Ο Φάνης Κιρκινέζος, απόφοιτος του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου με τη ζηλευτή καριέρα στον κόσμο του θεάματος και υπεύθυνος για την ανακαίνιση του θεάτρου «Ακροπόλ» της Αθήνας, μιλά στο «Ε».
Φάνης Κιρκινέζος, ο απόφοιτος του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου με τη ζηλευτή καριέρα στον κόσμο του θεάματος και υπεύθυνος για την ανακαίνιση του θεάτρου «Ακροπόλ» της Αθήνας μιλά στο «Ε»
Μέχρι πριν από επτά χρόνια ήταν φοιτητής του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Σήμερα, σε ηλικία μόλις 29 ετών, είναι μουσικός παραγωγός και υπεύθυνος για την ολική ανακαίνιση του θεάτρου «Ακροπόλ» της Αθήνας. Με αφορμή πρόσφατο δημοσίευμα του περιοδικού «g/k» της εφημερίδας «Καθημερινή», το «Ε» μιλάει σήμερα με το Φάνη Κιρκινέζο, που θυμάται τα χρόνια που πέρασε στη Μυτιλήνη, κάνει μια εκτίμηση της σημερινής κατάστασης που επικρατεί πολιτιστικά στη Λέσβο και εξηγεί το γιατί αποφάσισε να επενδύσει στον πολιτισμό μέσα στη δύσκολη οικονομική συγκυρία που διανύουμε.
Κύριε Κιρκινέζο, πόσα χρόνια έχει που φύγατε από τη Μυτιλήνη; Τι θυμάστε από τη φοιτητική σας ζωή στο νησί;
«Σπούδασα στο Τμήμα Γεωγραφίας από το 2000 έως το 2004 και έκτοτε έχω επιστρέψει για συναυλίες πολλές φορές με τους καλλιτέχνες που συνεργάζομαι. Έχω μαγικές αναμνήσεις από την πόλη και το νησί, εκεί έχω περάσει τα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου. Κάποτε έλεγα σε μια φίλη μου: “όταν μου έλεγαν, όσο ήμουν μικρός, να διαβάζω για να περάσω στο πανεπιστήμιο, δε φανταζόμουν πόσο καλά θα περνούσα”. Η Μυτιλήνη διένυε τότε και μια περίοδο ανακατασκευής, η Ερμού είχε ακόμη την παλιά της ρυμοτομία, υπήρχαν τα μισά καφέ από σήμερα, ήταν μεν εκσυγχρονισμένη πόλη, αλλά όχι ακόμη σύγχρονη. Ακόμη και το Πανεπιστήμιο είχε μόνο τέσσερα τμήματα, που έγιναν έξι όταν μπήκα εγώ. Όλα στήνονταν, υπήρχε η διάθεση ότι τα πράγματα προχωράνε προς το καλύτερο.»
Πώς έγινε και από φοιτητής Γεωγραφίας, κάνατε στροφή στα καλλιτεχνικά;
«Όσο ήμουν εκεί, μαζί με παρέα φίλων, που ήταν ο Βαγγέλης ο Παπαντώνης, ο Παναγιώτης ο Τσιλιγιάννης και ο Γιώργος ο Μαυράκης, σκεφτήκαμε ότι φεύγοντας από τις πόλεις μας φτάσαμε σε έναν τόπο στον οποίο δε γινόταν τίποτα πολιτιστικό. Το χειμώνα ειδικά ήταν δραματική η κατάσταση. Εκμεταλλευτήκαμε τον έντεχνο χώρο, που ήταν και η μουσική που ακούγαμε, και καθώς τότε περιόδευαν ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Χρήστος Θηβαίος, πήραμε θάρρος και ζητήσαμε από έναν παραγωγό να μας βοηθήσει, ώστε να διοργανώσουμε μια συναυλία τους στη Μυτιλήνη. Ο ίδιος μάς ρώτησε αν θα μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και σε άλλα νησιά του Πανεπιστημίου Αιγαίου και έτσι κάναμε τις πρώτες τρεις συναυλίες σε Ρόδο, Χίο και Μυτιλήνη, όλες με φοιτητές και με μεγάλη βοήθεια από πολλούς ανθρώπους. Παρ’ όλο που υπήρξαν πολλές αντιδράσεις από την τοπική κοινωνία και το Πανεπιστήμιο, οι συναυλίες είχαν τελικά μεγάλη απήχηση. Συνεχίσαμε με τη συναυλία των “Πυξ Λαξ” στο Κάστρο της Μυτιλήνης το 2003.»
Η ανακαίνιση του «Ακροπόλ»
Πώς εξελίχθηκε από τότε η συνεργασία σας; Συνεχίστηκε και εκτός Λέσβου;
«Ναι, αφού επέστρεψα από την Αγγλία όπου είχα φύγει για κάποια χρόνια για σπουδές, με το Γιώργο το Μαυράκη συνεχίσαμε να συνεργαζόμαστε. Μαζί έχουμε την εταιρεία “Sui Generis Music”, με την οποία εκπροσωπούμε σημαντικούς καλλιτέχνες, όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Σταύρος Ξαρχάκος, η Γλυκερία, η Μαρία Φαραντούρη κ.ά.. Η εταιρεία αυτή, είναι η “μαμά” όλων των εταιρειών μας, είτε έχουν να κάνουν με θέατρο, είτε με ήχο κ.λπ..»
