Μη έχοντας ύπνο τη νύχτα της περασμένης Δευτέρας και μιας τα τσοντοκάναλα, μόνο πληρώνοντας συνδρομή, μπορείς να τα απολαμβάνεις, κατέληξα στο κανάλι της Θεσσαλονικιάς δημοτικής «TV 100» και στο «902 Αριστερά», έκφραση του Κ.Κ.Ε.
Μη έχοντας ύπνο τη νύχτα της περασμένης Δευτέρας και μιας τα τσοντοκάναλα, μόνο πληρώνοντας συνδρομή, μπορείς να τα απολαμβάνεις, κατέληξα στο κανάλι της Θεσσαλονικιάς δημοτικής «TV 100» και στο «902 Αριστερά», έκφραση του Κ.Κ.Ε.
Περασμένα μεσάνυχτα, και οι δυο σταθμοί μετέδιδαν τη διακαναλική συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα, υποχρεωμένα από τη διακομματική συμφωνία. Για να βεβαιωθώ, χτύπησα μερικές φορές με το τηλεχειριστήριο τους δυο σταθμούς, διαπιστώνοντας ότι ο συντονισμός ήταν απόλυτος. Πράγμα που απέκλειε την σύμπτωση. Με εντυπωσίασε, είναι αλήθεια, αυτή η μεταμεσονύκτια προβολή, με δεδομένο μάλιστα ότι ο «902» μετά τις 12, έχει μόνο διαφημίσεις. Στο πλαίσιο ίσως αυτής της διαφημιστικής πολιτικής, επιλέχθηκε και η ώρα της υποχρεωτικής μετάδοσης της συνέντευξης Τσίπρα. Θυμήθηκα ακόμα και την περίφημη ρήση του αείμνηστου προέδρου Χαρίλαου Φλωράκη, σύμφωνα με την οποία, ο «Ριζοσπάστης», άρα και ο «902», δημοσιεύει μόνον ό,τι συμφέρει το λαό. Αυτό το απόσταγμα πείρας θα έχει ενστερνισθεί και η διοίκηση της «TV 100», που υποπτεύομαι ότι διαθέτει άλλη κοινωνικοπολιτική αντίληψη.
Περιέργως όμως, το γεγονός με γύρισε πίσω. Μισό αιώνα και κάτι χρόνια, στις εκλογές του ‘58. Η σύγκρουση φαινόταν σκληρή ανάμεσα στον πρωθυπουργό και αρχηγό της ΕΡΕ, Καραμανλή, και όλους τους άλλους, που μετά την απόπειρα του 1956 να σχηματίσουν την Δημοκρατική Ένωση, πήραν μεν την πρωτιά σε ψήφους, την έχασαν όμως σε έδρες. Συγκεντρώνοντας 25.895 περισσότερους ψηφοφόρους. Έτσι δυο χρόνια μετά, η άλλοτε Δημοκρατική Ένωση είχε διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη.
Μάιος του ‘58, τα απαγορευμένα μπάνια μας στη Μαρμάρα, είχαν αρχίσει, οι υποψήφιοι πηγαινοέρχονταν και μαθαίνουμε πως θα έρθει κλιμάκιο της ΕΔΑ να μιλήσει. Με επικεφαλής τον Ηλία Ηλιού. Το μύθο. Που ποτέ δεν είχε έρθει στο Πλωμάρι, παρ’ όλο που η γυναίκα του, η Ελευθερία Καλδή, ήταν Μποριανή. Μόνο στην Αγιάσο πήγαινε, όπου οι φήμες λέγανε, πως έβγαζαν το παραθρόνιο από την εκκλησιά της Παναγιάς κι από την είσοδο του χωριού, τον πήγαιναν σηκωτό στην πλατεία να βγάλει το λόγο του. Άλλωστε δεν ήθελε και πολλά, για να πείσει τους Αγιασώτες. Και τον Μανταμάδο επισκέπτονταν, καθώς μας έλεγαν, τη μικρή Μόσχα του νησιού.
Είχαμε τότε και Πλωμαρίτη υποψήφιο, τον καπτάν Γιώργη Γέραλη, «του Τσιφλίκ’», αν δεν τον έλεγες, με αδερφό βαριά ανάπηρο από τη συμμετοχή του στον πόλεμο κατά των Γερμανών με τον αγγλικό στόλο. Έτρεχε ο καπτάν Γιώργης, παρά τα παραπανίσια κιλά του, από καφενείο σε καφενείο, να εξασφαλίσει χώρο για τις ομιλίες των υποψηφίων της ΕΔΑ. Ανάμεσά τους κι ο μεγάλος Ηλιού. Τίποτα. Το μεγάλο καφενείο ήταν των Φιλανθρωπικών, του Αυτουσμή της εκκλησίας, το «Κοσμικόν», είχε πρόβλημα. Υπήρχε όμως ένα. Το μικρό καφενεδάκι στον Πλάτανο του Μανώλη Βασίλαρου, «τ’ Μπουζουγάν’», όπως τον ξέραμε. Παλιός κομμουνιστής, με φυλακές κι εξορίες, είχε τραβήξει πολλά η γούνα του. Τι να φοβηθεί.
