Με την προφυλάκιση του πατρός Εφραίμ ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα μια σειρά από ζητήματα σε σχέση με τη χριστιανική πνευματική παράδοση και τους ανθρώπους που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έχουν συνδέσει τη ζωή τους με αυτή.
ΕΜΒΟΛΑ
Με την προφυλάκιση του πατρός Εφραίμ ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα μια σειρά από ζητήματα σε σχέση με τη χριστιανική πνευματική παράδοση και τους ανθρώπους που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έχουν συνδέσει τη ζωή τους με αυτή. Ο πατήρ Εφραίμ είναι ένας άνθρωπος που πριν από κάποια χρόνια έγινε δεκτός στο Άγιο Όρος, εκάρη μοναχός και συνέδεσε τουλάχιστον τυπικά τη ζωή του μ’ έναν κώδικα ασκήσεως, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί μέσα στην παράδοση της ανατολικής χριστιανικής Εκκλησίας και του Αγίου Όρους. Με αυτόν τον τρόπο, μια συζήτηση περί του προσώπου του σαφώς μπορεί να αποτελέσει συζήτηση περί αυτού του κώδικα της ασκήσεως και των τρόπων με τους οποίους αυτός γίνεται αντιληπτός, χρησιμοποιείται και βιώνεται από τους ανθρώπους.
Αυτό που αρχικώς θέλω να υποστηρίξω περί αυτού του κώδικα της ασκήσεως, είναι ότι δεν πρόκειται περί ενός ηλεκτρονικού προγράμματος, το οποίο εγκαθίσταται σ’ έναν υπολογιστή και καθορίζει με αυστηρά καθορισμένο τρόπο τη λειτουργία του. Η γλώσσα της άσκησης δεν είναι γλώσσα που με την τυπική υιοθέτησή της να μπορεί να καθορίζει μηχανικώς και πλήρως την ύπαρξη και τη δράση των ανθρώπων που την υιοθετούν. Οι άνθρωποι ανάλογα με τις επιμέρους λογικές που κουβαλούν, διαμορφώνουν και επιμέρους σχέσεις με τον κώδικα της ασκήσεως, τα χαρακτηριστικά των οποίων καλούμαστε κάθε φορά να συμπεράνουμε μέσα από την παρατήρηση και την ερμηνεία των συγκεκριμένων γεγονότων και πράξεών τους.
Όσο και να φαίνεται περίεργο, δε θα αναφερθώ στις πράξεις και τα δεδομένα που έχουν σχέση με την επιχειρηματική δράση του πατρός Εφραίμ. Θα παραθέσω κάποια άλλα δεδομένα που αναφέρει σε πρόσφατο κείμενό του ο Μητροπολίτης Πέτρας (Κρήτης) κ. Νεκτάριος, και θα επιχειρήσω να τα ερμηνεύσω.
Αναφέρει, λοιπόν, ο Μητροπολίτης Πέτρας ότι ο πατήρ Εφραίμ, όταν αναδείχθηκε ηγούμενος της Μονής Βατοπεδίου, περίπου το 1990, «το πρώτο που έκανε, ήταν να ανακαλύψει ότι είναι Μεγίστη Μονή και το επανέφερε στους τίτλους της Μονής». Ποια είναι η σημασία αυτής της ενέργειας; Η απάντηση είναι σαφώς ζήτημα ερμηνείας. Ο ίδιος ο πατήρ Εφραίμ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι πρόκειται περί μιας δίκαιης διεκδίκησης ενός απολεσθέντος τίτλου. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο μια τέτοια διεκδίκηση συνάδει με ένα από τα βασικά νοήματα του κώδικα της ασκήσεως, όπως διατυπώνεται μέσα στο ευαγγελικό κείμενο, το οποίο λέει «Ος εάν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος. Και γαρ ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι» (Μαρκ. ι΄, 43-44).
Ένα δεύτερο δεδομένο. Η τάξη του Αγίου Όρους προβλέπει ότι όταν ένας μοναχός «κοιμηθεί», πρέπει να ραφτεί ολόκληρος μέσα στο ράσο του και αφού ψαλεί η εξόδιος ακολουθία στο νάρθηκα του καθολικού ναού, να ταφεί στον τάφο που έχει σκαφτεί στο κοιμητήριο έξω από το μοναστήρι. Όταν πέθανε πριν λίγο καιρό ο πνευματικός πατέρας του πατρός Εφραίμ, ο γέροντας Ιωσήφ, αντί να τον ράψουν ολόκληρο μέσα στο ράσο του, άφησαν ακάλυπτο το πρόσωπό του, ερμήνευσαν την έκφρασή του ως χαμόγελο και υποστήριξαν ότι πρόκειται για «χαμόγελο από την αιωνιότητα» (smile from eternity). Γράφει σχετικά ο Μητροπολίτης Πέτρας κ. Νεκτάριος: «Ερευνήσετε, σας παρακαλώ το διαδίκτυο, για να διαπιστώσετε πόσα κέντρα φίλων και υποστηρικτών της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου υπάρχουν, που προβάλλουν φωτογραφίες του Γέροντος Ιωσήφ κεκοιμημένου χαμογελώντας. Είναι όλα αυτά σύμφωνα με τη μοναχική μας παράδοση και τα αγιορείτικα θέσμια;»
Τα παραδείγματα αυτά, αλλά και πολλά άλλα, μπορούν να ερμηνευτούν ως σημάδια ενός πνευματικού αποπροσανατολισμού: «ξέφυγε πνευματικά». Επομένως, αντί να επιχειρείται να ταυτιστεί ο πνευματικός αυτός αποπροσανατολισμός με το πνεύμα της ασκήσεως, με το σκεπτικό ότι ο πατήρ Εφραίμ είναι το Άγιο Όρος ή η Εκκλησία, θα ήταν καλύτερο να επισημανθεί ότι αν θέλουμε να διαφυλάξουμε το πνεύμα της ασκήσεως, θα πρέπει κάθε φορά, όσο σκληρό και αν είναι, να το διακρίνουμε από τις αλλοιώσεις του.