Εκκεντρική και συνάμα απλή, η Σώτη Τριανταφύλλου, μια από τις πιο φρέσκες και ελπιδοφόρες «φωνές» της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας με πολλά μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα και δοκίμια, μίλησε στο «Ε» για την επίσκεψή της στη Μυτιλήνη, το συγγραφικό της έργο, τις επιρροές της, και άλλα πολλά.
Η Σώτη Τριανταφύλλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στην οδό Πατησίων. Μέχρι το πραξικόπημα του 1967 ήταν εκστατικά ευτυχισμένη, όπως η ίδια δηλώνει. Έπειτα δεν ήταν. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο Ψυχικού όπου υπέφερε, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, από τις ελληνοχριστιανικές αξίες και την καταπίεση. Στη συνέχεια σπούδασε Φαρμακευτική και Γαλλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έκανε διδακτορικές σπουδές στην Αμερικανική Ιστορία και στην Ιστορία της Αμερικανικής Πόλης, στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Έχει γράψει πολλά μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα και δοκίμια. Εκκεντρική και συνάμα απλή, η Σώτη Τριανταφύλλου είναι μια από τις πιο φρέσκες και ελπιδοφόρες «φωνές» της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Στο «Ε» μίλησε για την επίσκεψή της στη Μυτιλήνη, το συγγραφικό της έργο και της επιρροές της, αλλά και άλλα πολλά.
Κυρία Τριανταφύλλου, είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεστε τη Λέσβο; Κι αν ναι, ποιος ο λόγος της επίσκεψής σας αυτήν τη φορά;
«Είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου ως προσκεκλημένη του Τμήματος Γεωγραφίας, για ορισμένες ομιλίες στους φοιτητές. Δεν έρχομαι με την ιδιότητα του συγγραφέα, αν κι αυτή οπωσδήποτε δε με εγκαταλείπει ποτέ, αλλά έρχομαι με την ιδιότητα του ιστορικού και ειδικά του ιστορικού των πόλεων. Την προηγούμενη φορά είχα μιλήσει για την Παγκόσμια Πόλη, τη Μητρόπολη στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Αυτήν τη φορά έχω τρία θέματα. Το ένα είναι η κρίση των παρισινών προαστίων, το δεύτερο είναι η Αθήνα και το τρίτο είναι για την αστυφιλία και την αστυφοβία.
Στη Μυτιλήνη, βέβαια, έχω έρθει στο παρελθόν πολλές φορές και για διακοπές. Έχω περάσει υπέροχες διακοπές στην Ερεσό και στο Μόλυβο κι έχω γυρίσει όλο το νησί.»
Έχετε σπουδάσει πολλά και διαφορετικά αντικείμενα. Ήταν πράγματα που είχατε στόχο από την αρχή να κάνετε ή η δίψα σας για γνώση ήταν αυτή που σας οδήγησε σε τόσες σπουδές;
«Έχω σπουδάσει διαφορετικά πράγματα γιατί ήμουν αποπροσανατόλιστη. Στην πραγματικότητα ήθελα να γίνω συγγραφέας αλλά δεν ήξερα πώς. Τι θα με οδηγούσε σ’ αυτό δεν ήξερα και δεν ήξερε και κανείς να μου πει. Τελείωσα τη Φυσικομαθηματική Αθηνών, μετά έφυγα στο Παρίσι, όπου σπούδασα Αμερικανική Ιστορία γιατί με ενδιέφεραν οι Ηνωμένες Πολιτείες και κατέληξα ένα είδος ειδήμονα στις αμερικανικές υποθέσεις. Έπειτα σπούδασα Ιστορία των Πόλεων, ειδικεύτηκα πάλι στην αμερικανική πόλη και γυρίζοντας στην Ελλάδα, τελείωσα Γαλλική Φιλολογία. Αυτά έχω κάνει. Ωστόσο δεν είναι λαμπρές σπουδές. Πολλές, μα λαμπρές όχι.»
Αυτό βέβαια είναι υποκειμενικό. Τι εννοείτε «λαμπρές σπουδές»;
«Όχι, έχει μια αντικειμενικότητα με την έννοια ότι χρειαζόταν να δουλεύω πάντα, υπήρχαν πολλές δυσκολίες, άρα δε διέπρεψα σε κάτι. Ωστόσο, ως επιστήμονας των Πόλεων συνεχίζω να ενημερώνομαι, ασχολούμαι με διάφορα αντικείμενα. Αυτή την περίοδο ασχολούμαι με μια αποτυχημένη αμερικανική πόλη, το Ντιτρόιτ, την οποία θα επισκεφτώ ξανά σε λίγες μέρες. Προσπαθώ με λίγα λόγια να έχω μια επιστημονική δραστηριότητα, παρ’ ότι δεν έχω επαγγελματική, δεν ασχολούμαι επαγγελματικά ή βιοποριστικά με αυτά τα πράγματα.»
