Σήμερα που η δημοκρατία μας κακοποιείται από πολλές πλευρές και όλων των ειδών οι φασισμοί την απειλούν, σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, χρειαζόμαστε τη δημοκρατία· χρειαζόμαστε τη δύναμή της, για να περισώσουμε την προσωπική μας ελευθερία.
«το δ’ εύδαιμον το ελεύθερον,
το δ’ ελεύθερον το εύψυχον
κρίναντες...»
(Θουκυδίδου «Περικλέους Επιτάφιος»)
Σήμερα που η δημοκρατία μας κακοποιείται από πολλές πλευρές και όλων των ειδών οι φασισμοί την απειλούν, σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, χρειαζόμαστε τη δημοκρατία· χρειαζόμαστε τη δύναμή της, για να περισώσουμε την προσωπική μας ελευθερία, να ενδυναμώσουμε την ατομική και συλλογική μας δράση, να τροφοδοτήσουμε τη δημιουργική μας έμπνευση, να αντιπαλέψουμε τις δυσκολίες και τους κινδύνους που απειλούν την ύπαρξή μας, να δώσουμε ένα υψηλότερο νόημα στη χαμοζωή μας.
Είναι γι’ αυτό ανάγκη να ξαναδιδαχτούμε τη δημοκρατία από τους πρώτους διδάξαντες, τους αρχαίους Έλληνες· να αφουγκραστούμε το μεγάλο Περικλή στον περίφημο «Επιτάφιό» του, που αποτελεί τον κάλλιστο έπαινο στην αθηναϊκή δημοκρατία: «χρώμεθα πολιτεία ου ζηλούση τους των πέλας νόμους· και όνομα μεν διά το μη ες ολίγους αλλ’ ες πλείονας οικείν δημοκρατία κέκληται».
Σ’ αυτήν οι Αθηναίοι όφειλαν τη δύναμη και το μεγαλείο της πατρίδας τους· απ’ αυτήν άντλησαν τις ηθικές δυνάμεις για ν’ αποκρούσουν τον εξ ανατολών κίνδυνο, να καταστήσουν το Αιγαίο αθηναϊκή θάλασσα, να κυριαρχήσουν με τον εμπορικό τους στόλο σ’ ολόκληρη τη Μεσόγειο και ν’ αναδειχθούν η μεγαλύτερη οικονομική και πολιτιστική δύναμη.
Χάρη στη δημοκρατία η Αθήνα έγινε «παίδευσις Ελλάδος», το πνευματικό Κέντρο, όπου συνέρρεαν φιλόσοφοι, συγγραφείς και καλλιτέχνες, δάσκαλοι και μαθητές από τον ελληνικό κι ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. «Πάσαν μεν θάλασσαν και γην εσβατόν τη ημετέρα τόλμη καταναγκάσαντες γενέσθαι...», λέγει με υπερηφάνεια ο Περικλής. Η δημοκρατία είναι που ανατρέφει τους εύψυχους και ελεύθερους ανθρώπους, ελευθερία και ευψυχία αποτελούν τα βασικά συστατικά στοιχεία του δημιουργικού και προοδευτικού ανθρώπου και είναι αυτά που του χαρίζουν την ευδαιμονία· και μόνο διά της ευψυχίας (γενναιότητας) μπορεί να κατακτηθεί η ελευθερία.
Αυτά είναι τα δώρα της δημοκρατίας. Χωρίς ελευθερία και ευψυχία ο άνθρωπος καταντά δούλος, ερπετό που σέρνεται στο χώμα.
Και μεις οι Νεοέλληνες που επιμένουμε ακόμα να μιλάμε τη γλώσσα του Περικλή, που διασώζουμε ακόμα τις μεγάλες λέξεις δημοκρατία - ελευθερία - πολιτεία, τι κρατήσαμε από την ψυχή της πραγματικής δημοκρατίας;
Φοβούμαι πως μας απόμεινε μόνο το όνομα, ένα «αδειανό πουκάμισο».
Ναι, κατ’ «όνομα δημοκρατία κέκληται»... στην ουσία όμως απέχει πολύ από το ν’ ανήκει «ες τους πλείονας».
Η ισονομία και η ισοπολιτεία, που αποτελούν την ουσία της, καταντούν νεκρό γράμμα, όταν συνεχώς διευρύνεται η μορφωτική και οικονομική ανισότητα ανάμεσα στους πολίτες.
Στον αιώνα της έκρηξης των πληροφοριών, όποιος κατέχει τις πληροφορίες, όποιος εκμεταλλεύεται τη δύναμη της γνώσης γίνεται το «αφεντικό» κι όποιος παραμένει στο σκοτάδι της άγνοιας γίνεται υποχείριο του πρώτου.
