Πάνω στο γείσο του μεγάλου κτηρίου της Εθνικής Τράπεζας ήταν ένα σαμιαμίδι και δίπλα του ένας σπουργίτης. Είχαν κουρνιάσει από ώρα και κοιτούσαν κάτω χαμηλά το αδιάκοπο πέρα - δώθε στην Λεωφόρο Κυπρίων Αγωνιστών.
Πάνω στο γείσο του μεγάλου κτηρίου της Εθνικής Τράπεζας ήταν ένα σαμιαμίδι και δίπλα του ένας σπουργίτης. Είχαν κουρνιάσει από ώρα και κοιτούσαν κάτω χαμηλά το αδιάκοπο πέρα - δώθε στην Λεωφόρο Κυπρίων Αγωνιστών. Το σαμιαμίδι προσπαθούσε να βρει κάποια πατέντα, κάποια λογική στο πώς κινούνται άνθρωποι και οχήματα.
«Σου λέω πως τα πάντα ρυθμίζονται από τους στύλους με τα φώτα εκειπέρα», είπε το σαμιαμίδι. «Αν παρατηρήσεις κάθε φορά που αλλάζει χρώμα, οι άνθρωποι μέσα στις τέσσερις ρόδες και οι άνθρωποι πάνω στις δύο ρόδες που κάνουν θόρυβο, σταματούν ή ξεκινούν ανάλογα. Το ίδιο και οι άνθρωποι που είναι με τα πόδια τους. Ανάλογα με τα φώτα διασχίζουν τον δρόμο ή στέκονται και κοιτούν. Πρέπει να υπάρχει κάποιος αλγόριθμος για όλα αυτά. Εσύ τι λες;»
Το σπουργίτι ανασήκωσε τους ώμους. «Μεχμέτ», είπε μόνο. Δεν ήξερε άλλη λέξη. Μεχμέτ ήταν το όνομά του και ήταν το ίδιο σε όλες τις γλώσσες. Ερχόταν από μακριά, ήταν η πρώτη μέρα του στην καινούργια πόλη. Ο Μεχμέτ δεν φαινόταν χαρούμενος. Επίσης δεν φαινόταν να ενδιαφέρεται για αυτά που έλεγε το σαμιαμίδι.
«Με προβληματίζει, φίλε Μεχμέτ», συνέχισε το ερπετό, «η κανονικότητα των κινήσεων στον κόσμο των ανθρώπων. Κοίτα τα φαρδιά λούκια με τους ανθρώπους μέσα, σε τέσσερις ρόδες και πάνω σε δύο. Είναι καθαρά, έχουν ροή, έχουν τάξη. Το κοντινότερο που μπορώ να σκεφτώ είναι μια σειρά από μερμήγκια που δουλεύουν. Κοίτα και τα μέρη που υπάρχουν άνθρωποι δίχως ρόδες! Από εδώ ψηλά βλέπω πως υπάρχει κάποιο ανώτερο σχέδιο αλλά δεν καταλαβαίνω ποιο. Ανώτερο σχέδιο. Κάποιο ρόλο παίζουν τα πράσινα και τα κόκκινα φώτα. Υπάρχει και ένα τρίτο χρώμα το οποίο δεν ξεχωρίζω. Το βλέπω γκρίζο μα εμείς τα σαυροειδή δε βλέπουμε σε όλο το ερυθρό φάσμα, οπότε λέω πως κάτι προς το κόκκινο πρέπει να είναι και αυτό. Κοκκινοπράσινο. Δεν έχω τα εργαλεία, φίλε Μεχμέτ. Δεν έχω τα εργαλεία να καταλάβω τον κόσμο. Μόνο κοσμολογικές υποθέσεις μπορεί να κάνει κανείς. Εικασίες.»
«Μεχμέτ», επέμεινε ο σπουργίτης.
«Ναι, εγώ Νικήτας, Νικήτας το σαμιαμίδι. Άκου λοιπόν. Η λύση του προβλήματος σχετίζεται με τους στύλους με τα φώτα. Αναρωτιέμαι βέβαια πώς κινούνται οι άνθρωποι μέσα στις φωλιές τους. Εκεί δεν έχει στύλους με φώτα, έχει κάποια άλλα φώτα σαν ήλιοι μικροί στο ταβάνι. Και εκεί αισθάνομαι κάποια σχέση αδιόρατη. Με παρακολουθείς;»
Ο Μεχμέτ κοίταξε τον Νικήτα με απελπισία. Ήθελε να του πει πως πεινάει. «Μεχμέτ», είπε και χάιδεψε την κοιλιά του ανασηκώνοντας την μία φτερούγα και τρίβοντας κυκλικά με την άλλη.
Με αυτή την αλληγορία ευχόμαστε καλό ταξίδι στο φορτηγάκι της ΜΚΟ «Αγκαλιά» που ξεκίνησε από χτες φορτωμένο για τον Έβρο, με επιβάτη τον ονειροβάτη παπά-Στρατή και με τελικό προορισμό τους πρόσφυγες που εκεί δοκιμάζονται, την ανθρωπιά μας που εκεί παραπαίει, την ανθρώπινη λογική που δεν στέκεται στο ύψος της ανθρώπινης καρδιάς.