Της λογοτεχνίας
Αν και σπουδάσατε, λοιπόν, τόσα πράγματα, η λογοτεχνία ήταν αυτή που σας κέρδισε. Όπως μου είπατε και πριν, αυτός ήταν ο στόχος σας από την αρχή. Η συγγραφή…
«Αυτό ήθελα να κάνω από μικρή. Είχα και κάποια ευχέρεια οπωσδήποτε στο γράψιμο και νομίζω ότι αυτός είναι ο προορισμός μου. Είναι το πεπρωμένο μου, αν υπάρχει κάτι τέτοιο… Χωρίς αυτός να σημαίνει ότι αν είχα κι άλλες ζωές παράλληλες, δε θα έκανα κι άλλα πράγματα. Και πράγματι θα έκανα. Ίσως κάπου να δίδασκα Ιστορία των Πόλεων… Παρ’ όλα αυτά, όσο έχω έμπνευση να γράφω βιβλία, νομίζω θα κάνω αυτό. Και όταν αποτύχω εντελώς, θα κάνω κάτι άλλο. Θα δω τι θα είναι αυτό. Αν έχω την υγεία μου, δηλαδή, νομίζω πως θα κάνω κάτι άλλο.»
Κύριο στοιχείο των συγγραφικών σας έργων είναι, πέρα από τους καθημερινούς προβληματισμούς των ανθρώπων που κατοικούν σε μια πόλη, το «ταξίδι». Είναι η περιπλάνηση σε διαφορετικούς τόπους κάτι που εκφράζει κι εσάς την ίδια;
«Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι πιο ταξιδεμένοι από μένα, αλλά στην Ελλάδα οι άνθρωποι ταξιδεύουν λίγο. Όχι για οικονομικούς λόγους, είναι θέμα νοοτροπίας. Υπάρχει μια στασιμότητα στους ανθρώπους, δεν έχουν κινητικότητα. Εγώ από μικρή είχα μεγάλη περιέργεια κι ήθελα να δω τον κόσμο. Ταξίδεψα από πολύ νέα, κάτω από δύσκολες συνθήκες. Συνθήκες που ταιριάζουν μόνο σε νέους ανθρώπους. Πήγα στο Νεπάλ, για παράδειγμα, με το λεωφορείο. Πήγα στην Αφρική. Δεν ταξιδεύω με την έννοια την τουριστική. Πηγαίνω και μένω σε μέρη, ζω σε αυτά και περνάω καιρό εκεί. Έρχομαι σε επαφή με τους ανθρώπους και μαθαίνω από αυτούς. Έτσι φυσικά απέκτησα και πολλά ερεθίσματα για τα βιβλία μου.
Έχουν συμβεί και πολλές περιπέτειες στα ταξίδια μου, οι οποίες με έχουν κάνει εκ των υστέρων να μάθω πολλά πράγματα για τον κόσμο και τον εαυτό μου. Γενικότερα θα λέγαμε ότι, μαθαίνοντας τους άλλους, μαθαίνει κανείς τον ίδιο του τον εαυτό.»
«Υπέροχη ζωή»
Κυρία Τριανταφύλλου, θέλατε από μικρή να γίνετε «εκστατικά ευτυχισμένη». Το πετύχατε ή ακόμα κυνηγάτε την ευτυχία αυτή;
«Γενικά νομίζω ότι έχω περάσει μια υπέροχη ζωή. Δεν έχω υπάρξει ακριβώς τυχερή, γιατί είχα πάντα πολλές δυσκολίες, αλλά γλύτωσα από μεγάλες καταστροφές και νομίζω ότι έχω βρει έναν τρόπο να ξεπερνάω τις δυσκολίες, που ίσως να μη με έχει κάνει εκστατικά ευτυχισμένη, αλλά οπωσδήποτε με κάνει έναν αρκετά ευχαριστημένο άνθρωπο.»
Μεγαλώνοντας, θελήσατε να συνεχίσετε το κυνήγι της ευτυχίας αυτής ή κάποια στιγμή το θεωρήσατε ουτοπικό;
«Η αλήθεια είναι ότι τα παράτησα κι αυτό γιατί κάτι τέτοιο έμοιαζε πράγματι ουτοπικό. Πέρα από αυτό όμως, το κυνήγι της ευτυχίας είναι πολύ κουραστικό. Αν έχεις μια προοπτική και την υγεία σου φυσικά, τότε είσαι ευχαριστημένος.»
