Το τέλος αυτής της σχολικής χρονιάς πλησιάζει και πολλοί είναι οι γονείς που αναρωτιούνται αν το παιδί τους είναι έτοιμο να φοιτήσει στην Α΄ δημοτικού εν όψει της νέας σχολικής χρονιάς.
Το τέλος αυτής της σχολικής χρονιάς πλησιάζει και πολλοί είναι οι γονείς που αναρωτιούνται αν το παιδί τους είναι έτοιμο να φοιτήσει στην Α΄ δημοτικού εν όψει της νέας σχολικής χρονιάς. Το βασικό, λοιπόν, κριτήριο για την ένταξη, φοίτηση και επιτυχία του παιδιού στην πρώτη τάξη του δημοτικού είναι να παρουσιάζει σχολική ετοιμότητα.
Η σχολική ετοιμότητα είναι όρος που χρησιμοποιείται συχνά στην προσχολική και νηπιακή ηλικία. Με αυτό τον όρο εννοούμε ότι το παιδί είναι έτοιμο να ανταποκριθεί στο νέο περιβάλλον τόσο κοινωνικά όσο και εκπαιδευτικά. Συγκεκριμένα, μπορούμε να πούμε ότι το παιδί που έρχεται για πρώτη φορά στο σχολείο θα πρέπει να έχει τα στοιχεία και τις προϋποθέσεις που το καθιστούν έτοιμο να προσαρμοστεί και να δεχτεί τα νέα γνωστικά αντικείμενα, αλλά και να αντεπεξέλθει στις όποιες δυσκολίες συναντήσει. Θα πρέπει, λοιπόν, να παρουσιάζει σχολική ετοιμότητα στους παρακάτω τομείς: α) Προφορικό λόγο, β) Ψυχοκινητικότητα, γ) Νοητικές ικανότητες και δ) Συναισθηματική οργάνωση.
Πολλές φορές, όμως, σε παιδιά που δεν είναι ακόμα ώριμα για το σχολείο, που δεν έχουν δηλαδή αναπτύξει τις δεξιότητες που απαιτούνται για να μπορέσουν να ενταχθούν στην ομάδα, να ακολουθήσουν τους ρυθμούς του σχολείου, να έρθουν σε επαφή και να κατακτήσουν τις πρώτες σχολικές γνώσεις, δημιουργούνται μαθησιακές δυσκολίες. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν τα παιδιά είναι μικρότερα (παιδιά που έχουν γεννηθεί προς το τέλος του χρόνου), αλλά και σε μεγαλύτερα παιδιά που έχουν πιο αργό ατομικό ρυθμό ανάπτυξης. Αυτά τα παιδιά, όμως, με την κατάλληλη παρέμβαση, στις περισσότερες περιπτώσεις θα είναι έτοιμα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχολείου και να έχουν μία μαθησιακή πορεία χωρίς εμπόδια.
Στο σημείο αυτό πρέπει να ειπωθεί ότι τα ποσοστά μαθησιακών δυσκολιών στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλά. Αυτό οφείλεται στην σημαντική καθυστέρηση που υπάρχει στην αξιολόγηση των δυσκολιών και συνεπώς και στην παρέμβαση, με αποτέλεσμα οι δυσκολίες να παραμένουν και να μεγεθύνονται. Πλέον, όμως, υπάρχουν ανιχνευτικές δοκιμασίες οι οποίες μπορούν να εντοπίσουν τυχόν δυσκολίες ήδη από την τελευταία τάξη του νηπιαγωγείου. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι τέτοιου είδους δοκιμασίες εφαρμόζονται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες στο πλαίσιο του νηπιαγωγείου και θα πρέπει να αρχίσουν να γίνονται συστηματικά και στη δική μας χώρα.
Εν κατακλείδι, αξίζει να τονίσουμε τη σπουδαιότητα της πρώιμης διάγνωσης. Η πρώιμη διάγνωση δεν πρέπει να φοβίζει τους γονείς, πρώιμη διάγνωση σημαίνει πρώιμη αναγνώριση και συνεπώς πρώιμη παρέμβαση. Σκοπός της πρώιμης αναγνώρισης δεν είναι να στιγματίσουμε το παιδί, αλλά να το βοηθήσουμε να ξεπεράσει τις δυσκολίες του και να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε τη δημιουργία μεγαλύτερων δυσκολιών στο μέλλον.
* Η Μαρία Βερβέρη είναι ψυχολόγος απόφοιτος Α.Π.Θ., MSc Ψυχολογία Παιδιών και Εφήβων University of Leiden, Netherlands.