Ιαχές, έντονα συναισθήματα,, υπερθέαμα, μια πανδαισία χρωματικών συνθέσεων και μια διάχυτη ένταση μετουσιωμένης επιθετικότητας χαρακτηρίζει το ποδόσφαιρο.
Ιαχές, έντονα συναισθήματα,, υπερθέαμα, μια πανδαισία χρωματικών συνθέσεων και μια διάχυτη ένταση μετουσιωμένης επιθετικότητας χαρακτηρίζει το ποδόσφαιρο.
Η ανθρωπότητα υπνωτισμένη από τη φυγή στη χώρα των υπερηρώων ακροβατών μυϊκής υπεροχής και αντοχής, με έξυπνες διεισδυτικές τακτικές και αναχώματα επίθεσης. Ένας κανονικός πόλεμος δηλαδή. Μια αντανάκλαση της αρχέγονης σύγκρουσης ανάμεσα σε μαχόμενες μέχρις εσχάτων φυλές.
Ο πρωτογονισμός του πολέμου εκφρασμένος με αποδεκτή πολιτισμική συμπεριφορά.
Βαμμένα με τα χρώματα του πολέμου τα πρόσωπα του πλήθους της τεράστιας ρωμαϊκής αρένας.
Ύμνοι και τρόπαια. Θεοί στα βάθρα μιας ψυχολογικής συμβολικής διαδικασίας. Η δίψα της νίκης άσβεστη στο νου κρατά τις νευροορμονικές λειτουργίες σε υπερένταση. Κορτιζόνη, αδρεναλίνη και η συναισθηματική τους αντιστοίχηση. Η ένταση, το «εξιτάρισμα», η συγκίνηση.
Η αυταπάτη της αλήθειας στην αναγνώριση των πιο βασικών στοιχείων που υπάρχουν μέσα μας. Της επιθετικότητας και της ψυχοσεξουαλικής εκτόνωσης.
Τιθασευμένο μίσος σε αυστηρούς κανόνες διαιτησίας. Εκπολιτισμένα και χειραγωγημένα συναισθήματα. Και το γκολ, ο απόλυτος συμβολισμός της οργασμικής κορύφωσης.
Στις εξέδρες παίζεται ένα άλλο παιχνίδι. Μέσω της προβλητικής ταυτοποίησης με τους ήρωες του γηπέδου, ο κάθε θεατής μετατρέπεται σε σταρ. Ένα σταρ που συχνά δε διστάζει να «κουτουλήσει» τον αντίπαλο στη μη αποδοχή της ήττας του. Χάνεται η μοναδικότητα στην υποταγή της ψυχολογίας των μαζών, που μετατρέπει τον άνθρωπο σε μυρμήγκι, σε μέλισσα, σε μονάδα αγέλης. Και ταυτόχρονα, αυτή η ομαδοποίηση οδηγεί στην υπερβολή, στη βία και μετατρέπει φιλήσυχους ανθρώπους σε κινούμενες βόμβες καταστροφής.
Η μη επίτευξη της «εκτόνωσης», η μη επιτυχία τού γκολ, οδηγεί την επιθετικότητα στα μονοπάτια της μανίας, γνωστή και στις ακραίες της μορφές ως «χουλιγκανισμός».
Όμως, αυτή η νοοτροπία της «φυλής» αναπόφευκτα οδηγεί στη δημιουργία της μορφής του «φυλάρχου».
Έτσι, άνθρωποι με επιχειρηματικό, σκληρό και «χειριστικό» πνεύμα, πρόεδροι και παράγοντες και μεταπράτες ποδοσφαιρικών αξιών, οι «καθιστοί βούβαλοι» της ποδοσφαιρικής εξουσίας ωθούν τον πόλεμο στα άκρα του, μπαίνουν στο χρηματιστήριο του ποδοσφαίρου και παίζουν τον τζόγο του κέρδους. 3.000 ευρώ σε μαύρη αγορά το εισιτήριο.
Τεράστια ποσά σε παίχτες που ούτε στο όνειρό τους δεν είδαν άνθρωποι του πνεύματος, της επιστήμης, των γραμμάτων.
Ένα άδικο σύστημα αμοιβής του κερδοφόρου θεάματος και παράλληλου «στριμώγματος» στη φτώχεια ανθρώπων, που προσφέρουν στην ανθρωπότητα με τον ισότιμο πνευματικό τους αγώνα ελπίδα επιβίωσης, υγεία, ανάταση.
Αναπόφευκτη ανάγκη εκφόρτισης το ποδόσφαιρο.
Αλλά άδικη η παρουσία του στο στίβο της ζωής μας. Άδικη για όσους καταπιάνονται με άλλες αξίες, αθέατης και όχι θορυβώδους και εντυπωσιακής μορφής.
Φαίνεται ότι η ανάγκη του ανθρώπου για ψυχαγωγία είναι πιο εμπορεύσιμη από την ανάγκη του για αξιοπρέπεια και ανθρωπιά.
Κράτη φτωχά, με πεινασμένους υπηκόους, πληρώνουν τα τεράστια ποσά των μυθικών μεταγραφών με τίμημα την παραμέληση των κοινωνικών παροχών.
Ένα «προποτζίδικο» το κράτος, επισημοποιεί φαρισαϊκά εκείνο που κυνηγά. Τον τζόγο. Αντίφαση και παραλογισμός. Το ποδόσφαιρο χρησιμοποιείται συχνά ως μέσο εκτροπής του ενδιαφέροντος για τα καυτά ουσιαστικά προβλήματα της ανθρωπότητας, δηλαδή σα μηχανισμός φυγής και καταστολής της κοινωνικής συνείδησης. Φυσικά δεν παύει να είναι μια αναπόφευκτη μορφή κοινωνικής συμπεριφοράς, δικαιώματος των ανθρώπων για συμμετοχή στην ψυχαγωγία και πολιτισμένος τρόπος εκτόνωσης επιθετικών συναισθημάτων.