Μέλος της θεατρικής ομάδας τού ΦΟΜ, η Ντέσσυ Κομνηνού μάς μιλάει για τους σημαντικότερους ρόλους της, για τον ίδιο το ΦΟΜ, αλλά και για τη νέα κοινή παράσταση των τριών θεατρικών ομάδων της πόλης.
Στο «Ε» σήμερα, μια από τις παλιότερες ερασιτέχνες ηθοποιούς της Μυτιλήνης. Μέλος της θεατρικής ομάδας τού ΦΟΜ και έχοντας ενσαρκώσει πάρα πολλούς ρόλους στα τόσα χρόνια ενασχόλησής της με το ερασιτεχνικό θέατρο, η Ντέσσυ Κομνηνού μάς μιλάει σήμερα για το «ψώνιο» του ηθοποιού που είχε από μικρή, για τους σημαντικότερους ρόλους της, για τον ίδιο το ΦΟΜ, αλλά και για τη νέα κοινή παράσταση των τριών θεατρικών ομάδων της πόλης, το αφιέρωμα στον Κοκτώ, υποστηρίζοντας θερμά τη συμβολή του θεάτρου στην αυτογνωσία του καθενός και την εκπαίδευση, όπως λέει, στις ανθρώπινες σχέσεις.
Κυρία Κομνηνού, πότε πρωτοανεβήκατε στο «σανίδι»;
«Πρώτη φορά έπαιξα θέατρο στη Λήμνο, όταν ήμουν Β΄ δημοτικού - ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός και γυρνούσαμε σε διάφορα μέρη. Κυκλοφορούσε τότε ένα περιοδικό σχολικό, σαν τη “Διάπλαση των Παίδων”, που είχε μέσα μικρά σκετσάκια. Τα έπαιρνα, τα σκηνοθετούσα, έπαιζα φυσικά τον πρωταγωνιστικό ρόλο και είχαμε μάλιστα και το θράσος - σε εποχή που ο κόσμος δεν είχε χρήματα - και βάζαμε και εισιτήριο, σε ένα καφενείο στη Λήμνο, μιας φιλενάδας μου. Έπαιζα και αντρικούς ρόλους, μεταμφιεζόμουν, ήμουν… μεγάλη “ψωνάρα”. Είχαμε πάντως το… κοινό μας, τους φίλους μας ουσιαστικά, που με το εισιτήριο που πλήρωναν βοηθούσαν έτσι να φτιάξουμε τα… σκηνικά μας. Και ό,τι περίσσευε, παίρναμε όλοι καραμέλες.»
Από πού προέκυψε η κλίση σας αυτή; Βλέπατε θέατρο ή κινηματογράφο;
«Όχι. Πρώτη φορά πήγα στο θέατρο όταν ήμουν Ε΄ ή ΣΤ΄ δημοτικού, που με πήγε ο παππούς μου στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στην παράσταση “Ο βασιλιάς Ληρ”. Μπορεί να μη θυμάμαι ποιοι έπαιζαν κάθε ρόλο, αλλά μέχρι τώρα έχω στο μυαλό μου εικόνες από την παράσταση αυτή.»
Ρόλοι και σχέση με το θέατρο
Εδώ στη Μυτιλήνη, πότε πρωτοπαίξατε;
«Όταν ήμουν στο γυμνάσιο πια, που μπήκα στο “Μπουρίνι”. Η πρώτη παράσταση ήταν το “Ο Θάνατος θα ξανάρθει”, του Νίκου Φώσκολου. Δεν είχα πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά ήταν καλός ρόλος. Εκείνη τη χρονιά έπαιρνα, μάλιστα, και τους καλύτερους βαθμούς στο σχολείο. Έκανα κάτι που μου άρεσε τόσο πολύ, ώστε ήμουν τέλεια και σε όλα τα άλλα.»
