Το «Σύστημα Orff» είναι μία μέθοδος προσέγγισης της μουσικής και της κίνησης, που μπορεί να ξεκινήσει από την προσχολική ηλικία. Έχει ως πρωταρχικό σκοπό την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας, της φαντασίας και της δημιουργικότητας.
ΑΡΘΡΟ
Το «Σύστημα Orff» είναι μία μέθοδος προσέγγισης της μουσικής και της κίνησης, που μπορεί να ξεκινήσει από την προσχολική ηλικία. Έχει ως πρωταρχικό σκοπό την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας, της φαντασίας και της δημιουργικότητας. Δίνει μεγάλη σημασία στην αυτενέργεια, ευαισθητοποιεί τις αισθήσεις, καλλιεργεί την ικανότητα συγκέντρωσης, την κοινωνικότητα και, το σπουδαιότερο, χαρίζει τη χαρά που δίνει η βιωματική συμμετοχή σε αισθητικές μορφές κίνησης, μουσικής και λόγου.
Ο Orff* ανέπτυξε την ιδέα του για την ενότητα της μουσικής και του χορού και αργότερα μίλησε για την ενότητα της ομιλίας, της μουσικής και του χορού. Το κοινό που έχουν η μουσική και η γλώσσα είναι ο ρυθμός. Στη χορωδιακή λυρική ποίηση που χορευόταν, ο ρυθμός ήταν συγχρόνως και ρυθμός του χορού. Ο ρυθμός δεν είναι κάτι αφηρημένο, είναι η ίδια η ζωή. Ο ρυθμός δρα και επιδρά, είναι η δύναμη που ενώνει τη γλώσσα, το στίχο, τη μουσική και την κίνηση.
Ο C. Orff έψαχνε το στοιχειώδες. Τη στοιχειώδη μουσική. Λέει γι’ αυτό: «Τι είναι στοιχειώδες; Στοιχειώδες, στα λατινικά elementarius, σημαίνει “κάτι που ανήκει στα στοιχεία, άυλο, αρχικό”. Και τι είναι η στοιχειώδης μουσική; Στοιχειώδης μουσική δεν είναι ποτέ σκέτη μουσική, είναι συνδεδεμένη με κίνηση, χορό και ομιλία, είναι μια μουσική που πρέπει να τη φτιάξει κανείς μόνος του, στην οποία συμμετέχουμε όχι ως ακροατές, αλλά ως εκτελεστές. Δεν έχει μεγάλο σχήμα ή δομή, έχει μικρά έμμονα μοτίβα (Ostinati) και μικρά σχήματα Rondo (Α-Β-Α΄-Β-Α΄΄). Η στοιχειώδης μουσική είναι γήινη, φυσική, σωματική, μπορεί να τη μάθει και να τη ζήσει ο καθένας και είναι προσαρμοσμένη στα μέτρα του παιδιού.»
Για τον C. Orff, αφετηρία του στοιχειώδους τρόπου να παίζει κανείς μουσική είναι ο αυτοσχεδιασμός. Από την αρχή περιέλαβε στο μάθημ;a του, ως πρώτα «όργανα», κινήσεις του σώματος (παλαμάκια, χτύπημα ποδιών και δακτύλων) σε απλές μέχρι δύσκολες μορφές και συνδυασμούς. Σύντομα προστέθηκαν διαφόρων ειδών κρόταλα και τύμπανα, που ανήκουν στα αρχαιότερα μουσικά όργανα του ανθρώπου. Αργότερα, χρησιμοποιήθηκαν ξυλόφωνα, μεταλλόφωνα (που κατασκευάστηκαν για πρώτη φορά ειδικά για τις ανάγκες της εκπαίδευσης), η φλογέρα ως μελωδικό όργανο, τύμπανα και έγχορδα όπως βιολί, βιολοντσέλο, κιθάρα και λαούτο.
Αυτά για το «θείο μας τον Καρλ». Δυο λόγια ακόμα. Στα 15 χρόνια που κινούμαι στον υπέροχο κήπο της Μουσικοκινιτικής (Μ/κ), έχω πεισθεί ότι η Μ/κ έχει πολλά να προσφέρει και στα μεγάλα… παιδιά (γονείς και, φυσικά, δασκάλους). Θεωρώ ότι το δικαίωμα στο παιχνίδι ανήκει σε όλους, ανεξαρτήτως ηλικίας και ότι η Μ/κ δείχνει απλούς τρόπους και δρόμους για να βρεθούν πολύ κοντά γονείς και δάσκαλοι με τα παιδιά. Είναι μια γλώσσα χωρίς πολλά λόγια. Μια «γλώσσα μαγική» όπως λένε κι οι «Αεί Παίδες» σε ένα από τα τραγούδια τους.
* Carl Orff: (Μόναχο 1895 - 1982) Γερμανός συνθέτης και θεωρητικός. Σπούδασε πιάνο, όργανο, βιολοντσέλο και σύνθεση. Υπήρξε διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας Δωματίου του Μονάχου και των θεάτρων του Μανχάιμ και της Ντάρμστατ. Έγινε γνωστός με τη συλλογή «Κάρμινα Μπουράνα» το 1937. Επεξεργάστηκε έργα κλασσικών συνθετών, έγραψε μουσική για θεατρικά έργα («Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας»), για χορωδία («Κάτουλι Κάρμινα»), για τις τραγωδίες «Αντιγόνη», «Οιδίπους Τύραννος» και «Προμηθέας», έγραψε θεατρικά έργα βασισμένα σε παραμύθια ή σε ποιητικά κείμενα. Από το 1961 διηύθυνε το Ινστιτούτο Orff του Σάλτσμπουργκ.
ΥΓ. 1 Μια που το ‘φερε η κουβέντα, κατά τη γνώμη μου οι «Αεί Παίδες» ήταν το κύριο θύμα της γνωστής «στενότητας χώρου», αφού η αναφορά τους στη συνέντευξη θεωρώ ότι ήταν ελλιπής και σίγουρα αδικεί μια τόσο αξιόλογη προσπάθεια. Γι αυτό δεσμεύομαι ότι θα επανέλθω, ευχαριστώντας εκ των προτέρων το «Ε» για τη φιλοξενία.
ΥΓ. 2 Το παραπάνω κείμενο αποτελεί κατά κάποιο τρόπο συνέχεια της συνέντευξης μου, που δημοσιεύτηκε στο φύλλο του Σαββάτου 19-11-2011, στην οποία δεν ήταν δυνατόν να αναφερθώ αναλυτικότερα στο θέμα τής Μ/κ. Οι ερωτήσεις που δέχτηκα από όσους διάβασαν τη συνέντευξη, αλλά και η σπουδαιότητα της Μ/κ ως εκπαιδευτικού εργαλείου - ιδιαιτέρως στην προσχολική ηλικία -, με κάνουν να πιστεύω πως αξίζει τον κόπο.