Έχουν βγει κάτι νέοι εκδότες τώρα τελευταία... Διαλαλούν ότι εκδίδουν νέους συγγραφείς, νέες ιδέες, νέες προτάσεις. Στην ουσία μια από τα ίδια, ποπ-αρτ και ψιλοσκουπίδια σε κουλτουριάρικο περιτύλιγμα. Από ποιο χώρο έρχονται όλοι τούτοι οι «εκδοτες» (προαγωγοί ίσως θα ήταν καλύτερο);
ΛΑΞΕΥΤΗΣ
Έχουν βγει κάτι νέοι εκδότες τώρα τελευταία... Διαλαλούν ότι εκδίδουν νέους συγγραφείς, νέες ιδέες, νέες προτάσεις. Στην ουσία μια από τα ίδια, ποπ-αρτ και ψιλοσκουπίδια σε κουλτουριάρικο περιτύλιγμα. Από ποιο χώρο έρχονται όλοι τούτοι οι «εκδοτες» (προαγωγοί ίσως θα ήταν καλύτερο); Από το χώρο του θεάματος, από το χώρο της μπίζνας. Μπίζνα και θεάματα έχουν μάθει, με αυτά έχουν κατοχυρωθεί και... ξαφνικά θέλουν να μας πείσουν ότι θα μας πνίξουν στην ποιότητα. Ε, πνίξτε μας: και μας φέρνουν τους «συγγραφείς» τους.
Σε τούτη τη χώρα έχουμε πλεόνασμα συγγραφέων που δεν έχουν διαβάσει παρά μόνο «Madame Figaro» και «Sport Day»... Όλα τους (προσοχή, χαρακτηρισμός που ανήκει σε έναν τέτοιο εκδότη προς το συγγραφέα τους) «ευαίσθητα παιδιά». Κανείς με σοβαρές σπουδές, κανείς που να παρακολουθεί πραγματικά τις σύγχρονες λογοτεχνικές τάσεις ή να γνωρίζει κάτι από συγκριτική γραμματολογία και κυρίως (γιατί οι σπουδές στη λογοτεχνία δεν είναι αυτοσκοπός), κανείς που να θέλει πραγματικά να ψαχτεί. Αποτέλεσμα: οι Έλληνες μακριά από το βιβλίο και το βιβλίο μακριά από τους Έλληνες. Και το βιβλίο παρεξηγημένο και δήθεν...
Σπάνια κάνω αρνητική κριτική. Συνήθως μιλώ μόνο για όσα μου αρέσουν. Αλλά τούτοι οι τύποι... Σκέφτομαι, τουλάχιστον προσπαθώντας να το δω λίγο αισιόδοξα, πως μέσα σε όλην τη σαβούρα που θα εκδώσουν, κάτι όμορφο θα προκύψει, έστω ένα χειρόγραφο που κατά τύχη σχεδόν θα εκδοθεί και θα μας δώσει αυτό το διαφορετικό που περιμένουμε... Ένα το κρατούμενο.
Δεύτερον, κάτι που με χτυπάει χρόνια τώρα πολύ άσχημα όταν μπαίνω μέσα σε ελληνικά βιβλιοπωλεία: ας μη μιλήσω για ποιότητα, για ποια βιβλία προμοτάρονται καλύτερα και ποια μένουν στο περιθώριο, στο κάτω-κάτω και ο βιβλιοπώλης έμπορος είναι και πρέπει να συντηρήσει μια επιχείρηση. Μου τη δίνουν όμως οι τιμές των βιβλίων. Όλα εκεί γύρω στο 20άρικο και όταν τα βλέπεις λίγο πιο παχουλούτσικα, μπορεί να ακουμπούν και το 30άρι. Εν τάξει, λένε οι εκδότες, κάνουμε ένα 30% έκπτωση στους βιβλιοπώλες, μα οι περισσότεροι κρατάνε για τον εαυτό τους το ποσοστό και έτσι τα βιβλία είναι ακριβά. Μάλλον όχι. Έτσι τα βιβλία είναι ακριβότερα. Γιατί ξεκινάς από μια βασική τιμή εκεί κοντά στα 15 ευρώ. Μιλάμε για ένα μυθιστόρημα με λίγες εκτυπωτικές απαιτήσεις, εκεί κοντά στις 500 σελίδες, πώς μου έβγαλες τέτοιο κοστολόγιο; Δεν είμαι άσχετος με τα εσωτερικά τεκταινόμενα στους εκδοτικούς όταν λέω πως τα βιβλία είναι όντως ακριβά και μάλιστα όχι απολύτως δικαιολογημένα.
