Μπαίνω βέβαια στα οικόπεδα του γιου μου Νίκου Σαραντάκου, αλλά δε μου αρέσει να χρησιμοποιώ εντυπωσιακές λέξεις χωρίς να τις ερμηνεύω. Αποδιοπομπαίος αρχικά σήμαινε «αποτρέπω επικείμενα κακά με παρακλήσεις προς τον Δία» (κατά το λεξικό Τεγόπουλου - Φυτράκη).
Μπαίνω βέβαια στα οικόπεδα του γιου μου Νίκου Σαραντάκου, αλλά δε μου αρέσει να χρησιμοποιώ εντυπωσιακές λέξεις χωρίς να τις ερμηνεύω. Αποδιοπομπαίος αρχικά σήμαινε «αποτρέπω επικείμενα κακά με παρακλήσεις προς τον Δία» (κατά το λεξικό Τεγόπουλου - Φυτράκη). Το παλαιότερο, αλλά κατά την ταπεινή μου γνώμη, πληρέστερο λεξικό του «Ηλίου», στο λήμμα «αποδιοπομπαίος» δε γράφει τίποτα αλλά παραπέμπει στο λήμμα «αποπομπαίος», που το ερμηνεύει ως «αυτός που αποπέμπεται από την κοινότητα, φέρων όλας τας αμαρτίας της».
Η ιστορία είναι πανάρχαιη, αφού ξεκινά από την αιγυπτιακή θρησκεία. Στις ετήσιες τελετές του «μεγίστου καθαρμού» φόρτωναν, μεταφορικώς, όλες τις αμαρτίες της κοινότητας σε ένα γάιδαρο και τον έδιωχναν στην έρημο. Από τους Αιγυπτίους πήρανε την τελετουργία οι Εβραίοι, που την ονόμασαν Αζαζήλ και, για λόγους οικονομίας ίσως, αντικαταστήσανε τον γάιδαρο με τράγο. Εν πάση περιπτώσει, η έκφραση «αποδιοπομπαίος τράγος» σημαίνει αυτόν πάνω στον οποίο φορτώνουμε όλα τα κακά που μας βρίσκουν.
Πρόθεσή μου βεβαίως, όπως προλέγω, δεν είναι να γράψω γλωσσικού χαρακτήρα σημείωμα, μπαίνοντας σε ξένα οικόπεδα, αλλά να πω κι εγώ την κουβέντα μου σε τελευταία δήλωση του Φόρεστ ΓΑΠ, όπως τη διάβασα στις εφημερίδες και σύμφωνα με την οποία το Δημόσιο έχει καταντήσει «μήτρα διαφθοράς» με το χάος της πολυνομίας και τις αγκυλώσεις της γραφειοκρατίας. Βρέθηκε, λοιπόν, ο αποδιοπομπαίος τράγος: είναι το Δημόσιο, ή ακριβέστερα οι εργαζόμενοι που υπηρετούν στο Δημόσιο.
Φυσικά πρόκειται για καραμπινάτη ανακρίβεια, για να μη μεταχειριστώ βαρύτερο χαρακτηρισμό. Εντάσσεται και αυτή στο «λεφτά υπάρχουν» προ των εκλογών, «δεν υπάρχει σάλιο» την επομένη των εκλογών και γενικότερα στην ταχτική να τα φορτώνουμε όλα στους άλλους, απεκδυόμενοι πάσης ευθύνης. Μου θυμίζει πολύ το «εγώ απλώς προήδρευα» του μπαμπάκα του.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Ας ξεκινήσουμε από τους αριθμούς. Είναι πράγματι τόσοι πολλοί οι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ελλάδα; Παραβλέποντας την πικρή αλήθεια πως κανένας αρμόδιος δεν μπορεί ακόμα να μας δώσει τον ακριβή αριθμό των προσώπων που παίρνουν, με τη μία ή την άλλη ιδιότητα, μισθό από τις δημόσιες υπηρεσίες ή τους δημόσιους οργανισμούς, υποστηρίζω πως η Δανία και η Σουηδία έχουν περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους αναλογικώς με τον πληθυσμό τους. Με μια κεφαλαιώδη διαφορά: Στη Δανία ο κρατικός μηχανισμός είναι έτσι ρεγουλαρισμένος ώστε όλοι οι απασχολούμενοι σ’ αυτόν δουλεύουν. Στη «Δανία του Νότου» (τρομάρα μας), στο δικό μας ξεχαρβαλωμένο κράτος, όσοι δουλεύουν (και είναι πολλοί) το κάνουν από ευσυνειδησία ή από μεράκι. Κανείς δεν τους υποχρεώνει.
Ας έρθουμε τώρα στο πώς γίνανε τόσοι πολλοί οι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ελλάδα. Ας μου επιτρέψετε να αναφερθώ στην προσωπική μου εμπειρία. Προ της Χούντας υπηρετούσα ως μηχανικός στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών μεγάλου κρατικού οργανισμού. Ήμασταν εκεί κάπου 45 μηχανικοί όλων των ειδικοτήτων και ήταν η εποχή που ο Οργανισμός αυτός έβαλε τα θεμέλια της τουριστικής ανάπτυξης της χώρας. Όλα τα «Ξενία», όλοι οι οδικοί σταθμοί, όλη η τεχνική υποδομή με δυο λόγια, τότε δημιουργήθηκε. Ακόμα και οι προδιαγραφές των υλικών τότε διατυπώθηκαν για πρώτη φορά.
Κατά τη διάρκεια της Χούντας έκανα τον ελεύθερο επαγγελματία και αμέσως μετά διορίστηκα στη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων κρατικής τράπεζας, που είχε τότε αναπτυξιακό κατά κύριο λόγο χαρακτήρα. Και εκεί το σύνολο των μηχανικών δεν ξεπερνούσαμε τους 50. Όταν όμως ήρθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ, κάθε τμήμα της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων αναβαθμίστηκε σε υποδιεύθυνση, με προϊστάμενο, αναπληρωτή προϊστάμενο και πολύ περισσότερους εργαζομένους, μονίμως ή επί συμβάσει. Φτάσαμε τότε τους 200! Και το παράδοξο είναι πως τότε ακριβώς η τράπεζα έχασε τον αναπτυξιακό της χαρακτήρα και μεταλλάχθηκε σε κοινή εμπορική. Όταν δε πήγα να δω στον Οργανισμό, που λέγαμε, τους παλιούς μου συναδέλφους, τα έχασα, γιατί είχαν τριπλασιαστεί!
Όπως γράφω πιο πάνω, σε μας πολλοί υπάλληλοι δουλεύουν από ευσυνειδησία και πολλές φορές γίνονται στόχος των κοπανατζήδων συναδέλφων τους γιατί «χαλάνε την πιάτσα». Δεν υπερβάλλω καθόλου ισχυριζόμενος κάτι τέτοιο. Και είναι αξιοθαύμαστα όσα έχει πετύχει, κάτω από αντίξοες συνθήκες, σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες το μεράκι και η πρωτοβουλία πολλών υπαλλήλων, κυρίως επιστημόνων, παρά την έλλειψη οποιουδήποτε κεντρικού προγραμματισμού και παρά την απροθυμία πολλών προϊσταμένων να στηρίξουν τις πρωτοβουλίες τους αυτές.
Φυσικά δε θα παραβλέψω το γεγονός πως πολλοί που διορίστηκαν με μέσον (ας θυμηθούμε το αλησμόνητο «τα δικά μας παιδιά» του άλλου πρωταθλητή της πολιτικής εντιμότητας), είναι εσκεμμένως αργόμισθοι, αλλά ακόμα και σ’ αυτό νομίζω πως δε φταίνε οι υπάλληλοι οι καημένοι (Καρυωτάκης). Όταν ένας υπάλληλος δε δουλεύει, αλλά την κοπανάει ή, το χειρότερο, έχει παραλλήλως και μιαν άλλη κρυφή δουλίτσα, δε φταίει μόνον αυτός. Πρωτίστως φταίει ο προϊστάμενός του, που δεν τον ελέγχει ή που τον ανέχεται. Το να διαπιστώνεις πως κάτι δεν πάει καλά και να το ανέχεσαι, είναι η χειρότερη στάση.
Όταν έμαθα πως ο πρωθυπουργός μας επικαλέσθηκε το γεγονός «ότι κυβερνάει (ένα χρόνο τώρα) μια διεφθαρμένη χώρα, δεν ξέρω γιατί ο νους μου πήγε σε κάποιους ασεβείς στίχους του Τεύκρου Ανθία:
«Χα χα! Γελάω. Ναι, γελάω σαρκαστικά,
γιατί δεν πας ν’ αυτοκτονήσεις, αν υφίστασαι,
αφού φιλάνθρωπε δυνάστη δεν εξίστασαι
από του ύψους σου ορών τόσα κακά!»
Επιμύθιο: Ανεξαρτήτως όλων, διαβάζετε, αγαπητοί αναγνώστες, ποίηση. Κάνει καλό.