Από νωρίς οι χωροφύλακες είχανε πιάσει το γεφύρι, που οδηγούσε στον Πλάτανο, είχανε καθίσει κι από την άλλη στο φούρνο του Καρβούνη, έκλεισαν οι δρόμοι. Κι απέναντι ακριβώς, στο φαρμακείο Κωνσταντινίδη, οι «άρχοντες» με έτοιμη την κριτική και την πολεμική τους. Πού να περάσεις και πού να πας. Και γιαούρτι να χρειαζόσουνα, έπρεπε να το αναβάλεις.
Με την ακατασίγαστη διάθεσή μου να προκαλώ, έτσι κι αλλιώς ο αστυνόμος μάθαινε κανονικά πως αγόραζα την «Αυγή», στάθηκα στην άκρη του γεφυριού, ανάμεσα στο καφενείο του Μπούρα και το σπίτι του Καλδή. Λίγος ο κόσμος, ήταν δεν ήταν 60 άνθρωποι, όλοι μπαρουτοκαπνισμένοι με το πετσί τους αργασμένο από το βούρδουλα της βάρβαρης εξουσίας. Δεν είχαν να χάσουν, παρά τις αλυσίδες τους. Κι ανάμεσά τους ο Μιχαλάκης Ξυπτεράς, ο Γκαβός κατά το παρατσούκλι του, που βλέποντας ίσως παραπάνω, ξέφυγε από τους προχαραγμένους οικογενειακούς δρόμους. Έφτασαν κι οι υποψήφιοι, ο Ηλιού, ο Παναγιώτης Γλιγλής, ο Νίκος Γανίτης, κι ο δικός μας ο καπτάν Γιώργης. Έσφιξαν χέρια, αντάλλαξαν κουβέντες με παλιούς συγκρατούμενους τους, ήπιαν έναν καφέ κι άρχισαν να μιλάνε στον κόσμο. Στοχεύοντας στο συναίσθημα και ελάχιστα στη λογική του. «Σπάστε τις αλυσίδες, κόψτε τα δεσμά», εκλιπαρούσε μ’ ένα λόγο που θύμιζε προσευχή ή χορό αρχαίας τραγωδίας, ο καπτάν Γιώργης, που βασικά το συναίσθημά του κι η αγάπη του για τον τόπο κι όχι για την εξουσία, τον οδήγησε στην κομμουνιστική Αριστερά.
Αλλά όταν ήρθε, πολύ γρήγορα εξάλλου, η ώρα του Ηλιού, ανατράπηκε όλο το σκηνικό. Με γλώσσα κατανοητή, μειλίχια, πειστική, χωρίς κραυγές και ρητορείες, χωρίς περίτεχνες κατασκευές, απευθύνθηκε στους απλούς και εν πολλοίς λιγογράμματους ακροατές του. Αν και στις φυλακές και τις εξορίες, τους μόρφωναν συστηματικά οι συγκρατούμενοί τους. Κανείς δεν τόλμησε να βρίσει ή να απειλήσει. Μόνο την άλλη μέρα μουρμούριζαν οι «άρχοντες», πως «ο Ηλιού κάνει τον κομμουνιστή, αλλά είναι δικηγόρος του Ανδρεάδη, της Εμπορικής». Βάζοντας στην άκρη το γεγονός ότι υπήρξε από τους σπουδαιότερους νομικούς της εποχής του. Και το βράδυ των εκλογών, έτρεχαν να ανακαλύψουν το 25% που πήρε η ΕΔΑ. Άσχετο αν από τότε, η σύμπασα Αριστερά κι αυτή το ψάχνει.
Την ίδια ίσως χειρότερη εμπειρία, έζησα τρία χρόνια αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Όταν στις εκλογές του ’61, η ΕΔΑ του 25% δεν έβρισκε μπαλκόνι να μιλήσουν οι ηγέτες της. Κι έστησε στη μέση της πλατείας Αριστοτέλους, εξέδρα, που την περικύκλωναν «για λόγους ασφαλείας», χωροφύλακες, χαφιέδες, παρακρατικοί και μπράβοι, που φώναζαν αφιονισμένοι: «Η ΕΔΑ στη Βουλγαρία», «Εαμοβούλγαροι προδότες» και άλλα τέτοια δημοκρατικά. Κι ήταν ο τρόμος πιο βαρύς και πιο μεγάλος. Τουλάχιστον στο Πλωμάρι, δε θα τολμούσαν να σε δείρουν.
Τώρα, η ενημέρωση κι η διάδοση των ιδεών και των θέσεων, εμποδίζονται με άλλους τρόπους. Πιο σύγχρονους.