Όσο και να κάνω τα λογιστικά, όσο και να προσπαθώ να καταλάβω τα μαθηματικά των εκδοτών, δε μου βγαίνουν. Δεν τους κατηγορώ: καρδιοχτυπώ και εγώ μαζί τους σα συγγραφέας για το αν η αγορά βιβλίου είναι βιώσιμη. Έχουν όντως αυξημένα κόστη παραγωγής και δύσκολο πεδίο αγοραστικό. Δε σπεκουλάρουν, απλά πολεμούν και εκείνοι έναν παράξενο πόλεμο ανταγωνισμού, κρίσης, κατεστημένου πολιτικού και κοινωνικού.
Μήπως όμως το παιχνίδι μπορεί να παιχτεί πιο έξυπνα; Εν τάξει, στην Ελλάδα το αναγνωστικό κοινό είναι λιγοστό, απαίδευτο, επιπέδου δεν ξέρω και εγώ τι άλλα...
Στρέφω το ενδιαφέρον μου εδώ και καιρό στις χαμηλού κόστους εκδόσεις. Έχουν γραφτεί πολλά για το θέμα στην Ελλάδα. Δεν πιστεύω ότι έχουν δίκιο όσοι εκδότες επιμένουν σθεναρά ότι στη χώρα μας οι εκδόσεις δεν μπορούν να πάρουν μια φτηνότερη μορφή, όχι στο ηλεκτρονικό βιβλίο, αλλά στον έντυπο χώρο. Στη Γαλλία και αλλού μπορούσα να διαβάσω σχεδόν όποιο συγγραφέα ήθελα, ακόμα και έργα που κυκλοφόρησαν πριν λίγο, στις λεγόμενες εκδόσεις τύπου Folio. Ναι, ήταν τυπωμένα αυτά τα βιβλία σε ρυζόχαρτο της πλάκας, ναι τα τυπογραφικά ήταν σα μερμηγκάκια, ναι το εξώφυλλο ζάρωνε και μόνο με την υγρασία του δωματίου. Όμως είχα τα βιβλία, είχα τα κείμενα για να τα διαβάσω και αυτό μου έφτανε. Και τα είχα από δύο ευρώ μέχρι δέκα το πολύ, για κάτι τόμους σαν τούβλα. Άλλα μεγέθη βέβαια, δεν μπορούμε όμως να τα προσαρμόσουμε στα δικά μας;
Έκανα τις προάλλες μια κουβέντα με τον κ. Γούναρη, βιβλιοπώλη από την Καλλονή, έναν άνθρωπο που ξέρει απ’ έξω και ανακατωτά χρόνια τώρα το βιβλίο στο νησί μας. Μια από τις αμέτρητες κουβέντες που καταλήγουν περίπου στα εξής, σχεδόν κάθε φορά: «Όταν βγήκαν τα βίπερ, ό,τι και να ήταν αυτά, ο κόσμος διάβασε. Φτηνό βιβλίο. Τα έπαιρνε τα βιβλία και μάλιστα όχι μόνο τα ερωτικά και τα αστυνομικά. Και Ντοστογέφσκυ τυπώθηκε σε βίπερ, και Στάινμπεκ.»
Άλλες εποχές, άλλα δεδομένα; Σήμερα το βιβλίο στην Ελλάδα είναι προϊόν πολυτελείας. Και τα δεδομένα: δεν μπορεί κάποιος να δώσει 20 ευρώ, και αν τα δώσει θα είναι άπαξ και μετά ποιος ξέρει πότε θα ξαναπάρει βιβλίο. Δεν ωφελεί κανέναν αυτό. Οι εκδότες αν θέλουν να επιβιώσουν, πρέπει να αποκτήσουν κοινό. Το κοινό δεν έχει λεφτά, πρέπει να δημιουργηθούν πιο φτηνά βιβλία. Δε φτάνει να κάνουν εποχικές και περιστασιακές εκπτώσεις. Και προσοχή: ποιος θα δώσει 100 ευρώ για να πάρει e-book; Μέχρι τώρα ελάχιστοι έχουν και δε φαίνεται να αποκτούν περισσότεροι στο προσεχές μέλλον.
Κάποιοι λένε, «δεν είναι τόσο απλό». Μπορεί τελικά και να μην είναι: πάντως στην Ελλάδα, αυτό που ισχύει, αν όντως είναι το μη χειρότερο, μειώνει με γεωμετρική ακρίβεια το αναγνωστικό κοινό καθημερινά.