Όνειρο μιας χειμωνιάτικης νύχτας…

01/07/2012 - 05:56
Εν μέσω προβληματισμών και απογοήτευσης πορευόμαστε ήδη στις πρώτες μέρες του Γενάρη μ’ ένα ανεξήγητο σαράκι να φωλιάζει στα σωθικά μας. Βλέπουμε πως, όλο και πιο πολύ, «στραγγίζουν» οι καθημερινές χαρές μας κι όλο περισσότερο η ζωή μας «λούζεται» στην κατήφεια.
Εν μέσω προβληματισμών και απογοήτευσης πορευόμαστε ήδη στις πρώτες μέρες του Γενάρη μ’ ένα ανεξήγητο σαράκι να φωλιάζει στα σωθικά μας. Βλέπουμε πως, όλο και πιο πολύ, «στραγγίζουν» οι καθημερινές χαρές μας κι όλο περισσότερο η ζωή μας «λούζεται» στην κατήφεια. Ανέκαθεν ήταν συνήθεια, με τον ερχομό κάθε νέας χρονιάς, να σχεδιάζουμε ανατολές, να βάζουμε στόχους, να κάνουμε όνειρα, να ελπίζουμε και… να προσδοκούμε τα καλύτερα. Τώρα ο κόσμος έχει κουραστεί, δείχνει αποκαμωμένος. Έχει πάψει να ελπίζει, έχει πάψει να ενδιαφέρεται και να παθιάζεται. Απλά περιμένει. Δίχως να ξέρει τι… Προσπαθεί να βρει κουράγιο και δύναμη για να δώσει έναν αγώνα δύσκολο, όχι μόνο για να προστατέψει το «καθεμέρα» του από την ακμάζουσα απόγνωση, αλλά και την επιβίωσή του.
Μουντές και κρύες οι μέρες. Από τις πέντε κιόλας σκοτεινιάζει. Η μέρα δε φτάνει για τίποτα και τ’ απογεύματα λίγα… σχεδόν ανύπαρκτα. Σκοτεινές κι ατέλειωτες οι νύχτες του Γενάρη. Αργές, βαρετές και πεισματάρες οι ώρες, υποτροπιάζουν την πλήξη και κάνουν τα όνειρα να γίνονται εφιάλτες που εισβάλλουν αυθαίρετα, ακάλεστα κι ατίθασα μέσα μας και τ’ αλωνίζουν όλα. Από κάπου μπάζει... Τυλίγεσαι κι άλλο στο πάπλωμα. Τελειώνει και το τραγούδι, σωπαίνει η μουσική. Μόνο τα «σίγμα» της σιωπής και της ησυχίας, με όλα τα κενά ανάμεσά τους, αιωρούνται εκτεθειμένα στο δωμάτιο του ύπνου. Πόσο ανεκτίμητη γίνεται ενίοτε η συνδρομή της σιωπής.
Κι ενώ έχει πέσει για τα καλά η νύχτα και οι αϋπνίες αδημονούν για τη συνηθισμένη τους επίσκεψη, στη σκοτεινιά του δωματίου συμβαίνουν πράματα και θάματα. Κάτι λέξεις έχουν διάθεση για κουβέντα νυχτιάτικα…

Ξέφυγαν από τις σελίδες των βιβλίων, δραπέτευσαν από τη βιβλιοθήκη, και με μια παράξενη οικειότητα στη συμπεριφορά τους, μονολογούν στον αέρα και γυρεύουν άλλη συντροφιά. Παρέα μου η νύχτα, ακούει σιωπηλή κι αυτή, χωρίς να διακόπτει τον κατεβατό μονόλογο, πότε μέσα από θολά άστρα και πότε πίσω από αγέρωχα σύννεφα. Ίσαμε την ύστατη στιγμή σεργιάνιζα με τ’ όνειρο μέχρι που ξαφνικά κι απότομα, μέσα στη νύστα μου, σταμάτησε ο μονόλογος, έπεσε η αυλαία κι άφησε στα μισά την πιο ακριβή δεσμίδα των αξεδιάλυτων ονείρων. Πρόσκαιρα όνειρα μιας χρήσης.
Στο λιγοστό ξημέρωμα που περίσσευε απ’ την ατέλειωτη χειμωνιάτικη νύχτα, ξύπνησα με στεγνά, άνυδρα χείλη… Κι απόμειναν μέσα μου μια χούφτα λέξεις από το σύντομο σενάριο του ονείρου να γυροφέρνουν το κρεβάτι μου κι εγώ να παλεύω να τις βάλω σε εισαγωγικά, αφού δε μου ανήκουν. Μπερδεύονται οι λέξεις που κλείνονται σε εισαγωγικά, γι’ αυτό θέλω να τις ταιριάξω, να τις διαμορφώσω και να τις κάνω δικές μου. Μ’ αυτές θέλω να ζήσω. Αυτές θα βγάζω βόλτα στα γραφτά μου. Πάνω τους θα ξεσπώ τα νεύρα μου… Στις συλλαβές τους θα αντικρίζω τα λάθη μου. Στα σύμφωνά τους τη σιωπή μου και στα φωνήεντα τον ενθουσιασμό μου. Στην ανορθογραφία τους τη μελαγχολία μου και στον τονισμό τους την παρηγοριά. Στις εμμονές και στις αντιδράσεις μου θα τις γυρίζω ανάποδα. Θ’ ανακατεύω τα σημεία στίξης τους για ν’ αλλάζω το νόημά τους. Θα τις μετρώ μη και μου λιγοστέψουν. Και μ’ αυτές, στα χασομέρια μου, θα συναρμολογώ τις παραξενιές μου.

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey