Η αυτοεκτίμηση είναι ένας δείκτης της κοινωνικής αποδοχής. Όσοι άνθρωποι ανήκουν σε ομάδες, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν από αυτούς που δρουν μεμονωμένα.
Η αυτοεκτίμηση είναι ένας δείκτης της κοινωνικής αποδοχής. Όσοι άνθρωποι ανήκουν σε ομάδες, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν από αυτούς που δρουν μεμονωμένα. Άρα έπρεπε να αναπτυχθεί ένα σύστημα ελέγχου των περιβαλλοντικών και κοινωνικών ερεθισμάτων για να διαπιστώνεται ποια μέλη είναι αποδεκτά και ποια απορριπτέα. Δεδομένου ότι η αυτοεκτίμηση εξαρτάται εν πολλοίς από το κοινωνιολογικό βλέμμα των άλλων για να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, πρέπει να συνάδει με συμπεριφορές αποδεκτές από αυτούς.
Σύμφωνα με τη θεωρία της ταυτότητας, ο εαυτός αποτελείται από πολλαπλές πτυχές και από παράλληλους κοινωνικούς ρόλους, οι οποίοι αντικατοπτρίζουν τη θέση που έχει το άτομο στην ευρύτερη κοινωνική δομή. Ταυτότητα είναι ένα άθροισμα πεποιθήσεων, συναισθημάτων, προσδοκιών και απόψεων που αναφέρονται στον εαυτό μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο κοινωνικό φάσμα. Η προσωπική ταυτότητα αποτελείται από αναπαραστάσεις και αντιλήψεις για τις ιδιότητες του εαυτού. Η διαδικασία της επαλήθευσης της αυτοεπιβεβαίωσης ενεργοποιείται όταν η σημασία ενός κοινωνικού ρόλου ταυτίζεται με το περιεχόμενο και τις προσδοκίες μιας προσωπικής ταυτότητας. Με τον τρόπο αυτό, το άτομο προσδιορίζεται μέσα στο κοινωνικό σύνολο και απολαμβάνει συναισθημάτων αποδοχής και υψηλής αυτοεκτίμησης. Εν ολίγοις, σκοπός των ανθρώπων είναι να προσαρμόζουν τις πράξεις τους έτσι ώστε οι κοινωνικές προσδοκίες να ταυτίζονται με τους προσωπικούς ρόλους, όπως αυτοί υποκειμενικά βιώνονται από το άτομο. Κάθε φορά που υπάρχει ασυμφωνία ανάμεσα σε αυτά τα δύο, ενσκήπτουν αρνητικά συναισθήματα απόρριψης, κατάθλιψης, ζήλιας και απαξίωσης. Η αυτοεκτίμηση που έχει αποκτηθεί από προηγούμενες καταστάσεις επιτυχούς προσαρμογής, δρα σε αυτή την περίπτωση ως καταπραϋντικό του άγχους. Για παράδειγμα, εάν κάποιος έχει σχηματίσει την αυτοεικόνα του ευφυούς ανθρώπου, αλλά σε μια δεδομένη στιγμή αποτύχει να το αποδείξει και γίνει αποδέκτης προσβολών, τότε μέσα στο μυαλό του θα ξεκινήσει μια διαδικασία εσωτερικού διαλόγου, εμπλουτισμένου με εικόνες επιτυχιών και επιχειρημάτων, που δε θα αναφέρονται στους άλλους, αλλά αποσκοπούν στο να διατηρήσουν και να τεκμηριώσουν στον ίδιο την αυτοεικόνα του ευφυούς. Το πρόβλημα εστιάζεται στο ότι η αυτοεκτίμηση είναι αναλώσιμη, εξαντλείται δηλαδή γρήγορα. Εάν οι μελλοντικές ενέργειες του ατόμου αυτού δε στεφθούν από επιτυχία, τότε θα αρχίσει σταδιακά η μεταβολή της αυτοεικόνας ή η διαιώνισή της μέσω επίπλαστων καταστάσεων και άλλων μηχανισμών άμυνας. Οι άνθρωποι προσπαθούν να αυξήσουν την αυτοεκτίμησή τους αποφεύγοντας καταστάσεις, ανθρώπους και ερεθίσματα που μπορούν να την απειλήσουν. Επιλέγουν συστηματικά να ανήκουν σε ομάδες και πλαίσια όμοια με αυτούς, όπου η επιτυχία είναι εξασφαλισμένη ή όπου η ομάδα θα αναπληρώσει την αδυναμία τους να επιτύχουν υψηλό αυτοσυναίσθημα (π.χ. οπαδοί). Σε κάθε περίσταση μπορεί κανείς να διακρίνει τέσσερις ενότητες: ένα εσωτερικό μηχανισμό αναφοράς, στον οποίο καταφεύγει το άτομο για να προσδιορίζει τις σημασίες της αυτοεκτίμησης και τα κριτήρια διατήρησής της, ένα αντιληπτικό σύστημα, το οποίο επεξεργάζεται την παρούσα κατάσταση, μία διαδικασία σύγκρισης αυτών των δύο και τέλος ένα άθροισμα ενσυνείδητων και ασυνείδητων συμπεριφορών, που αποσκοπούν στο να κάνουν συμβατά τα εσωτερικά κριτήρια αυτοεκτίμησης με τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα και τα δεδομένα της παρούσας κατάστασης. Εάν κάποιος κατορθώσει να συνταιριάξει τα εξωτερικά δεδομένα με την εσωτερικευμένη εικόνα του γι’ αυτή μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς τους, τότε θεωρεί ότι έχει επιτύχει και η αυτοεκτίμησή του αυξάνεται.
* Ο Ευστράτιος Παπάνης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου.