Στην Ελλάδα ζεις. Κι αυτό θα ξεχαστεί…

01/07/2012 - 05:56
Για τα πέντε παιδιά που πνίγηκαν λίγο έξω από τη Συκαμιά
«Χιόνιζε, καθώς έλεγαν πέρα κει
κι ακούστηκε σ’ ανατολή και δύση
πως μια σταυροφορία από παιδιά
στην Πολωνία είχε αρχίσει»
Παιδιά, πέντε παιδιά πνιγμένα στις θάλασσες μας. Εδώ παραόξω από τη Σκάλα Συκαμιάς… Στη Λέσβο της Ελλάδας που αναστενάζει με ανακούφιση για το ότι θα ρυθμιστούν τα χρέη από τις κάρτες της ευμάρειας, τότε που ο καθείς μας ήξερε πώς καπνίζονται τα «Κοχίμπα» και σε τι θερμοκρασίες διατηρούνται… Πέντε πτώματα παιδιών «παρήλασαν» προχθές πλάι σε μαγαζιά με νέον επιγραφές, μαγαζιά ζεστά, με θαμώνες που συγκινούνται για τους πεινασμένους αναμεταξύ συζητήσεων σε τραπέζια, ανάμεσα σε στοίβες κρέατα κι αποφάγια...
«Στις δημοσιές, κοπάδια πεινασμένα
περιπλανιόνταν τα ορφανά.
Κι άλλα παιδιά επαίρνανε μαζί τους
από τα ρημαγμένα τους χωριά.
Θέλανε να ξεφύγουν τη σφαγή
που εφιάλτης είχε γίνει.
Να φτάσουν σε μια χώρα που
να βασιλεύει ειρήνη»
Πέντε παιδιά νεκρά στη Λέσβο της Ελλάδας τού σήμερα, στην Ελλάδα που αποχαιρέτησε τον 20ό αιώνα ξεχνώντας πως της χάρισε ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες, εφτά - οκτώ ποιος ξέρει εκατομμύρια μετανάστες σ’ όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα που μεγάλωσε τα παιδιά της με ιστορίες του θείου στη Γερμανία, του παππού στην Αυστραλία, του πατέρα στην Αμερική, στην Ελλάδα που θρέφτηκε με «τσέκια» απ’ το εξωτερικό και που ντύθηκε επί χρόνια με τα ρούχα της βοήθειας που έστελνε η θεία «απ’ έξω».
«Κι ένα σκυλί είχαν εκεί
που το ‘πιασαν για να το φάνε.
Το λυπήθηκαν κι είχε προστεθεί
στα στόματα όπου πεινάνε»
Πέντε παιδιά νεκρά. Τα κουβαλήσανε στο νεκροτομείο του Νοσοκομείου της Μυτιλήνης κι από κει θα τα παραχώσουν σε πρόχειρους λάκκους στο νεκροταφείο του Άγιου Παντελεήμονα, στο τμήμα των απόρων, των αιρετικών, των άπιστων…
Αν είχαν ζήσει θα τα είχαν κουβαλήσει σε άλλο νεκροταφείο, ψυχών αυτό, στην Παγανή. Μαζί με άλλους 300, 500, 1.000, ποιος ξέρει πόσους, που βολοδέρνουν σε σάπια σανίδια αναμετάξυ των νησιών και της καρσινής ακτής…
Ποιος ξέρει τι να έγιναν, τι γίνονται όλοι ετούτοι; Εμείς εδώ στη Λέσβο, στην Ελλάδα, εμείς εδώ μαθαίνουμε και θυμόμαστε μοναχά όσους πεθαίνουν.
«Ελπίδες είχανε, λοιπόν και πίστη
αλλά δεν είχαν κρέας ούτε ψωμί.
