Στο πρώτο σημείωμά μας αναφερθήκαμε αφενός στις ιδιορρυθμίες και την απομόνωση της περιοχής «Πλουμάρια», της οποίας η ιστορία ξεκίνησε στο πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνα, και αφετέρου στο σημερινό Πλωμάρι με ιστορία από το 1843.
Στο πρώτο σημείωμά μας αναφερθήκαμε αφενός στις ιδιορρυθμίες και την απομόνωση της περιοχής «Πλουμάρια», της οποίας η ιστορία ξεκίνησε στο πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνα, και αφετέρου στο σημερινό Πλωμάρι με ιστορία από το 1843. Σήμερα θα αναφερθούμε στα αξιοθαύμαστα επιτεύγματα του υπερήφανου και διπλά μετοίκου πληθυσμού του, αρχικώς στη Λέσβο και εν συνεχεία στις εκβολές του Σεδούντα ποταμού. Πολύτιμα στοιχεία αντλήσαμε από κείμενα της Αμφιτρίτης Καζάζη - Καπερώνη (2009) και μιας εξαιρετικής εκδόσεως του Γυμνασίου Πλωμαρίου (2006).
Ως πρώτο επίτευγμα καταγράφεται η εγκατάσταση του πληθυσμού και η δημιουργία σε μια άγονη, βραχώδη και χωρίς καλλιεργήσιμες εκτάσεις περιοχή εκτεταμένου δικτύου αναβαθμών με λιθόκτιστες πεζούλες για τη φύτευση της ελιάς, που από τότε αποτελεί μονοκαλλιέργεια, και η συντήρηση έως σήμερα πολλών εκατομμυρίων ελαιοδένδρων. Η ελιά, το λάδι και τα παράγωγά τους υπήρξαν ο «πράσινος χρυσός» των Πλωμαριτών, από τον οποίο προόδευσαν. Μέχρι σήμερα ασχολούνται με την ελιά με ιερό ζήλο, εφαρμόζοντες παραδοσιακές έως πρωτόγονες μεθόδους. Τα τελευταία έτη άρχισαν - με απαράδεκτη καθυστέρηση - να προσανατολίζονται σε μονάδες επεξεργασίας και τυποποιήσεως ελαίου. Τρεις εξ αυτών έχουν ήδη βραβευθεί στον ευρωπαϊκό χώρο, ανοίγοντας το δρόμο και σε άλλες.
Η παρασκευή τεσσάρων ειδών σαπουνιού (πράσινο, αρωματικό, Μασσαλίας, λευκό) με μεγάλη εξαγωγική επιτυχία ήταν ένας άλλος τομέας μοναδικής επιτυχίας κατά το παρελθόν. Το σαπούνι Πλωμαρίου ήταν περιζήτητο σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, όπου εξήγετο ακόμη και από κοντραμπατζήδες μετά την απελευθέρωση της Λέσβου.
Η ελιά και η επεξεργασία της οδήγησαν τους Πλωμαρίτες στο επόμενο επίτευγμά τους, στο βιοτεχνικό-βιομηχανικό Πλωμάρι. Στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν ο δεύτερος βιομηχανικός οικισμός του Αιγαίου, αλλά και ευρύτερα, μετά την Ερμούπολη. 12 σαπωνοποιεία, 10 ελαιοτριβεία, εργοστάσιο ταλκ, δύο πυρηνεργοστάσια, ναυπηγικές εγκαταστάσεις, αλευρόμυλος, αποθήκες λαδιού και σαπουνιού αποτελούσαν τη βιομηχανική του ζώνη, συνιστούσαν μία αξιοθαύμαστη υποδομή, τα κτήρια της οποίας σώζονται ή, δυστυχώς, καταρρέουν μέχρι σήμερα αναξιοποίητα.
Οι Πλωμαρίτες επέτυχαν να ταυτίσουν το παραγόμενο από τους ίδιους ούζο με την ποιότητα και το διατροφικό πολιτισμό. Οι τέσσερις σήμερα ποτοποιίες με έδρα το Πλωμάρι παράγουν μεγάλες ποσότητες ούζου, από πολύ ποιοτικό έως απλά εμπορικό, εξαγόμενες σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα οφέλη της τοπικής κοινωνίας σε οικονομικούς πόρους, απασχόληση και αναγνωρισιμότητα, όπως και του κράτους, είναι σημαντικότατα.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα οι Πλωμαρίτες στράφηκαν προς τη θάλασσα, την «υγρά πεδιάδα» τους, κατά την υπόδειξη του συμπατριώτη τους, μεγάλου Διδασκάλου του Γένους Βενιαμίν του Λεσβίου. Οι ανάγκες του εμπορίου του ελαιολάδου και των λοιπών προϊόντων του και της μεταφοράς τους στις αγορές της Μικράς Ασίας από την Αττάλεια έως την Τραπεζούντα, τη Ρουμανία, την Ουκρανία, τη Μεσόγειο, ήταν ένας από τους λόγους. Ενδεχομένως και η καταγωγή κάποιων. Στις αρχές του 20ού αιώνα ο εμπορικός στόλος των Πλωμαριτών ήταν από τους μεγαλύτερους του Αιγαίου. Αριθμούσε από 120 έως και 200 σκάφη όλων των ειδών.