Έχετε χαρακτηρίσει τον εαυτό σας στο παρελθόν ως «ένα καλό ή άκακο παιδί, που ζει στο κέντρο της Αθήνας, διαβάζει πολύ, χορεύει πολύ, δουλεύει πολύ, κλαίει και γελάει πολύ». Όλα σε υπερβολικό βαθμό λοιπόν. Είναι άραγε αυτή η «μαγική συνταγή» της ευτυχίας;
«Είμαι αυτή που είμαι, δεν προσπαθώ να είναι κάτι άλλο. Όλα αυτά είναι στοιχεία του χαρακτήρα μου. Νομίζω ότι κι αποτέλεσμα του ότι δεν έχω μπει σε ορισμένους θεσμούς. Ζω σαν ελεύθερο ηλεκτρόνιο, δεν έχω υποχρεώσεις παρά μονάχα απέναντι στον εαυτό μου. Έτσι ήθελα να είναι τα πράγματα και γι’ αυτό ζω με κάποια ένταση. Επίσης έχω μεγαλώσει με ανθρωπιστικές αξίες κι έτσι προσπαθώ να μην κάνω κακό, να μη βλάπτω τους άλλους, να μην κάνω ό,τι δε θέλω να μου κάνουν… Όλα αυτά δηλαδή που φαίνονται αυτονόητα, αλλά κανείς όταν αρχίζει να καταλαβαίνει τον κόσμο γύρω του βλέπει πως καθόλου αυτονόητα δεν είναι. Επίσης, μεγαλώνοντας βλέπει κανείς πως οι περισσότεροι μπορούν να κάνουν τα πάντα για το χρήμα, για τη δόξα… Τα πάντα όμως.»
Συνταγή ευτυχίας
Για να επανέλθουμε, είναι η συνταγή της ευτυχίας, τελικά, το να είναι κανείς ο εαυτός του;
«Ναι, αλλά τον εαυτό μας πρέπει συνεχώς να τον βελτιώνουμε, να εξελισσόμαστε και να μη μένουμε στάσιμοι.»
Αλήθεια, μια δραστήρια γυναίκα σαν εσάς, πώς περνά τον ελεύθερό της χρόνο;
«Μιλάω με τις φίλες μου, βλέπω dvd, πάω σινεμά, φλυαρώ πίνοντας. Αυτά… Δεν έχω ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, κάποιο χόμπυ δηλαδή.»
Το χόμπυ σας θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι το γράψιμο;
«Δουλεύω πάρα πολύ, μέχρι και δέκα ώρες την ημέρα, αλλά επειδή δεν έχω άγχος, όλα γίνονται με έναν απαλό τρόπο και μάλλον ευχάριστο. Είναι σημαντικό να κάνει κανείς επάγγελμα αυτό που αγαπά. Αν και πιστεύω, χωρίς να είμαι απολύτως σίγουρη, ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να κάνουν μια προσπάθεια να αγαπούν κι αυτό που κάνουν. Η μεγάλη παγίδα του Έλληνα πολίτη και κάθε πολίτη, αλλά του Έλληνα περισσότερο από κάθε άλλου στην Ευρώπη, είναι η τάση να γίνει δημόσιος υπάλληλος. Να δουλεύει δηλαδή το λιγότερο δυνατό με το λιγότερο δυνατό ενδιαφέρον. Αυτό ισοδυναμεί με άμεσο θάνατο.»
Θέλετε να μου πείτε τη γνώμη σας για την ελληνική λογοτεχνία σήμερα;
«Έχουμε καλύτερη λογοτεχνία από παλιά, αλλά είναι τόσο πολλά τα βιβλία που δεν μπορούμε να διακρίνουμε το καλό από το μέτριο. Το δεύτερο φαινόμενο της τελευταίας εποχής, εκτός από την υπερπαραγωγή, είναι η σταροποίηση των συγγραφέων, δηλαδή πολλοί συγγραφείς γίνονται σταρ μέσα από τα media, πράγμα που δε βοηθάει τη δουλειά μας. Οι άνθρωποι πρέπει να εκτιμούν τους συγγραφείς επειδή είναι καλά τα βιβλία τους, όχι επειδή τα λένε ωραία ή επειδή γράφουν καλά στο γυαλί. Πολλοί άνθρωποι μας ξέρουν, αλλά λίγοι μάς διαβάζουν.
Νομίζω ότι υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα, που υπήρχε πάντοτε. Είναι το πρόβλημα της ανάγνωσης, το οποίο έχει ενταθεί εξ αιτίας της τηλεόρασης. Οι άνθρωποι βλέπουν όλο και περισσότερο τηλεόραση και μάλιστα χυδαία, πολύ χαμηλού επιπέδου τηλεόραση. Αυτή είναι που τους καταληστεύει χρόνο που θα μπορούσαν να διαθέσουν για διάβασμα ή ακόμα και για χάζεμα στο βιβλιοπωλείο. Έχουμε ένα πρόβλημα αλφαβητισμού, μόρφωσης.
Σε σχέση με την παγκόσμια λογοτεχνία είμαστε πολύ πίσω. Δεν έχουμε βιβλιοθήκες, δεν έχουμε κουλτούρα του βιβλίου, η τηλεόρασή μας δε συγκρίνεται με του υπόλοιπου κόσμου. Ενδεχομένως της Αμερικής να είναι υποδεέστερη, αλλά υπάρχουν περισσότερες επιλογές.»
Τέλος, κυρία Τριανταφύλλου, πείτε μας ποιο είναι το μότο σας στη ζωή, ο οδηγός σας. Ποια φράση σάς εκφράζει και θα θέλατε να τη μοιραστείτε με τους αναγνώστες μας;
«Να γονατίζεις εφτά φορές και να σηκώνεσαι οχτώ.»