Μιλήστε μας λίγο για το νέο επιχειρηματικό σας εγχείρημα, την αναμόρφωση του «Ακροπόλ». Είναι ένα φιλόδοξο, αλλά και ριψοκίνδυνο σχέδιο, μέσα στην περίοδο κρίσης που διανύουμε, που πλήττει ιδιαίτερα τον πολιτισμό.
«Είμαι αισιόδοξος από τη φύση μου. Αυτό που με κάνει να πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά, είναι πως πρόκειται για το μεγαλύτερο σε χωρητικότητα θέατρο της Αθήνας, αλλά και για το ιστορικότερο, αφού από το 1931 που άνοιξε, δε σταμάτησε ποτέ να λειτουργεί, ούτε καν στην Κατοχή. Είναι ένα θέατρο που έμεινε πάντα ζωντανό, από όλες τις απόψεις, φιλοξενώντας μεγάλα ονόματα, όπως η Γεωργία Βασιλειάδου και ο Βασίλης Αυλωνίτης, και είναι σίγουρο ότι φέρει και ένα βάρος συγκίνησης, που κουβαλάει στη μνήμη του ο κόσμος. Έγινε επίσης ένα σύγχρονο θέατρο, που πληροί όλες τις προδιαγραφές και εφαρμόζει καλή τιμολογιακή πολιτική, με εισιτήρια που ξεκινούν από τα 10 ευρώ.»
Πότε αρχίζουν οι παραστάσεις;
«Το “Ακροπόλ” έχει ξεκινήσει ήδη να λειτουργεί, με κάποια μικρά γεγονότα. Σήμερα Σάββατο 22 Οκτωβρίου γίνεται η πρεμιέρα της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας τής ΕΡΤ, που έχει μόνιμη κατοικία της το “Ακροπόλ”, και αύριο Κυριακή 23 του μήνα, έχουμε την έναρξη της παιδικής σκηνής, με ένα μύθο των αδελφών Γκριμ, το “Οι τρεις βασιλοπούλες που λειώναν τα γοβάκια τους”. Την Παρασκευή 11 Νοέμβρη είναι η πρεμιέρα του “Ερωτόκριτου”, με την παλιά Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.»
Λέσβος και Πολιτισμός
Έχετε καιρό να επισκεφτείτε τη Λέσβο; Τι άποψη έχετε για τη σημερινή της πολιτιστική ζωή;
«Ήρθα στο νησί πέρυσι και στενοχωρέθηκα, γιατί για πρώτη φορά είδα κλειστά μαγαζιά στην προκυμαία και αφίσες από φοιτητικές παρατάξεις παντού, κάτι που δε μου αρέσει ως θέαμα. Δε νιώθω το ίδιο καλά όταν έρχομαι, αλλά επειδή έχω καλούς φίλους, με πάνε στα στέκια τα γνωστά. Το σίγουρο είναι ότι η Μυτιλήνη έχει βαθιά κοινωνική συνείδηση, λόγω του πολιτικού της χαρακτήρα, και εύκολα θα ξεπεράσει, κατά τη γνώμη μου, την κρίση. Είναι παραγωγικό νησί, που θα μπορέσει να ανέβει γρήγορα. Πολιτιστικά, ωστόσο, πιστεύω πως η πόλη έχει πέσει πολύ. Τα τελευταία χρόνια δίνεται πολλή έμφαση στο λαϊκοπόπ πρόγραμμα, που μπορεί να είναι ψυχαγωγία και διασκέδαση, αλλά δεν αποτελεί την καλύτερη πρόταση που θα μπορούσε να κάνει στους πολίτες η αυτοδιοίκηση. Κατά τη γνώμη μου, θα ήταν καλύτερο να παίζεται για 20 ημέρες Καραγκιόζης, παρά να γίνει μια συναυλία της Έλενας Παπαρίζου, που δε δίνει κάτι στον κόσμο. Θεωρώ ότι θα πρέπει να έχεις την πολιτική βούληση να διοργανώνεις πράγματα που φέρνουν πίσω σε εισιτήρια αυτά που είναι να φέρουν, και να κάνεις και πράγματα που να είναι δωρεάν για όσους δεν μπορούν να διαθέσουν χρήματα, κι ας είναι λίγα και μικρά. Δυστυχώς, η Μυτιλήνη από παλιά φλέρταρε με το λαϊκοπόπ. Αγαπούσε να εκμοντερνιστεί. Υπάρχει, όμως, και ένας πυρήνας του κοινού που σέβεται το να πάει να δει ένα πολιτιστικό προϊόν ανώτερης αξίας. Δε γνωρίζω, όμως, αν με τον “Καλλικράτη” αυτό είναι εφικτό.»
Σκέφτεστε να αναπτύξετε ξανά κάποια πολιτιστική δράση στο νησί;
«Σε κάθε πλάνο προγράμματος των καλλιτεχνών μου, η Μυτιλήνη είναι μια πόλη που προσπαθούμε να εντάξουμε. Πάντως δεν είναι εύκολα τα πράγματα, και γι’ αυτό δε φταίνε μόνο οι ντόπιοι, αλλά και η μεγάλη απόσταση του νησιού από την Αθήνα και το υψηλό κόστος μετακίνησης, που κάνει τα γεγονότα μη πραγματοποιήσιμα χωρίς τη στήριξη από τους τοπικούς φορείς. Μόνο καλή διάθεση υπάρχει, αλλά δυστυχώς όχι οικονομική στήριξη. Μέσα στο χειμώνα, πάντως, φιλοδοξούμε να έρθουμε με τον Ξαρχάκο. Το κατά πόσο θα είναι εφικτό αυτό, θα το δούμε εν καιρώ.»