Και κείνος που διαθέτει τη δύναμη του χρήματος καταφέρνει συνήθως να... «ισιώνει» την ισονομία και να τη φέρνει στα μέτρα του. Πώς να βρει το δίκιο του ο αδύναμος, όταν έχει ν’ αντιμετωπίσει το πολυδαίδαλο σύστημα της δικαιοσύνης κι όταν πρέπει ν’ αντιπαλέψει τα νομικά τερτίπια των ακριβοπληρωμένων μεγαλοδικηγόρων των αδικητών του;
Κι όσο για την ισοπολιτεία, πώς ο άξιος πολίτης που έχει «αγαθόν δράσαι την πόλιν», όπως λέγει ο Περικλής, ν’ ανταγωνιστεί τους γιους των κοτζαμπάσηδων της πολιτικής ή όσους διαθέτουν για την προβολή τους το άφθονο χρήμα του πλούσιου μπαμπά τους, της SIEMENS ή της MAYO;
Αλλά η δημοκρατία πρέπει να εγγυάται και την ελεύθερη σχέση του πολίτη με την πολιτεία, καθώς και του πολίτη με τους συμπολίτες του, σχέση απαλλαγμένη από κάθε υποψία ή φόβο: «ελευθέρως δε τα τε προς το κοινόν πολιτεύομεν και ες την προς αλλήλους των καθ’ ημέραν επιτηδευμάτων υποψίαν...», που σημαίνει πως όποιος εργάζεται τίμια δικαιούται ν’ απολαύει τους καρπούς του μόχθου του, χωρίς το φόβο ότι θα προκαλέσει το φθόνο, την υποψία ή το μίσος του διπλανού του.
Αυτά, όμως, ίσχυαν για τον πολίτη της αρχαίας Αθήνας. Στην εποχή μας, όπου κυριαρχεί η ασύδοτη δράση των κακοποιών, όπου ο κάθε αποτυχημένος φαντασιώνεται τον επαναστάτη και αυτοανακηρύσσεται «εκδικητής του λαού» δικάζοντας και εκτελώντας όποιον «βάλει στο μάτι», ισχύει το λεγόμενο από τους Λατίνους: Homo homini lupus!
Κριτήριο, λένε, για την ύπαρξη της δημοκρατίας είναι να μη φοβάσαι να στείλεις ασυνόδευτο το παιδί σου στο σχολείο. Αλλά ποιος δε φοβάται πια στην εποχή μας; Κι αυτός ο φόβος είναι που κατατρώγει σαν καρκίνος τη σάρκα της δημοκρατίας.
Και πώς να λειτουργήσει στις μέρες μας η δημοκρατία μ’ αυτήν τη βάρβαρη «κομματικοκρατία», όπου αυτοί που κερδίζουν τις εκλογές θεωρούν το κράτος σαν δικό τους λάφυρο, ενώ οι άλλοι, οι «απ’ έξω» αισθάνονται πως ζουν σε «δορυάλωτη» χώρα;
Πώς να λειτουργήσει η δημοκρατία, όταν κάποιοι - ορκισμένοι μάλιστα στο δημοκρατικό Σύνταγμα - διακηρύσσουν την «ανυπακοή», την «απειθαρχία» ή την «εξέγερση» ως νόμιμη πολιτική λειτουργία («αγώνα και πάλη του λαού», κατά τη δική τους ορολογία).
Και πώς να λειτουργήσει η δημοκρατία, όταν η κάθε κοινωνική ομάδα ανακηρύσσει ως «νόμο» το δικό του «δίκιο»; «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», που προκαλεί έμφραγμα στη ζωή της πόλης ή καταλαμβάνει τα υπουργεία, «Νόμος είναι το δίκιο του αγρότη», που κόβει τη χώρα στα δύο, «νόμος είναι το δίκιο του υπαλλήλου της ΔΕΗ», που κατεβάζει το διακόπτη και βυθίζει τη χώρα στα μαύρα σκοτάδια, «Νόμος είναι και το δίκιο του τρομοκράτη», που εκτελεί όποιον γουστάρει...
Γι’ αυτό, μεγάλε Περικλή, εμείς οι Νεοέλληνες δεν είμαστε υπερήφανοι ότι «χρώμεθα πολιτεία...». Η πικρή αλήθεια για μας είναι ότι «καταχρώμεθα» την πολιτεία που κληρονομήσαμε από σας...
Τι θα κάνουμε, πώς θα πορευτούμε μέσα στον φουρτουνιασμένο ωκεανό της παγκοσμιοποίησης είναι η τεράστια ευθύνη της γενιάς μας, κυρίως των νέων ανθρώπων, που πρέπει να ξαναανακαλύψουν τη δημοκρατία και να την ξαναθεμελιώσουν γερά, χωρίς πολιτικάντικες πονηριές.