Κι αν κλέβαν ας μην τους κατηγορήσει
όποιος τους πεινασμένους δεν βοηθεί»
Στην Ελλάδα θυμόμαστε συχνά αυτούς που φύγανε απ’ τις χώρες του πολέμου. Κάποιοι διαδηλώνουμε υπέρ τους, κάποιοι αντίθετά τους… Πάντα για δαύτους όμως… Για δαύτους που κάθε πρωί περνούν φορτωμένοι σε αυτοκίνητα για να αδειάσουν στην ανθρώπινη χωματερή, σε μια πόλη που κάποιοι συχνά θυμούνται πως είναι και... ευαίσθητοι.
«Όταν τα μάτια μου σφαλνώ
τα παιδιά βλέπω να περιδιαβάζουν
ολημερίς χωρίς σταματημό
και σε καμένες στάνες να φωλιάζουν.
Γυρεύοντας μια χώρα ειρηνική
κι απ’ τους πολέμους ξεχασμένη
κι όχι σαν τη δική τους, τη νεκρή
κι αυτό το πλήθος όλο και πληθαίνει.
Και μες στη σκοτεινιά ξεκρίνω,
κι άλλα παιδιά λογής λογής
Σπανιόλους, Γάλλους, άσπρους μαύρους
από τα πέρατα της γης.»
Τους πατεράδες και τις μανάδες αυτών των παιδιών, αυτούς που δεν πρόλαβαν να πνιγούν. Μακριά από το κέντρο, έξω από τη βιτρίνα της πόλης, μη τύχει και τη βρομίζουν παραπάνω, τους πατεράδες και τις μανάδες των υπόλοιπων, των δικών μας παιδιών που… δεν μυρίζουν. «Σε ετούτους τους ανθρώπους με ενοχλεί πολύ η μυρωδιά τους…», άκουσα προχθές...
«Εκείνο το Γενάρη κάποιοι Πολωνοί
ένα σκυλί εβρήκαν πεινασμένο
και στον ξεσαρκωμένο του λαιμό
ήταν ένα χαρτόνι κρεμασμένο.
Κι έγραφε πάνω κει: Βοήθεια
χαθήκαμε στο χαλασμό
είμαστε εδώ πενηνταπέντε.
Ο σκύλος θα σας φέρει εδώ»
Αφγανοί, Παλαιστίνοι, Σομαλοί, Κούρδοι… Πού να πήγαν οι ποικιλώνυμοι διαδηλωτές, πού πήγαν οι υπερασπιστές των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, πού οι κάθε λογής υπερπατριώτες οι διαρρηγνύοντες προ ετών τα ιμάτιά τους για τους αγώνες τού κ. Οτσαλάν;
Εδώ στη Λέσβο υπάρχουν άλλοι Κούρδοι που μάλιστα πεθαίνουν, αβοήθητοι, αδιαμαρτύρητα, υπάρχουν άνθρωποι νεκροί σε ηλικία παιδιού, πνιγμένου παγωμένου παιδιού…
Μια άρρωστη νοτιά απ’ έξω, συννεφιασμένος ο ουρανός, στην Ελλάδα ζεις, πριν περάσουν λίγες μέρες θα ‘χεις ξεχάσει τα πνιγμένα παιδιά από τις χώρες του πολέμου. Και τα ποιήματα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, η «σταυροφορία των παιδιών» που γράφτηκε κοντά 70 χρόνια πριν για κάποια άλλα παιδιά που πέθαναν από το κρύο, θα έχει επιστρέψει στο ράφι όπου βρισκόταν 30 χρόνια τώρα. Έτσι κι αλλιώς...
«Κι αν δεν μπορείτε σεις να ‘ρθείτε
διώξτε το σκύλο μακριά.
Μην τον σκοτώσετε, κανείς άλλος
δεν ξέρει πού είναι τα παιδιά.
Παιδιάστικο ήτανε το χέρι
που έγραψε τα λόγια κείνα.
Τόσα χρόνια έχουνε περάσει.
Κι ο σκύλος πέθανε απ’ την πείνα».

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey