«Ο Βλάχος ποιμήν και η γυνή αυτού… Ακροκορίνθου», Έργον Θεοφίλου Χατζή Μιχαήλ 1932, λάδι σε καμβά (68 Χ 78), σε ιδιωτική συλλογή. Μ’ αυτόν τον άγνωστο και θαυμάσιο πίνακα, που φιλοτέχνησε ο αρχαγγελικός Θεόφιλος, άνοιξε η πολύ ενδιαφέρουσα και σπάνια πολυπρόσωπη και πολυφωνική θεματική έκθεση «Η νεοελληνική τοπιογραφία από τον 18ο έως τον 21ο αιώνα - Όραμα, εμπειρία και ανάπλαση του χώρου», στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. και Μ. Θεοχαράκη (Βασ. Σοφίας 9, Σύνταγμα, Αθήνα), με στόχο την παρουσίαση της ιστορικής εξέλιξης της τοπιογραφικής ζωγραφικής στην Ελλάδα.
Στην έκθεση, παρουσιάστηκαν 92 έργα από ισάριθμους Έλληνες καλλιτέχνες. Μερικά από Λέσβιους καλλιτέχνες ή με λεσβιακά θέματα, όπως: Σπύρου Παπαλουκά, «Σπίτια σε πλαγιά. Καμένο Χωριό» (1925), λάδι σε χαρτόνι (49 Χ 59 εκ.), συλλογή Ιδρύματος Θεοχαράκη. Βασίλη Ιθακήσιου, «Όλυμπος. Η χαράδρα του Αγίου Διονυσίου», λάδι σε μουσαμά (50,5 Χ 61,5 εκ.), Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας. Φώτη Κόντογλου, «Βυζαντινό τοπίο» (1935), τέμπερα σε ξύλο (60 Χ 90 εκ.), Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Δήμου Ροδίων. Κώστα Γραμματόπουλου, «Αιγαίον-Μήθυμνα» (1971), ξυλογραφία (93 Χ 64 εκ.), Συλλογή Δημοτικής Πινακοθήκης Θεσσαλονίκης.
Οι ιδιαιτερότητες του «βλάχου»
Ο πίνακας του Θεόφιλου είναι το μοναδικό ως τώρα έργο του, που βάζει διαφορετική υπογραφή από τ’ άλλα έργα, με τη συνηθισμένη «Θεόφιλος Γ.Χ#Μιχαήλ». Στο «Βλάχο», παραλείπει το πατρικό όνομα «Γ.» και το «Χ» γράφει ολόκληρο «Χατζή». Πολύ σοφά, σα θεατρική σκηνογραφία, με δύο πρωταγωνιστικά πρόσωπα, χωρίζει το έργο σε δύο τμήματα, μ’ ένα καταρράχτη που πέφτει από ψηλά. Δεξιά ο Βλάχος καθιστός, με φουστανέλα και φέσι στο κεφάλι, παίζει τη φλογέρα του. Κουμπούρια στο ζωνάρι του, δύο νεροκολοκύθες στα πόδια του, τον πιστό σκύλο του αριστερά κι ένα κατσικάκι δεξιά. Η κάπα, το ντουφέκι και το ταγάρι του, κρεμασμένα στο δέντρο. Προβατάκια να βόσκουνε, κι από το ψήλωμα που πέφτει ο καταρράχτης, το χωριουδάκι με τ’ άσπρα σπίτια και τις κόκκινες στέγες. Αριστερά καθιστή, η Βλάχα, με την πολύχρωμη και φαμένη στον αργαλειό φορεσιά της, με το δεξί χέρι βαστά γκλίτσα και τ’ αριστερό ακουμπισμένο στην ποδιά της. Κάτω από δέντρο, γύρω της βόσκουνε κατσικάκια. Το τοπίο υψώνεται σε βυζαντινό ρυθμό, ενώ σ’ ένα κομμάτι γαλάζιο ουρανό, με ίχνη από συννεφάκια, φανερώνουν άνοιξη, αφού κι ανάμεσα στους πράσινους θάμνους, βλέπουμε να τους στολίζουνε κόκκινες παπαρούνες. Τ’ ακαθόριστα δέντρα είναι κι αυτά ανθισμένα.
