Λίγοι λένε πως είναι πια αυτοί που στολίζουν τέτοιες γιορτινές μέρες στα σπίτια τους το καραβάκι των Χριστουγέννων, συνεχίζοντας το έθιμο που ξεκίνησε από τη μεγάλη ναυτική παράδοση της χώρας. Ο Νίκος Μάτας, πρώην υπάλληλος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου είναι, όπως μας είπε, ένας από αυτούς.
Λίγοι λένε πως είναι πια αυτοί που στολίζουν τέτοιες γιορτινές μέρες στα σπίτια τους το καραβάκι των Χριστουγέννων, συνεχίζοντας το έθιμο που ξεκίνησε από τη μεγάλη ναυτική παράδοση της χώρας. Ο Νίκος Μάτας, πρώην υπάλληλος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου (ΕΑΣΛ) είναι, όπως μας είπε, ένας από αυτούς. Και δε θα μπορούσε να μην είναι, αφού η αγάπη του για τα καράβια είναι τόσο μεγάλη, ώστε ο ίδιος δηλώνει «καραβολάτρης». Το τι σημαίνει αυτό μάς το εξηγεί σήμερα στο «Ε». Και όσα μάς λέει είναι ικανά να κάνουν κι άλλους να δουν τα καράβια με… «διαφορετικό «μάτι». Σαν ζωντανούς οργανισμούς και φίλους.
Ο Νίκος Μάτας έφυγε από το νησί μόλις τελείωσε το εξατάξιο τότε γυμνάσιο, για να σπουδάσει οικονομικά στην Αθήνα. Από το 1979 πέρασε από όλα τα τμήματα της ΕΑΣΛ, ενώ από το 2000, έως πρόσφατα που συνταξιοδοτήθηκε, εργαζόταν στο Τμήμα Πωλήσεων. Επαγγελματική σχέση με τα καράβια δεν είχε ποτέ, ούτε και έχει. Παρ’ όλα αυτά δηλώνει «καραβολάτρης». Τι σημαίνει αυτό; «Οι καραβολάτρεις αγαπάμε τα καράβια σα φίλους, σα ζωντανά κομμάτια της ζωής μας», εξηγεί ο ίδιος.
Οι πρώτες επισκέψεις στο λιμάνι
Η δική του επαφή με τη μεγάλη οικογένεια της ακτοπλοΐας άρχισε από τα παιδικά του χρόνια, όταν μαθητής ακόμη στο δημοτικό και στις αρχές του γυμνασίου κατέβαινε στο λιμάνι της Μυτιλήνης και χάζευε τα εμπορικά και επιβατηγά πλοία που έδεναν, ξεφόρτωναν, φόρτωναν και σάλπαραν.
«Έβλεπα πλοία που ξεφόρτωναν λάδια, βαρέλια, εμπορεύματα και μου άρεσε», λέει ο Νίκος Μάτας. «Ο θείος μου ήταν λιμενεργάτης, σιγά-σιγά άρχισα να γνωρίζω τα πληρώματα των πλοίων, να ακούω τις ιστορίες τους και να δένομαι μαζί τους. Με γοήτευε η ζωή των ναυτικών, η σκέψη ότι έφευγαν και άλλαζαν παραστάσεις, πηγαίνοντας είτε μέχρι τον Πειραιά είτε κάνοντας υπερατλαντικά ταξίδια. Αισθανόμουν πως το πλοίο είναι αυτό που με ενώνει με τον υπόλοιπο κόσμο, ειδικά τότε που δεν υπήρχαν ακόμη και πολλά αεροπλάνα. Ήξερα πως όσοι φεύγουν θα δουν καινούργια πρόσωπα και χώρες και εμπειρίες και είχα κι εγώ τάσεις φυγής.»
Το «Δημητρούλα» και το «Αίολος Κεντέρης», φωτογραφημένα το 2001 στη Μυτιλήνη. Δύο πλοία που δε θα ξανασυναντηθούν
Στην ηλικία εκείνη ανέβαινε στα καταστρώματα του «Σταυρούλα» και των πλοίων του Δημάκη, στα επιβατηγά «Κολοκοτρώνης» και «Καραϊσκάκης» της δεκαετίας τού ’60 και στα άλλα αργότερα. Δεν είχε ταξιδέψει, όμως, ακόμη. Το πρώτο του ταξίδι με πλοίο το έκανε το 1966 με το «Κανάρης» ή με το «Καραϊσκάκης», δεν θυμάται καλά, παρέα με τον παππού του, που τον πήγε στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Ένα ταξίδι που σύμφωνα με τον ίδιο ήταν όμορφη εμπειρία, αφού βοήθησε και ο καιρός. Μεγαλύτερος πια, ταξίδευε με το «Αιολίς» και το «Άδωνις» που πρακτόρευε ο νονός του και ο ίδιος πήγαινε στο πρακτορείο κι έβλεπε να κόβουν τα εισιτήρια.
«Η αγάπη μου μεγάλωνε», λέει. «Άρχισα να συλλέγω φωτογραφίες καραβιών και όταν το ’76 πέρασα φοιτητής στην ΑΣΟΕΕ, άρχισα να έχω περισσότερη επαφή με ταξίδια. Την πρώτη χρονιά έκανα 20 ταξίδια, με τον “Αρίονα” κυρίως. Μετά γνώρισα και τον Αλφόνσο Δελή, που μας έλεγε παλιές ιστορίες για τα πλοία· και από αυτόν έμαθα πολλά.»
