούν (ή… αποδομούν!), υπό την ευρεία έννοια του όρου, την κοινωνία μας και την οικονομία της (μηχανικοί, οικονομολόγοι), ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις στους δέκα καλύπτουν τις σχέσεις με τη Θέμιδα και την Υγεία. Αίσθηση προκαλεί το μικρό ποσοστό των πολιτικών επιστημόνων - κοινωνιολόγων, οι οποίοι είναι μόλις ένας στους 15, ενώ θα ανεμένετο να έχουν βαρύνουσα συμμετοχή, ως εκ των γνώσεών τους.
Oι μηχανικοί έχουν καταστεί σημαντική δύναμη (1:7 επί του συνόλου), η οποία όμως ακόμη υπολείπεται από την παγιωμένη, αν και ολιγομελέστερη στην κοινωνία, τάξη των θεραπόντων της Δικαιοσύνης (1:4 επί του συνόλου). Όμως συμμετέχουν στη Βουλή με ένα ποσοστό 17%, όταν στην ελληνική κοινωνία αντιπροσωπεύουν μόνο το 1,1% του πληθυσμού της. Σημειωτέον ότι το ποσοστό τους αυτό του 1,1% είναι τριπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού. Μεγάλη είναι η υπεροχή των πολιτικών μηχανικών με ποσοστό 6% (17) επί του συνόλου. Μια πρώτη πιθανή εξήγηση είναι ότι οι μηχανικοί, έχοντας μεγάλη διεπαφή με την κοινωνία, αντλούν γνώσεις, κοινωνικότητα και εμπειρίες που τους βοηθάν στη διεκδίκηση της ψήφου. Κάτι ανάλογο, άλλωστε, συμβαίνει και με τους ιατρούς και φαρμακοποιούς. Kατά την άποψή μας, δεν είναι καθόλου άσχετη με την καλή απόδοσή τους στις βουλευτικές εκλογές η διαπίστωση από τη μεγάλη πανεπιστημιακή εμπειρία μας, ότι σε διεκδικητικούς κοινωνικούς αγώνες, των διαδηλώσεων περιλαμβανομένων, πάντοτε προεξάρχοντα λόγο και συμμετοχή έχουν φοιτητές των Πολυτεχνείων.
Εν κατακλείδι, διαθέτουμε Βουλή «ανωτάτου» επιπέδου, τουλάχιστον όσον αφορά το επίπεδο σπουδών των μελών της, αν και πιστεύουμε ότι το επίπεδο σπουδών ενός εκάστου δεν καθορίζει το πολιτιστικό και πολιτισμικό επίπεδό του. Ορισμένα αντικείμενα πανεπιστημιακών σπουδών εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι οδηγούν ευκολότερα από άλλα σε κατάκτηση θέσεως βουλευτή. Η απόδοση, όμως, των βουλευτών μας στη Βουλή δε φαίνεται να είναι ανάλογη με το επίπεδο γνώσεών τους, όπως αυτό τουλάχιστον τυπικώς καταγράφεται από τις σπουδές τους. Η γεφύρωση του χάσματος είναι ακόμη μία πρόκληση για τη χειμαζόμενη κοινωνία μας.
* Ο καθηγητής Κ. Ι. Μουτζούρης είναι τέως πρύτανης ΕΜΠ.