Είμαστε ως λαός συναισθηματικοί και ευφάνταστοι, γι’ αυτό συνήθως συμπεριφερόμαστε και ενεργούμε υπό το κράτος των συναισθημάτων μας και σπανίως της λογικής· και με τη φαντασία μας δημιουργούμε εξωπραγματικές εικόνες, που είναι σύμφωνες με τα συναισθήματα και τις ιδεοληψίες μας.
Όταν ο Αλλάχ δημιούργησε τον άνθρωπο, έπλασε έναν Τούρκο κι ένα Ρωμιό. Ο Ρωμιός ήταν πιο έξυπνος και πήρε δούλο του τον Τούρκο. Πήγε τότε ο Τούρκος στον Αλλάχ και παραπονέθηκε πως έδωσε πιο πολύ μυαλό στο Ρωμιό και τον έκανε δούλο του.
- Έννοια σου, του λέει ο Αλλάχ, και θα διορθώσω την αδικία που σου έκανα.
Έπιασε, λοιπόν, ο Αλλάχ, κι έπλασε ακόμα ένα Ρωμιό· κι από τότε οι δυο Ρωμιοί μαλώνουν και ο Τούρκος διαφεντεύει.
(παραμύθι της Ανατολής)
Είμαστε ως λαός συναισθηματικοί και ευφάνταστοι, γι’ αυτό συνήθως συμπεριφερόμαστε και ενεργούμε υπό το κράτος των συναισθημάτων μας και σπανίως της λογικής· και με τη φαντασία μας δημιουργούμε εξωπραγματικές εικόνες, που είναι σύμφωνες με τα συναισθήματα και τις ιδεοληψίες μας, για πολλές εκφάνσεις της κοινωνικής και πολιτικής μας ζωής.
Έτσι μπορεί να εξηγηθεί η ευπιστία μας σε δόγματα και θεωρίες, η εν είδει θρησκοληψίας προσκόλλησή μας σε κόμματα, παρατάξεις και ομάδες, καθώς και ο φανατισμός με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τους ιδεολογικούς αντιπάλους μας, τους οποίους χαρακτηρίζουμε (υβρίζουμε) με τους πλέον απαξιωτικούς επιθετικούς προσδιορισμούς (επάρατη δεξιά, χούντα, μειοδότες, δοσίλογοι, κλέφτες και λαμόγια). Έτσι αποδίδουμε όλα τα κακά του ιδιωτικού και του δημόσιου βίου μας αποκλειστικά στους κυβερνήτες (του αντιπάλου κόμματος) και ουδέποτε και ουδόλως στους άλλους πολιτευομένους ή αντιπολιτευομένους, πολιτικά κόμματα και πολίτες, για την ασέβεια που δείχνουν στις αρχές της δημοκρατίας, για το λαϊκισμό και τη δημαγωγία τους, την παραβίαση του Συντάγματος και των νόμων, για τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους.
Αποκυήματα επίσης της φαντασίας, που ικανοποιούν τη συναισθηματική στάση απέναντι σε πρόσωπα, πολιτικές δυνάμεις και καταστάσεις, αποτελούν οι θεωρίες περί διεθνούς συνομωσίας των «ιμπεριαλιστικών δυνάμεων», που «έχουν βάλει στο μάτι» τη χώρα μας και τον «περιούσιο» λαό της, οι θεωρίες περί «πρακτόρων-προδοτών» που ανοίγουν τις «κερκόπορτες» (αλλιώς θα παρέμενε άπαρτη η Πόλη!), η θεωρία περί των «αμερικανόδουλων-μειοδοτών» και του «αμερικανικού δακτύλου» που ανεβάζει και κατεβάζει τους πρωθυπουργούς της χώρας, καθώς και η θεωρία περί του «διεθνούς Σιωνισμού», ο οποίος, προκειμένου να κυριαρχήσει στον κόσμο, προσπαθεί να εξαφανίσει το… μέγα εμπόδιο που του φράζει το δρόμο, τον ελληνικό λαό (βλέπε και το μύθο περί του «σατανικού σχεδίου» Κίσινγκερ να εξαφανίσει την ελληνική γλώσσα, μύθο που υιοθέτησε ακόμα και ο Μίκης Θεοδωράκης!).