Ο Οδυσσέας Ελύτης παρατηρεί: «Σ’ όλους τους πίνακες που φιλοτέχνησε ο ακούραστος αυτός γυρολόγος, όχι για να ικανοποιείται με την ιδέα ότι είναι καλλιτέχνης αλλά για να χορταίνει τη χρωματική πείνα του, επανατοποθετείται η Τέχνη στην αρχική της βάση, τη Φύση. Σε μιαν εποχή που οι εγκεφαλικές αναζητήσεις - ενδιαφέρουσες δεν αντιλέγω - έφτασαν να συναγωνίζονται την Τεχνολογία και να εισδέχονται την αλήθεια των πραγμάτων από δεύτερο χέρι, εκείνος ξανάγραψε μια πρώτη σελίδα. Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Πολύ περισσότερο που σαν φαινόμενο, παρουσιάσθηκε όχι αλλού αλλά στη Λέσβο. Ένα νησί που διαθέτει και από ιστορική άποψη ακόμη, την πιο πλούσια και παλαιά φυσιοκρατική παράδοση».
Οι άλλες τοπιογραφίες
Σημαντικό μέρος από τα έργα που φιλοτέχνησε ο Θεόφιλος, είναι τοπιογραφίες ή πρόσωπα ή θέματα μέσα σε τοπία. Έτσι, στο Μουσείο Θεόφιλου στη Βαρειά, στη γαλήνη που απλώνει ο ελιώνας, έχουμε τούτα τα θεοφιλικά έργα: Διά της Κρεβατής κατασκευάζονται πανία διάφορα εκ της Υπαρχίας της Μυτιλήνης Αγιάσου, Εν Μυτιλήνη, 1933. Άθως η Άγιον Όρος, 1933. Μυτιλήνη είσοδος του λιμένος, 1933, Γρύππος Μυτιλήνης, 1928. Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ, Εν Μυτιλήνη, 1928. Μέγα Κωδονοστάσιον της Αγίας Φωτεινής Σμύρνης, 1932. Το όρος των Ελαιών, Εν Μυτιλήνη, 1929. Άποψις του Γιάφφα, Εν Μυτιλήνη, 1933.
Ο Δήμαρχος των Μεγάρων Γεώρ. Τσαλαπάτας. Ο Χορός των ευζώνων Χωρικών και Δεσποινίδων εις τα Μέγαρα, 1933. Τραγουδήσεται παιδιά εφώναξε ο Δήμαρχος. Ευζωνάκια παλληκάρια θα μεθνίσεται του Κωνσταντίνου την ημέρα θα γλεντίσεται. Μέγα Τουρκικόν εξοχικόν Καφενείον του Αϊδινείου, 1933. Η Διασκέδασις της συμορίας του Γκερ Άλη ζεγπέκ και του υπαρχηγού Μπαμαξήζ Αράπη Διασκεδάζοντες εν ημέρα του βαϊράμιον, το 1822. Ο Στρατηγός της Πελλοπονήσου, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης εις τον κάμπον της Λέρνης λίμνης συναθροίζει τους Νικητάς του Δράμαλη, 1933. Η Αίτνα Ένθα αντικρύζει ο Βεσούζιος, Εν Μυτιλήνη, 1926. Ο Ιώβ ελέγχει την σύζυγον αυτού, Εν Μυτιλήνη 1930. Μυτιλήνη ο Μώλος, 1933. Πρόσοψις του Αγίου Τάφου του Σωτήρος, Εν Μυτιλήνη, 1932. Ο Αποχαιρετισμός του Αχιναύρχου, 1932. Μυτιλήνη το Φρούριον, 1933. Παράλιον Χωρίον της Μυτιλήνης η Βαρεία, Εν Μυτιλήνη, 1931. Ζίμπερ Άλτα Υπαρχεία Ιταλίας, 1928. Το Εισόδημα στο Μόλυβο, Εν Μυτιλήνη (αχρονολόγητο). Αγροτικό χωρίς τίτλο, 1930. Αγιασώτισες χορεύοντες εις την Καρύνην, 1930. Καβαλλάρια επί όνους Δεσποινίδων, 1931. Ο Ιορδάνης ποταμός, Εν