Αρκετά από αυτά κατασκευάζοντο με ειδική τεχνική στους τρεις καλώς εξοπλισμένους ταρσανάδες τους, οι οποίοι εδέχοντο παραγγελίες και από άλλα μέρη του Αιγαίου, τις Οινούσσες, την Εύβοια και τη Μικρά Ασία. Το Πλωμάρι είναι μάλλον ο μοναδικός τόπος στη Λέσβο με σύγχρονη ναυτική παράδοση και ναυτικούς με δική τους συνοικία και δικά τους τραγούδια.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα το Πλωμάρι διέθετε σειρά σχολείων πρωτοβαθμίου και δευτεροβαθμίου εκπαιδεύσεως, στα οποία δίδαξαν διαπρεπείς και αφοσιωμένοι εκπαιδευτικοί και από τα οποία αποφοίτησε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Είναι χαρακτηριστικά ότι στη δεκαετία 1920 εδιδάσκετο στο Γυμνάσιο η γαλλική γλώσσα και ότι ακόμη και σήμερα στο Πλωμάρι λειτουργούν τρία δημοτικά σχολεία.
Τέλος, σημειώνουμε τους πολλοί ιδιαιτέρους στενούς δεσμούς με το Πλωμάρι που διατήρησαν όλοι οι πολλοί μετανάστες του προς Αφρική, Αυστραλία, Αμερική, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα. Μεγάλο ποσοστό τους διέπρεψε οικονομικώς, διέπλασε τις νεώτερες γενιές με «πλωμαρίτικα» ήθη και έθιμα και, σημαντικότατο, μετέφερε οικονομικούς πόρους στη μητέρα Ελλάδα επενδύοντάς τους.
Εν κατακλείδι: Βιοτεχνία, ελαφρά βιομηχανία, εμπόριο, ναυτοσύνη, εκπαίδευση είναι τομείς στους οποίους διέπρεψαν από τα μέσα του 19ου αιώνα οι απομονωμένοι και ιδιότυποι Πλωμαρίτες, οι πιο πρόσφατοι Λέσβιοι. Στη «Συνοπτική Ιστορία της Λέσβου και Τοπογραφία αυτής», τυπωθείσα στην Κωνσταντινούπολη το 1874, ο Σταυρός Γ. Τάξης γράφει για το τότε Πλωμάρι: «… και προ πάντων (η κωμόπολις) του Πλωμαρίου εις απίστευτον αληθώς βαθμόν προόδου και αναπτύξεως ήδη ευρίσκεται …» και ακόμη ότι «της τοιαύτης αυξήσεως του πληθυσμού … Η διαφορά γεννήσεων και αποβιώσεων εν Πλωμαρίω νυν τυγχάνει 5 προς 3 …».
Τομείς με ιδιαίτερη επίδοσή τους κατά τον 20ό αιώνα ήταν αρχικώς η μεταφορά οικονομικών πόρων από τους επιτυχημένους μετανάστες και στη συνέχεια ο τουρισμός. Αξιοζήλευτο επίτευγμά τους ήταν ότι επέτυχαν να καθιερωθεί στις ημέρες μας το όνομα του τόπου τους, Πλωμάρι, ως ένα από τα πιο γνωστά brand names σε όλη την Ελλάδα, αλλά και ευρύτερα, για ποιότητα προϊόντων του. Το περιζήτητο ούζο τους διαθέτει appellation d’origine πασίγνωστη, με μεγάλα οφέλη για το κράτος. Στο Πλωμάρι σήμερα λειτουργούν 500 επιχειρήσεις. Από τις μεγαλύτερες οικοδομικές δραστηριότητες στη Λέσβο αναπτύσσεται στην περιοχή του Πλωμαρίου. Ο Μανώλης Αρμενάκας εκτιμά σε αρκετά περισσότερα από 10 εκατ. ευρώ τις επενδύσεις σε ακίνητα κατά τα τέσσερα τελευταία έτη.
Η εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών από τις δραστηριότητες του μεγάλου και δυναμικού αυτού πληθυσμού και όχι πολιτικά ρουσφέτια οδήγησε την Πολιτεία να ιδρύσει από παλαιά και να λειτουργούν στο Πλωμάρι πολλές υπηρεσίες, όπως δήμος, ειρηνοδικείο, αστυνομικό τμήμα, κέντρο υγείας, τελωνείο, λιμεναρχείο, ΔΟΥ, κλιμάκιο πυροσβεστικής, «Βοήθεια στο Σπίτι», κρατικές και ιδιωτικές τράπεζες, ΙΚΑ κ.ά.. Ιδιαιτέρως τονίζονται η ύπαρξη παλαιότερα εκεί και έδρας μητροπόλεως. Η επαπειλούμενη σήμερα ή αποφασισμένη μνημονιακή διακοπή ή υποβάθμιση λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών, σε μια περίοδο ανθίσεως σε πολλούς τομείς του Πλωμαρίου με το μοναδικό λιμένα στη νότια ακτή της Λέσβου, είναι σαφέστατα αντιαναπτυξιακή. Το Πλωμάρι και άλλοι περιφερειακοί πόλοι της Λέσβου, όπως η Καλλονή, αξίζουν ενισχύσεως και όχι απογυμνώσεως.
Όσοι αιρετοί παράγοντες συνεργούν ή δεν αντιδρούν στην υποβάθμιση αυτή, φέρουν τεράστια ευθύνη. Η αποδεδειγμένως αποτυχημένη κατάργηση προ έτους του Δήμου Πλωμαρίου, στην οποία πρακτικώς ουδείς άλλος πλην κατοίκων και τοπικών αιρετών του Πλωμαρίου αντέδρασε, θα πρέπει να συνετίσει.
* Ο καθηγητής Κ. Ι. Μουτζούρης είναι πρώην πρύτανης ΕΜΠ.