Ο Γκόγκολ στις νουβέλες «Το παλτό» και «Το ημερολόγιο ενός τρελού» πραγματεύεται το τέλμα στο οποίο φτάνουν όσοι εργάζονται μηχανικά και δίχως ενδιαφέρον για αυτό που κάνουν.
Ο Γκόγκολ στις νουβέλες «Το παλτό» και «Το ημερολόγιο ενός τρελού» πραγματεύεται το τέλμα στο οποίο φτάνουν όσοι εργάζονται μηχανικά και δίχως ενδιαφέρον για αυτό που κάνουν. Οι ήρωές του είναι δημόσιοι υπάλληλοι που ζουν υποταγμένοι, άχρωμα, ζουν σαν επέκταση της βαρετής και άσκοπης επαγγελματικής τους υπόστασης. Το ότι κάποτε φτάνουν στην τρέλα δε μας ξαφνιάζει. Μα και ο Ντοστογέφσκυ έχει γράψει για δημόσιους υπαλλήλους, λακέδες και παρατρεχάμενους ανωτέρων ή ανθρώπων ευγενικής καταγωγής. Οι δημόσιοι υπάλληλοι του Ντοστογέφσκυ είναι πυρετικοί, ονειροπόλοι και σχεδόν ποτέ δε νικούν τη μοίρα τους, μια μοίρα παρόμοια με αυτή των χαρακτήρων του Γκόγκολ. Αν πει κανείς πως ήταν η τσαρική Ρωσία εκείνης της εποχής που γέννησε αυτό το λογοτεχνικό φαινόμενο, δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στο «Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ» του Σολζενίτσιν, που γράφτηκε επί Σοβιετικής Ένωσης ως κόλαφος στον υπαρκτό σοσιαλισμό, αλλά και σε πληθώρα δυτικών έργων του μεταπολέμου τα οποία εξετάζουν το δημόσιο υπάλληλο ως μια ξεχωριστή κατηγορία ανθρώπου που τον βαραίνει κάποια παράξενη κατάρα. Και για να πάμε πάρα πολύ πίσω, αξιοσημείωτη είναι εκείνη η περίπτωση ενός γραφέα του παλατιού στην αρχαία Αίγυπτο, ο οποίος μας άφησε ένα μικρό ποίημα στο οποίο θρηνεί για το πόσο δύσκολο και ανώφελο είναι να ζεις όταν αυτό που κάνεις (το να φτιάχνεις ολημερίς καταλόγους αποθηκών) είναι ανόητο. Ας έρθουμε ξανά στην εποχή μας και ας δούμε το δικό μας Καρυωτάκη έτσι όπως μας φανερώνεται μέσα από τα έργα του, σκυφτός πάνω από τα τεφτέρια του, σκλάβος της ιεραρχίας, μοιραίος. Ας σκεφτούμε το Ζοζέ Σαραμάγκου με το «Όλα τα Ονόματα», όπου ένας υπάλληλος ληξιαρχείου προσπαθεί να βγει από το τέλμα που περιγράψαμε. Έτσι, για να αναφέρουμε λίγα βιβλία με αυτό τον πυρήνα. Υπάρχουν τόσα πολλά!
Μήπως η λογοτεχνία θέλει κάτι να μας πει με όλα αυτά; Είναι δεδομένο το ότι σε όλες τις φάσεις της ανθρώπινης ιστορίας κάποιοι είναι αναγκασμένοι να κάνουν δουλειές που δεν αγαπούν. Είτε σα σκλάβοι είτε σα μισθωτοί. Οι μισθωτοί μερικές φορές καταντούν σκλάβοι, όχι με την κυριολεκτική έννοια του όρου, αλλά με όλα όσα επισύρει αυτός. Υπάρχουν, άλλωστε, πολλές διαβαθμίσεις ελευθερίας και πολλές μορφές σκλαβιάς. Ο δημόσιος υπάλληλος αντιμετωπίζεται συστηματικά στη λογοτεχνία σα μισθωτός σκλάβος (ή σαν καρεκλοκένταυρο τέρας) και αυτό, όπως είδαμε, όχι μόνο σήμερα αλλά και πάντα.
Δεν είναι όμως παράξενο; Οι δημόσιοι υπάλληλοι, ειδικά στη χώρα μας, θεωρούνται βολεμένοι, ευνοημένοι, ξένοιαστοι. Για αυτό και όσοι δεν είναι ήδη στο Δημόσιο πασχίζουν να μπουν. Τι μας λένε τότε οι συγγραφείς; Λοιπόν, ας μην ξεχνάμε, αρχικά, πως ο συγγραφέας κατά κανόνα δεν είναι δημόσιος υπάλληλος, οπότε βλέπει απ’ έξω το όλο σκηνικό. Για αυτόν οι ιεραρχίες, η οκνηρία, οι άσκοπες ώρες μπροστά σε στοίβες εγγράφων και οθόνες υπολογιστών, είναι όλα τους ανόητα. Είναι ακριβώς όλα αυτά που τον κάνουν να νιώθει πνιγμένος, ανελεύθερος, σκλάβος. Ο συγγραφέας μπορεί να νιώσει ξεκάθαρα κάτι που οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν συνηθίσει. Πως κανείς δεν αγαπά την υπηρεσία (ποιος ο λόγος άλλωστε) και πως το μεροκάματο βγαίνει ακριβώς κάνοντας ανόητα πράγματα (ανόητα για την ανθρώπινη υπόσταση του υπαλλήλου και όχι για τις ανάγκες του συστήματος).
Ίσως κάποτε δούμε κάτι καλύτερο από τις δημόσιες υπηρεσίες όταν το έργο των υπαλλήλων γίνει πιο ουσιαστικό. Όταν δεν αντιμετωπίζονται από το κράτος σα μηχανές, σαν ευρετήρια, σα σάρκινα συρτάρια. Με την πάροδο του χρόνου η τεχνολογία δίνει λύσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Ο δημόσιος υπάλληλος που αποδίδει είναι αυτός που βρίσκει χρήσιμο και ενδιαφέρον αυτό που κάνει. Ο δημόσιος υπάλληλος είναι και αυτός άνθρωπος, χαζό να το λέει κανείς, αλλά καθόλου χαζό να το υπενθυμίζει σε κράτος και κοινό. Όλοι μας αντιμετωπίζουμε την κυνικότητα και την αδιαφορία των δημοσίων υπαλλήλων, το θέμα είναι πόσοι από εμάς δε θα ήμασταν εξίσου κυνικοί και αδιάφοροι αν ερχόμασταν στη θέση τους. Ένα ξερό «κάνε τη δουλειά σου», δεν αρκεί. Το ίδιο λένε και οι δεσμοφύλακες κάθε καιρού.