Είναι συγκινητικό να διαβάζεις στον Τύπο τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κυβερνητικά στελέχη του νησιού σου για να μη χαθεί ένα σπουδαίο έργο όπως είναι αυτό του λιμένος Σιγρίου.
Είναι συγκινητικό να διαβάζεις στον Τύπο τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κυβερνητικά στελέχη του νησιού σου για να μη χαθεί ένα σπουδαίο έργο όπως είναι αυτό του λιμένος Σιγρίου: τακτικές συνεργασίες του υφυπουργού Ν. Σηφουνάκη με τον πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου Λέσβου, για «να υπάρξει ο καλύτερος δυνατός συντονισμός, για να ξεπεραστούν όποια προβλήματα καθυστερούν την ένταξη και υλοποίηση του έργου του λιμένος Σιγρίου».
Και συγχρόνως «η περιφερειάρχης Σοφία Θεολογίτου, που έχει υποστηρίξει εξ αρχής το έργο, ανέλαβε πρωτοβουλία, προκειμένου σε τεχνική σύσκεψη να καταγραφεί τι προβλήματα υπάρχουν κι ανάλογα να δοθούν οι κατευθύνσεις για ν’ αντιμετωπισθούν».
Σε μια νέα συνεργασία που είχε ο υφυπουργός Ν. Σηφουνάκης στο γραφείο του στη γενική γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής με υπηρεσιακούς παράγοντες «εξέφρασε την πρόθεσή του να βοηθήσει, ώστε να προχωρήσουν γρήγορα ό,τι εκκρεμότητες υπάρχουν και με πρακτικό τρόπο να υπάρξουν λύσεις τέτοιες, που θα συμβάλουν στην όσο το δυνατόν πιο σύντομη ωρίμανση και ένταξη του έργου στο ΕΣΠΑ».
Και οι συσκέψεις συνεχίζονται του υφυπουργού με υπηρεσιακούς παράγοντες και της περιφερειάρχη με «στελέχη της ομάδας κρούσης της ΜΟΔ Α.Ε. απ’ την Αθήνα, με εμπειρία στα λιμενικά έργα, ώστε να αντιμετωπιστούν σχετικά ζητήματα».
Μετά, λοιπόν, απ’ αυτή την εργώδη προσπάθεια των κυβερνητικών στελεχών είναι δικαιολογημένη η αισιοδοξία του προέδρου του Λιμενικού Ταμείου Λέσβου ότι θα δοθεί σύντομα τέλος σ’ ένα έργο του οποίου η μελέτη είχε ξεκινήσει από το 1997 και έως σήμερα δεν έχει κατασκευαστεί: «Κι αυτό, και με τη βοήθεια του υφυπουργού, πιστεύω να το καταφέρουμε και να μη χρειαστεί άλλη τέτοια σύσκεψη», δηλώνει στο «Εμπρός» στις 11-6-2010 ο κ. Κ. Κορδώνης.
Όλα, λοιπόν, τα κυβερνητικά στελέχη «βάζουν πλάτη», όπως τιτλοφορεί το σχετικό ρεπορτάζ του το «Εμπρός», για ένα σημαντικό έργο, όπως είναι αυτό του λιμένος Σιγρίου κι έτσι πρέπει να κάνουν, αυτοί που πραγματικά νοιάζονται τον τόπο που τάχθηκαν να υπηρετήσουν και αυτοί που τιμούν την ψήφο όσων τους εμπιστεύθηκαν.
Και το πολιτικό συμπέρασμα που προκύπτει απ’ αυτήν τη θαυμαστή υπερκινητικότητα των κυβερνητικών παραγόντων στο θέμα του Σιγρίου είναι ότι όπου υπάρχει θετική πολιτική βούληση, βρίσκονται και τρόποι για να ξεπεραστούν τα εμπόδια και δίνονται λύσεις στα αναφυόμενα τεχνικά προβλήματα και συμπληρώνονται με τη συνεργασία και την κοινή προσπάθεια των κυβερνητικών στελεχών και των υπηρεσιακών παραγόντων οι ελλείψεις και οι παραλείψεις.