Παρ’ όλον ότι αυτές οι θεωρίες έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τη λογική και την ιστορική αλήθεια· παρ’ όλον ότι αυτουποβαθμιζόμαστε στην κατάσταση των λοβοτομημένων και των στερημένων φαιάς ουσίας και αυτοαπαξιωνόμαστε ως λογικά όντα, ζώντα εν δημοκρατία και έχοντα ιδίαν βούληση και ελευθερίαν επιλογών, ενστερνιζόμαστε τις παραπάνω θεωρίες, διότι έτσι «βολεύουμε» τις ενοχές μας, επιρρίπτοντας στους άλλους, τους ξένους, όλες τις ευθύνες για ό,τι πράττουμε και για ό,τι παραλείψαμε να πράξουμε, για τις αποτυχίες μας, τις καταστροφές και τις συμφορές που προκαλέσαμε ή υπεστήκαμε ως άτομα, ως λαός και έθνος.
Και αυτή η έλλειψη αυτοκριτικής και λογικού ελέγχου των πράξεών μας έχει ως συνέπεια να συνεχίζουμε ακάθεκτοι το αυτοκαταστροφικό μας έργο, απεκδυόμενοι πάσης ευθύνης, «ως ουδέν μαθόντες κι ουδέν απομαθόντες».
Η ιστορία μας από την αρχαία εποχή ως τις μέρες μας επιβεβαιώνει με τον πιο πανηγυρικό τρόπο τη σοφή ρήση του Εγέλου: «Η ιστορία διδάσκει ό,τι οι άνθρωποι δε διδάσκονται από την ιστορία».
Ο ελληνικός λαός, που είχε και έχει την πιο θαυμαστή φυσική προίκα, με την οποία θα μπορούσε να συνεχίζει να μεγαλουργεί κυριαρχώντας στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, οικονομικά αυτοδύναμος, πολιτιστικά ακμαίος και εθνικά υπερήφανος, κατάντησε, ουκ ολίγες φορές, να σέρνεται ταπεινωμένος, άλλοτε στο δρόμο για τα Σούσα, άλλοτε για την αρχαία Ρώμη, για τη Βενετία και το Βατικανό, για τη Μόσχα, το Λονδίνο και την Ουάσινγκτον και εσχάτως για το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, και να εκλιπαρεί για βοήθεια, οικονομική, πολιτική ή στρατιωτική, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους εχθρούς - συχνά «φίλιους» εχθρούς -, για να στηρίξει την ετοιμόρροπη πολιτική του εξουσία ή ν’ αποφύγει την οικονομική κατάρρευση και την κοινωνική του εξαθλίωση.
Κι αυτός ο λαός, ο προικισμένος με το εμπορικό δαιμόνιο, με το οποίο κέρδισε το θαυμασμό και την παγκόσμια διάκριση εκτός των… τειχών της Ελλάδας [θαυμαστά παραδείγματα, οι ελληνικές παροικίες στην Ευρώπη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπου οι εγκατεστημένοι εκεί Έλληνες ήλεγχαν ολόκληρη την οικονομική ζωή των πόλεων (Οδησσός, Τεργέστη, Βουκουρέστι, Βιέννη), οι Έλληνες μετανάστες της Αμερικής και των πέντε ηπείρων - πολλοί από τους οποίους συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πλουσιότερους ανθρώπους παγκοσμίως -, οι Έλληνες εφοπλιστές που έχτισαν το μεγαλύτερο παγκοσμίως εμπορικό στόλο], αυτός ο λαός εντός των τειχών του νεοελληνικού κράτους δεν κατόρθωσε να ξεφύγει από την… κακομοιριά της ψωροκώσταινας, να αξιοποιήσει τη φυσική του προίκα, να εκμεταλλευτεί τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, ν’ αποκτήσει ένα πολιτικό σύστημα ικανό να οργανώσει και να λειτουργήσει ένα σύγχρονο ευνομούμενο κράτος, μια εθνική οικονομία, που θα καλύπτει με την παραγωγή και τα έσοδά της τα έξοδα του κράτους και τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
... η συνέχεια τη μεθεπόμενη Τετάρτη.