Μέχρι τώρα στην αγορά κυκλοφορούσαν κρασιά από βιολογικά σταφύλια. Σχετικά πρόσφατα ξεκίνησε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η προσπάθεια για την παραγωγή βιολογικών κρασιών, όμως οι αντιδράσεις των οινοπαραγωγικών βιομηχανιών παγώνουν τη διαδικασία θέσπισης ενός κανονισμού που θα προσδιορίζει το βιολογικό κρασί.
Μέχρι τώρα στην αγορά κυκλοφορούσαν κρασιά από βιολογικά σταφύλια. Σχετικά πρόσφατα ξεκίνησε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η προσπάθεια για την παραγωγή βιολογικών κρασιών, όμως οι αντιδράσεις των οινοπαραγωγικών βιομηχανιών παγώνουν τη διαδικασία θέσπισης ενός κανονισμού που θα προσδιορίζει το βιολογικό κρασί. «Στην πλειονότητα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν επιτευχθεί ακόμα οι συνθήκες για τη θέσπιση νέων κοινοτικών κανόνων όσον αφορά στην παραγωγή βιολογικού κρασιού.» Τούτο δήλωσε ο επίτροπος Γεωργίας, Ντάτσιαν Τσιόλος, βάζοντας με τον τρόπο αυτό «στο συρτάρι» την πρόταση κοινοτικού κανονισμού για το βιολογικό κρασί.
Το πλήγμα είναι μεγάλο για τον αμπελοινικό τομέα της Λήμνου που τα προηγούμενα χρόνια είχε επενδύσει σημαντικά στην παραγωγή βιολογικών σταφυλιών. Είναι δε το δεύτερο πλήγμα του κλάδου, αφού οι βιολογικοί αμπελουργοί που είχαν ενταχθεί την προηγούμενη πενταετία στο πρόγραμμα δε θα μπορέσουν να ενταχθούν ξανά όταν θα προκηρυχθεί το 2011. Έτσι, αναμένεται μεγάλη μείωση της παραγωγής βιολογικών σταφυλιών στη Λήμνο και του κρασιού που αυτά δίνουν.
Η παραγωγή βιολογικού κρασιού, μέσα στα πλαίσια ενός κοινοτικού κανονισμού, θα είχε θετική επίπτωση σε αυτή την ιδιαίτερη κατηγορία οινικών προϊόντων, απ’ τη στιγμή οι καταναλωτές θα γνώριζαν ότι υπάρχει θεσμοθετημένο πλαίσιο για τη διαδικασία παραγωγής τους, και η Λήμνος ως μια από τις περιοχές με σημαντική παραγωγή κρασιών αυτής της κατηγορίας θα αποκόμιζε σημαντικά οφέλη.
Η πρόταση για τη θέσπιση κανονισμού παραγωγής βιολογικών κρασιών βασιζόταν σε μελέτη ενός ανεξάρτητου φορέα (Οrwine), ο οποίος είχε εισηγηθεί διάφορα μέτρα για την κατοχύρωση του όρου «βιολογικό κρασί», ανάμεσα στα οποία και ένα χαμηλότερο όριο περιεκτικότητας σε θειώδη σε σχέση με τα συμβατικά κρασιά, καθώς και ένα πιο περιορισμένο κατάλογο επιτρεπόμενων πρόσθετων ουσιών και μεθόδων επεξεργασίας.
Πολλές, όμως, ευρωπαϊκές οινοβιομηχανίες αντέδρασαν στους εν λόγω ορισμούς, με αποτέλεσμα το θέμα της κατοχύρωσης του «βιολογικού κρασιού» να μετατίθεται για τις ελληνικές καλένδες.
Να σημειωθεί πως τα γλυκά κρασιά της Λήμνου παράγονται χωρίς καμμία χημική επεξεργασία.