Έχοντας ως χόμπι τη φωτογραφία, άρχισε να φωτογραφίζει όπου βρισκόταν πλοία με τα οποία ταξίδευε ή τα έβλεπε στο λιμάνι της Μυτιλήνης και σε άλλα λιμάνια της Ελλάδας και του εξωτερικού, όπου έχει ταξιδέψει. Ανάμεσα στις φωτογραφίες του, πολλές «συντροφιές» πλοίων, τα περισσότερα από τα οποία δεν πρόκειται να «ξανασυναντηθούν» ποτέ. Πέρα από τις φωτογραφίες, όμως, έχει συλλογή από καρτ ποστάλ, δημοσιεύματα εφημερίδων και πληροφορίες για τα δρομολόγια και τη ζωή όλων των πλοίων που «έπεσαν στα χέρια του».
«Αταλάντη», «Σαπφώ» και «Θεόφιλος» μαζί, στο λιμάνι της Μυτιλήνης
Ο αγαπημένος «Αρίων»
Η σύζυγός του μοιράζεται μαζί του την αγάπη για τα καράβια. Είναι, όπως λέει ο ίδιος, «ερωτευμένη με το “Μυτιλήνη”», με το οποίο έχουν κάνει μαζί πάρα πολλά ταξίδια και έχουν φτιάξει και λεύκωμα με φωτογραφίες και ποίηση.
«Εμένα, το αγαπημένο μου ήταν ο “Αρίονας”» λέει ο Νίκος Μάτας, για το πλοίο που ήρθε με τη ΝΕΛ το 1975 και το 1983 κάηκε από βόμβα στο λιμάνι της Χάιφας στο Ισραήλ, για να «αποσυρθεί» στη συνέχεια. «Το θεωρούσα 200 χρόνια πιο μπροστά από την εποχή του. Έχω συλλογή με 1.300 περίπου καράβια που έχουν περάσει από την ελληνική ακτοπλοΐα. Πού ναυπηγήθηκαν και πού τελείωσε η ζωή τους. Ο “Αρίονας” ήταν όλο δίκλινες καμπίνες, όλες με τουαλέτα, είχε μπαρ, βιβλιοθήκη, ζωντανή μουσική σε κάθε ταξίδι. Ήταν πολύ ενδιαφέρον το ταξίδι μαζί του.»
Τα καινούργια πλοία του αρέσουν; «Έχω καλή σχέση με όλα τα καράβια, είτε είναι άσχημα είτε όμορφα. Άλλα πλοία που μου αρέσουν είναι το “Μυτιλήνη” και η “Σαπφώ”, η ναυαρχίδα τής ΝΕΛ. Και αυτά που έχουμε τώρα μου αρέσουν. Όμως, παρ’ όλο που είναι πιο γρήγορα και πιο άνετα, δεν μου κάνουν πια εντύπωση εξωτερικά, γιατί σχεδιαστικά τα βλέπω σαν κουτιά. Δεν έχουν “περατζάδα” στο κατάστρωμα, να βγεις να δεις το φεγγάρι…»
Ο Νίκος Μάτας στο κατάστρωμα του αγαπημένου του «Αρίονα», το 1977 στον Πειραιά
«Είμαστε πολλοί…»
Με το που έρχεται καινούργιο πλοίο στη Μυτιλήνη, ο πρώην υπάλληλος της ΕΑΣΛ προσπαθεί να ταξιδέψει μαζί του. Όταν η ΑΝΕΚ αντικατέστησε το «Λισσός» με το «Αριάδνη», έκανε ένα ταξίδι με το νεοαφιχθέν πλοίο.
Μέχρι τη Βόρεια Θάλασσα έχει ταξιδέψει με πλοίο ο Νίκος Μάτας. Λόγω επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεων, όμως, δεν έβγαλε ποτέ του ναυτικό φυλλάδιο. Τώρα πλέον ταξιδεύει όσο μπορεί, γιατί έχει και να σπουδάσει δυο παιδιά. Όνειρο που είχε όλη του τη ζωή: να ταξιδέψει μέχρι την Αυστραλία με υπερωκεάνιο ή να κάνει το γύρο του κόσμου με γκαζάδικο.
«Αγαπώ τα πλοία, τα θεωρώ ζωντανούς οργανισμούς και αυτά, μαζί με τους ανθρώπους που δουλεύουν μέσα», λέει κλείνοντας ο Νίκος Μάτας. «Εγώ σπούδασα οικονομικά, έπιασα δουλειά στην ΕΑΣΛ, το μόνο που επέλεξα ήταν να γυρίσω από τον Πειραιά εδώ. Την αγαπώ τη Μυτιλήνη και τη θάλασσα. Έχω φίλους καπετάνιους και πληρώματα και αυτό που με ενθουσιάζει είναι πως βλέπω πολλά παιδιά που αγαπούν τα καράβια, μικρότερους σε ηλικία από εμένα ανθρώπους, να έχουν την ίδια αγάπη. Συναντιόμαστε, συζητάμε, ανταλλάσσουμε στοιχεία και υλικό. Για παράδειγμα, εγώ τώρα ψάχνω κάποιον που έχει φωτογραφία ενός πλοίου που ερχόταν εδώ τη δεκαετία τού ’60, έκανε άγονη γραμμή και το έλεγαν “Χαριτωμένη” και με το οποίο ταξίδευε η γιαγιά μου για να δει τα αδέλφια της. Έχω τα στοιχεία για το πλοίο, αλλά δεν βρίσκω φωτογραφία και ψάχνω άλλους που μπορεί να έχουν. Αυτό είναι και το ωραίο στο ότι υπάρχουν τόσοι “καραβολάτρεις”.»