Έχει σημασία για εσάς το εάν ο ρόλος που θα σας δοθεί στη διανομή θα είναι πρωταγωνιστικός;
«Αυτό είναι κάτι που σε απασχολεί περισσότερο όταν είσαι πιο νέος. Τώρα, μετά από τόσα χρόνια, έχω καταλάβει πως σημασία έχει να παίζεις έναν πολύ μικρό ρόλο και να μπορείς ακόμη και με αυτόν να “κλέψεις την παράσταση”. Από την άλλη, κι ένας πρωταγωνιστικός ρόλος μπορεί να σε κουράζει περισσότερο, αλλά πάντα η πορεία είναι αυτή που μετράει. Αυτό που λέω πάντα είναι πως με το θέατρο έχω την ευκαιρία να γίνω χιλιάδες πράγματα, που δεν είμαι. Δεν είμαι δολοφόνος, δεν είμαι υπηρέτρια κ.λπ., έχω όμως την ευκαιρία εκεί επάνω να τα ενσαρκώσω. Είναι κάτι που σου εμπλουτίζει τη ζωή.»
Ισχύει, λοιπόν, το κάπως τετριμμένο που λένε πολλοί, πως «το θέατρο είναι ψυχοθεραπεία»;
«Ναι, άλλωστε υπάρχουν και ομάδες που κάνουν ψυχοθεραπεία με το θέατρο. Είναι πρώτα απ’ όλα πορεία στην αυτογνωσία: παίζεις ένα ρόλο και βγάζεις έναν εαυτό που δεν ήξερες ότι υπήρχε, ανακαλύπτεις πράγματα. Πέρα από αυτό, εμπλουτίζει την καθημερινότητά σου. Δεν είσαι μόνο δουλειά, παιδιά, σπίτι. Ο καθένας βρίσκει τρόπους να εκτονώνεται και να μην τον παίρνει “από κάτω”, και το θέατρο είναι ένας πολύ καλός τρόπος.»
Έχει τύχει να ταυτιστείτε με κάποιο ρόλο, είτε επειδή αναγνωρίζετε πολλά στοιχεία από τον εαυτό σας σε αυτόν είτε επειδή ανακαλύψατε κάποιον καινούργιο και πιο γοητευτικό;
«Το τελευταίο δεν έχει τύχει να το σκεφτώ ποτέ. Αυτό που μπορώ να πω σίγουρα είναι πως με βοηθάει να πάω παραπέρα. Παράδειγμα, μια σκηνή με την Κλυταιμνήστρα που έπρεπε να βγάλω πολλή οργή και δε μου έβγαινε, μέχρι που είδα ένα όνειρο και την ίδια μέρα στην πρόβα έμεινα άναυδη από το θυμό που κατάφερα να βγάλω. Αυτό μετά, ήταν για μένα μάθημα.»
Παίζοντας με το «ΦΟΜ»
Στο ΦΟΜ πότε μπήκατε;
«Μετά το “Μπουρίνι” κάναμε με το Νίκο τον Κοσμητζόγλου τη Νέα Σκηνή του “Μπουρινιού”, που παίζαμε έργα της νέας φουρνιάς θεατρικών συγγραφέων. Στη συνέχεια, όμως, για προσωπικούς λόγους, έφυγα από την ομάδα και σκηνοθέτησα δύο θεατρικά έργα, τα πρώτα που παίχτηκαν στη Μυτιλήνη, το “Ο μάγος με τα Χρώματα” και οι “Ιστορίες του παππού Αριστοφάνη”, μια πολύ ωραία για μένα εμπειρία. Εκεί είχαμε μαζευτεί διάφοροι ετερόκλητοι και παίζαμε, και αποφασίσαμε να κάνουμε ένα σωματείο. Έτσι ξεκίνησαν οι “Άστεγοι”. Όταν γύρισε ο Ανδρέας ο Σεφτελής από την Αθήνα, όπου είχε σπουδάσει ηθοποιός και είχε στο νου του να κάνουμε κάτι πιο επαγγελματικό, η πρότασή του ήταν αρκετά δελεαστική. Κι αυτό γιατί θα είχε από πίσω στούντιο, ασκήσεις, μαθήματα, που είναι βασικά. Δεν υπάρχει ταλέντο χωρίς δουλειά και χωρίς να μάθεις.»
