Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
O Μυτιληνιός μεταφραστής του πολυδιαβασμένου «Confiteor» Ευρυβιάδης Σοφός μιλάει στο «Ε»
Παρουσιάζοντας η Ξένη Μπαλωτή το «Confiteor» κατέληγε με τα εξής: «Το βιβλίο ευτύχισε να έχει εξαιρετική μετάφραση από τον Ε. Σοφό. Κάθε λάθος της θα μπορούσε να είχε υποβιβάσει το “Confiteor” σε ένα ακόμη βιβλίο!»
Η Μικέλα Χαρτουλάρη σε ρεπορτάζ της στην «Εφημερίδα των Συντακτών» σημείωνε: «Αντιστοιχεί με τον ορισμό του αντιεμπορικού αναγνώσματος, κι όμως έγινε το μπεστ σέλερ του καλοκαιριού. Το μυθιστόρημα Confiteor του Καταλανού Ζάουμε Καμπρέ, σε μετάφραση του Ευρυβιάδη Σοφού, έχει πουλήσει 12.000 αντίτυπα σε τέσσερις μόλις μήνες! Είναι ένα βιβλίο ογκώδες (736 σελ.), γραμμένο από έναν συγγραφέα πρώτης γραμμής αλλά ελάχιστα γνωστό στην Ελλάδα, με έναν τίτλο στα λατινικά ακατάληπτο για τους περισσότερους, και με τον παντοδύναμο αγγλοσαξονικό Τύπο, ξινό απέναντί του. Επιπλέον, η γραφή του απαιτεί τη συνεχή προσήλωση του αναγνώστη καθώς συμβαίνει να συναιρεί σε μια πρόταση πρωταγωνιστές και γεγονότα από διαφορετικές εποχές, εναλλάσσοντας αφηγηματικά πρόσωπα».
Ο Ευρυβιάδης Σοφός, Μυτιληνιός γέννημα-θρέμμα, βρέθηκε στη γενέτειρά του τις ημέρες των γιορτών και μίλησε σε εκδήλωση του βιβλιοπωλείου «Book & Art» για το «Confiteor», τη μετάφραση και πολλά άλλα. Με την ευκαιρία αυτή είχαμε την παρακάτω συζήτηση.
Δώστε μας λίγα στοιχεία για τη σχέση σας με τη Μυτιλήνη, τις σπουδές σας και τις επαγγελματικές σας ενασχολήσεις;
«Είμαι γεννημένος και έχω μεγαλώσει στη Μυτιλήνη. Το σχολείο μου ήταν το 5ο δημοτικό, και το 2ο Γυμνάσιο και Λύκειο. Όταν τελείωσα το Λύκειο, μην έχοντας πετύχει την είσοδο σε κάποια σχολή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ξεκίνησα σπουδές μετάφρασης και ξένων γλωσσών στο ιδιωτικό κολλέγιο “Ευρωπαϊκός Εκπαιδευτικός Όμιλος” που σήμερα έχει μετονομαστεί σε Metropolitan College. Τελειώνοντας έκανα τις εξετάσεις για να μπω στο τμήμα της Ισπανική Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Γρανάδα στην Ισπανία. Τα κατάφερα και μετά από αυτό το πτυχίο έκανα ένα μεταπτυχιακό πάνω στη Θεωρία της Λογοτεχνίας και τη Συγκριτική Λογοτεχνία στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης. Ολοκλήρωσα τις σπουδές μου το 2003 και επέστρεψα στην Ελλάδα για να τελειώσω με τις στρατιωτικές υποχρεώσεις μου. Από το 2004 διαμένω στην Αθήνα όπου απασχολούμαι ως καθηγητής Ισπανικής Γλώσσας στο Διδασκαλείο του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και ως μεταφραστής. Με τη ιδιότητα του καθηγητή Ισπανικής Γλώσσας και Πολιτισμού έχω απασχοληθεί στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο όπως και στη Λέσχη του Οικονομικού Πανεπιστημίου».
Πώς προέκυψε η ενασχόλησή σας με τη λογοτεχνική μετάφραση;
«Προέκυψε μετά από σπουδές που έκανα στην Αθήνα αλλά και στην Ισπανία σε σχέση με τη μετάφραση. Ασχολήθηκα περισσότερο με τη λογοτεχνική μετάφραση όταν επέστρεψα από την Ισπανία το 2003. Τότε μπόρεσα να χρησιμοποιήσω όλες τις γνώσεις που απέκτησα μέχρι και το 2003. Το Confiteor είναι το τρίτο μυθιστόρημα που μεταφράζω».