Για τους δημότες, όμως, του δήμου Πολιχνίτου και ιδιαίτερα τους Βρισαγώτες, η εκδηλούμενη πολιτική βούληση στο θέμα του Σιγρίου έχει και μια άλλη... «ανάγνωση», ότι η πολιτική βούληση είναι επιλεκτική, αφού από περιοχή σε περιοχή αλλάζει ο τρόπος που βουλεύονται και λειτουργούν οι αντιπρόσωποι του λαού και τα κυβερνητικά στελέχη, ενώ τα μέτρα και τα σταθμά, που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της σημασίας των έργων που πρέπει να γίνουν και των αναγκών των κατοίκων νοθεύονται από προσωπικές προκαταλήψεις ή μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
Διότι πώς να ερμηνεύσουν οι κάτοικοι του δήμου Πολιχνίτου ότι με τις ίδιες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις - όπως και στο Σίγρι - εμπαίζονται επί δέκα χρόνια με συνεχείς δημοπρατήσεις και επαναδημοπρατήσεις, αξιολογήσεις και επαναξιολογήσεις ενός έργου που το περιμένουν ως το φιλί της ζωής για την ερημούμενη από χρόνο σε χρόνο περιοχή τους, την κατασκευή του Πανεπιστημιακού Κέντρου της Βρίσας;
Πώς να μην υποψιάζονται ότι σε αντίθεση με το έργο του Σιγρίου, το οποίο «εξ αρχής ήθελε» η νέα περιφερειάρχης, το έργο της κατασκευής του Πανεπιστημιακού Κέντρου της Βρίσας δεν το ήθελε εξ αρχής; Και πώς να μην υποψιάζονται ως προσχηματικά τα ευρήματα της επαναξιολόγησης, όταν οι ίδιες τεχνικές υπηρεσίες της Περιφέρειας -που εννοείται συμβουλεύουν τη γενική γραμματέα της Περιφέρειας- έκριναν τον Ιούνιο του 2009 ως ώριμο για τη δημοπράτησή του το έργο του Πανεπιστημιακού Κέντρου της Βρίσας και μερικούς μήνες μετά -οι ίδιες τεχνικές υπηρεσίες- έκριναν ανώριμο το ίδιο έργο και απορριπτέο τον υπάρχοντα φάκελό του;
Πώς να εξηγήσει κανείς -όση καλή διάθεση κι αν έχει- την απαξίωση του ρόλου της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης Λέσβου, ως φορέα υλοποίησης του έργου σύμφωνα με τη Σύμβαση Πανεπιστημίου - Νομαρχίας του 2007, και την απαίτηση της Περιφέρειας για «συνεχή εμπλοκή του κυρίου του έργου (Πανεπιστημίου Αθηνών) με τις ευθύνες της αρμοδιότητάς του ως κυρίου του έργου και φορέα της πρότασης», όταν είναι αυτονόητο ότι οι πανεπιστημιακές αρχές δεν μπορούν να εκτελούν χρέη... υπερεργολάβου και μάλιστα σε μια περίοδο που επίκειται -λόγω πρυτανικών εκλογών- η αντικατάσταση της σημερινής ηγεσίας του Πανεπιστημίου Αθηνών;
Και, τέλος, πώς να εξηγήσει κανείς την παγερή σιωπή του υφυπουργού και της γενικής ηραμματέα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου μετά από τόσες επιστολές, υπομνήματα, ψηφίσματα φορέων και προσωπικοτήτων, για να υπάρξει συνεργασία και προσπάθεια - όπως προθύμως και ομοθύμως έγινε και στην περίπτωση του Σιγρίου - για την υπέρβαση των εμποδίων και την αντιμετώπιση των τυχόν ελλείψεων που παρουσιάζει ο φάκελος του έργου της Βρίσας;
Να υποδηλώνει άραγε αυτή η σιωπή περιφρόνηση προς όλους αυτούς που αγωνιούν για την τύχη του γενέθλιου τόπου τους, να πρόκειται για τη γνωστή οίηση της εξουσίας να υποκρύπτει την αμηχανία και την ενοχή των προειλημμένων αποφάσεων; Ίδωμεν!