Ποια ήταν η πρώτη σας παράσταση με το ΦΟΜ;
«Η “Ηλέκτρα”. Ήταν κάτι πολύ βαρύ και τρομακτικό για μένα, που είχα τον πρωταγωνιστικό ρόλο και δεν είχα παίξει ποτέ σε αρχαία τραγωδία. Τα καταφέραμε, όμως, και πήγαμε πολύ καλά. Έκτοτε έχω συμμετάσχει σε όλες τις παραστάσεις, εκτός από το “Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι”, που είχα… σκάσει που δεν μπήκα, και την τωρινή. Το θέμα είναι ότι πρέπει να πάρουν σειρά και οι άλλοι σιγά-σιγά.»
Το κλίμα στην ομάδα πώς είναι;
«Σκοτωνόμαστε… Ξέρουμε πλέον ο ένας τον άλλον τόσο καλά, τα προτερήματα και τα ελαττώματα, που δεν παρεξηγιόμαστε, αλλά κάνουμε πολλούς καβγάδες. Είναι κι αυτές, όμως, μέσα στις πολλές ωραίες στιγμές μας. Στόχος είναι να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε.»
Η δουλειά με τον… Κοκτώ
Επαγγελματικά έχετε παίξει ποτέ; Είναι κάτι που θα θέλατε;
«Δεν το έχω κάνει, αλλά θα το έκανα αν μου δινόταν η δυνατότητα. Όχι γιατί θα προσδοκούσα να… πλουτίσω από αυτό, αλλά αν υπήρχε κάτι επαγγελματικό και μπορούσα να ανταποκριθώ, γιατί όχι; Ούτως ή άλλως, δεύτερη δουλειά είναι για εμάς το θέατρο. Δεν είναι μόνο οι ώρες της πρόβας, αλλά και η προσωπική δουλειά του καθενός στο σπίτι του. Βοηθάει πολύ άλλωστε να κάνεις έρευνα, να διαβάζεις βιβλία και θεατρικά έργα και μεθόδους, να βλέπεις ταινίες…»
Υπάρχει κάποιος ρόλος που θέλετε πολύ να παίξετε;
«Ναι, η Μήδεια. Το λέω εδώ και πολλά χρόνια και είναι το αστείο μας στο ΦΟΜ κάθε φορά που προτείνουμε έργα, αφού ο σκηνοθέτης μας δε δέχεται.»
Τώρα συμμετέχετε, πάντως, στην παράσταση που δουλεύουν και οι τρεις θεατρικές ομάδες της Μυτιλήνης, με το αφιέρωμα στον Κοκτώ για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου.
«Ναι, είναι κάτι που κάνουμε και τα τρία σωματεία μαζί, μια ηθοποιός από το καθένα. Πρόκειται για τέσσερα μονόπρακτα του Κοκτώ, που τα συνδέουμε όλα μαζί και νομίζω πως έχουν δέσει και θα είναι μια ωραία παράσταση. Το θέλαμε πολύ όλοι, αφού υπήρξε μεγάλο διάστημα που λειτουργούσαμε με κάποια… κόντρα οι ομάδες, γιατί δεν μπορούσαμε να δεχτούμε η καθεμιά τον τρόπο που δούλευε η άλλη. Αυτό παλιά βέβαια, τώρα έχουμε έρθει πιο κοντά και καταλάβαμε πως η κάθε ομάδα έχει μεν τον δικό της ξεχωριστό τρόπο να δουλεύει, αλλά θέλουμε και μπορούμε να συνεργαστούμε δημιουργικά.»
Εσείς ποιο ρόλο ενσαρκώνετε;
«Εγώ έχω την “Aνθρώπινη Φωνή”, που είχε παίξει και η Λαμπέτη, το ρόλο μιας γυναίκας που μιλάει στο τηλέφωνο για τελευταία φορά με έναν άντρα που χωρίζει. Δε λέω περισσότερα…»
Τι θα λέγατε στους νέους ανθρώπους που μπορεί να σκέφτονται να ασχοληθούν με το θέατρο;
«Πως είναι μια πολύ ωραία και δημιουργική απασχόληση, που τους προσφέρει αυτογνωσία, βοηθάει να ανοίξει το μυαλό και είναι και μια πολύ καλή εκπαίδευση, κυρίως στις ανθρώπινες σχέσεις…»