Τι είναι αυτό που προσέχετε ιδιαίτερα όταν μεταφράζετε και τι σας δυσκόλεψε στο «Confiteor»;
«Αυτό που περισσότερο μ’ ενδιαφέρει είναι να βρίσκω μια ισορροπία ανάμεσα στο πρωτότυπο κείμενο και την ελληνική γλώσσα. Μ’ ενδιαφέρει πολύ το κείμενο που θα έχει στα χέρια του ο έλληνας αναγνώστης να είναι ένα κείμενο γραμμένο σε σωστά ελληνικά, κατανοητά, ελληνικά που όντως μιλιούνται και γράφονται. Μέλημά μου ο σεβασμός στις επιλογές του συγγραφέα που θεωρώ ότι πρέπει να αποδίδονται στο μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό στο γλώσσα στην οποία μεταφράζονται. Το Confiteor είχε δυσκολίες που είχαν να κάνουν με το σύνολο από όρους θρησκευτικούς, ιατρικούς, πολεμικούς που πολλές φορές δεν έχουν αντιστοιχία στη γλώσσα μας. Επίσης σε πολλά σημεία η γλώσσα στο πρωτότυπο, στα Καταλανικά, είχε μεταβολές γιατί τα πρόσωπα περνούσαν από μια εποχή στην άλλη. Άλλα Καταλανικά μιλούσαν στον μεσαίωνα, άλλα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, άλλα μιλιούνται στις μέρες μας».
Γιατί αφήσατε τη λέξη-τίτλο του βιβλίου «Confiteor» αμετάφραστη;
«Ο τίτλος του βιβλίου όπως κυκλοφόρησε στο πρωτότυπο είναι Jo confesso δηλαδή Ομολογώ. Μιλώντας με τον συγγραφέα του βιβλίου, μου σχολίασε ότι η αρχική του επιθυμία ήταν το βιβλίο να κυκλοφορήσει με το όνομα Confiteor. Αυτό είχε ήδη συμβεί στη Γαλλία οπότε όταν παρέδωσα τη μετάφραση στις εκδόσεις Πόλις, σχολίασα στον εκδότη, κύριο Γκιώνη, όλα όσα είχαν να κάνουν με τον τίτλο και τελικά επιλέχθηκε το Confiteor».
Πώς εξηγείτε τη μεγάλη επιτυχία του «Confiteor» σε πολλές χώρες αλλά και στην Ελλάδα;
«Νομίζω ότι είναι ένα βιβλίο που πραγματεύεται πολύ βασικά σημεία της ανθρώπινης ζωής, τον έρωτα, την επιβίωση, τον θάνατο, τον Θεό. Το ελληνικό κοινό συνδέθηκε με αυτά τα κομμάτια ενός βιβλίου που κατά τ’ άλλα μάλλον απαιτεί περισσότερα από τον αναγνώστη: δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο, και όσον αφορά τη δομή, τον όγκο, τη σύνταξη και το περιεχόμενό του. Ήταν ένα στοίχημα του συγγραφέα, που νομίζω κέρδισε».
Έχει γραφεί ότι το «Confiteor» έχει στενή σχέση με τη μουσική. Ποια είναι η άποψή σας;
«Είναι ένα βιβλίο στενά συνδεδεμένο με τη μουσική ειδικά το βιολί που νομίζω ότι είναι το αγαπημένο μουσικό όργανο του Ζάουμε Καμπρέ και επαναλαμβάνετε σε πολλά βιβλία του. Το κείμενο αναπτύσσεται πολύ συχνά με όρους μουσικούς, έχει εισαγωγή, κορμό και επίλογο».
Η ελληνική λογοτεχνία, ποίηση-πεζογραφία, είναι γνωστή στην Ισπανία;
«Η λογοτεχνία είναι γνωστή σε πολύ συγκεκριμένα περιβάλλοντα, μεταξύ ανθρώπων που ασχολούνται με τη χώρα, με την κουλτούρα και τη γλώσσα μας. Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου ένα κείμενο γραμμένο στα Ελληνικά μπορεί να γίνει γνωστό μέσα από κάποια καλή μετάφραση, αυτό έχει συμβεί με την ποίηση του Καβάφη για παράδειγμα αλλά θεωρώ ότι πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις. Εξακολουθούμε να είμαστε μια, μάλλον μακρινή για τους Ισπανούς, χώρα από την Ανατολική Μεσόγειο παρόλο που έχουν γίνει φιλότιμες προσπάθειες να μεταφραστούν κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας».
Στη χώρα μας, κύριε Σοφέ, οι γονείς επενδύουν πολλά χρήματα για να μάθουν τα παιδιά τους ξένες γλώσσες; Καλά κάνουν; Μήπως φτάνουμε σε υπερβολές του τύπου να ξεκινάνε οι ξένες γλώσσες από την ηλικία των 6-7 ετών;
«Κάνουν καλά που ξεκινούν την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας για τα παιδιά τους. Θεωρώ, κι αυτό είναι προσωπική άποψη, ότι ένα παιδί δεν πρέπει να αναλάβει ένα φορτίο γνώσεων που ίσως να μην μπορεί να το κουβαλήσει. Μία ξένη γλώσσα, ενδεχομένως τα Αγγλικά, να είναι απαραίτητη ώστε το παιδί να συνηθίσει από νωρίς σε μια ξένη κουλτούρα και να έχει ανοιχτούς ορίζοντες στα δύσκολα χρόνια που ζούμε».