Μυτιλήνη, 1933. Η χρυσή πύλη του Βασιλέως Δαυίδ εις Ιεροσόλημα, 1933, Εν Μυτιλήνη. Όψις της Ιεροσαλήμ από το όρος των Ελαιών, Εν Μιτυλήνη, 1933. Το 1853, ο Σουλτάν Μωάμεθ παραχωρών τα Προνόμια εις τον Πατριάρχην Γεννάδιον, 1932. Η Νεκρά Θάλασσα, Εν Μυτιλήνη, 1933. Καπερναούμ Παράλιος πόλις της Τεβεριάδος Θαλάσσης και το φρούριον αυτής, Εν Μυτιλήνη, 1933. Οδός Μιτυλήνης Επί Τουρκοκρατείας το 1888. Περιβόλι παρά τον ποταμόν αλισύδα, και σήμερον δεν υπάρχει τον εχάλασαν, 1932. Λουτρά Θερμής Μυτιλήνης, 1933. Έχωμεν Γιαούρτι και Γάλα φρέσκο, ανυπόγραφο κι αχρονολόγητο. ΓΑΛΑΚΤΟΠΩΛΕΙΟΝ. Κυνηγοί εις το δάσος, 1933. Ο Κόλπος της Γέρας, Εν Μυτιλήνη, 1932. Σκάλα Συκαμία Εν Μυτιλήνη, 1933. Οι Πυραμίδες και ο Νείλος ποταμός της Αιγύπτου, 1928. Εν Κωνσταντινουπόλει Αγία Σοφία, 1932. Η Πύλη της Δαμασκού, Εν Μυτιλήνη, 1932. Όλα τα έργα είναι ζωγραφισμένα σε πανί κι έχουν την υπογραφή «Έργον Θεοφίλου Γ. Χ#Μιχαήλ».
Άλλες τοπιογραφίες, σε φορητούς πίνακες του Θεόφιλου, είναι: Η πρωτεύουσα της Θεσσαλίας Λάρισα και ο Πηνειός ποταμός, 1930. Η Άγρα των Άρκτων υπό των Κοζάκων Ρώσων, 1933. Η Αγία πόλις Ιεροσαλήμ, Εν Μυτιλήνη, 1932. Αλβανιτόβλαχοι εν Θεσσαλία κάτοικοι με τα γίδια τους και Αγελάδας κατασκευάζοντες τυρίον και βούτυρον, 1933. Καφενείον ο Κάραβος, 1911. Όλα με την υπογραφή «Έργον Θεοφίλου Γ. Χ#Μιχαήλ», Συλλογή Εμπορικής Τράπεζας. ΚΑΦΕΝΕΙΟΝ ΤΩΝ ΓΕΩΡΓΩΝ ΜΙΧΑΗΛ Ν. ΑΝΤΩΝΕΛΛΟΥ, ελαιογραφία σε λαμαρίνα, ανυπόγραφο, αχρονολόγητο, Συλλογή Εθνικής Πινακοθήκης. Ο Χαιρετισμός του Μάη, 1919, ελαιογραφία σε χαρτόνι, συλλογή Κίτσου Μακρή, Βόλος. Ελβετικόν δάσος, συλλογή Δ. Τακτικού, Μυτιλήνη. Νεάπολις της Ιταλίας και ο Βεζούβιος, 1914, πανί με νερόχρωμα, συλλογή Γ. Κοντογιάννη, Άγιος Γιάννης Άνω Βόλου. Η Γέφυρα της Λάρισσας, σε μουσαμά, ανυπόγραφος, αχρονολόγητος, ίσως του 1920, συλλογή Μαστρακώστα, Βόλος. Η Αγία Άννα της Χαλκίδος, 1927, ιδιωτική συλλογή, Μυτιλήνη. Η σύναξις των χωρικών υπό διαφόρων πόλεων της παύσεως των απέλων φέρωντες Πανήγυριν της εισοδείας του κονιάκ του Ανδρέου Καμπά εν Πιραιεί, 1930, πανί, συλλογή Κ. Κούμπα, Μυτιλήνη. Θερισμός, ξύλο, συλλογή Θ. Παρασκευαΐδη, Μυτιλήνη. Ο Κήπος της Εδέμ, 1910, τοιχογραφία στο Πήλιο, δεν υπάρχει σήμερα. Άποψις Μακρυνίτσης, 1912. Πορταριά-Κάραβος, 1912, τοιχογραφίες, στο αρχοντικό Γιάννη Κοντού, σημερινό Μουσείο Θεόφιλου, Ανακασιά Πηλίου. Χωρίον της Μυτιλήνης Κωμκό, 1912, τοιχογραφία στο σπίτι Μεσημβρινού, Ανακασιά Πηλίου. Ίσως υπάρχουνε κι άγνωστα έργα του Θεόφιλου. Αυτά κατέγραψα.