Σήμερα, οι σελίδες αυτές του «Ε» είναι αφιερωμένες σε ένα από τα παλιότερα μέλη του Συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών και Δωρητών Οργάνων Μυτιλήνης στο συνταξιούχο δάσκαλο Λευτέρη Καρμίρη.
Σήμερα, οι σελίδες αυτές του «Ε» είναι αφιερωμένες σε ένα από τα παλιότερα μέλη του Συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών και Δωρητών Οργάνων Μυτιλήνης. Ο Λευτέρης Καρμίρης, σε ηλικία σήμερα 67 ετών, είναι ο γραμματέας του Συλλόγου από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του, 15 χρόνια πριν. Με μακρά πορεία στην προσφορά στους συμπολίτες του, τόσο μέσω της αιμοδοσίας, όσο και μέσω της εκπαίδευσης, αφού έχει υπηρετήσει ως δάσκαλος σε διάφορα σχολεία της Λέσβου και της Λήμνου, έχει να πει πολλά για την έννοια του εθελοντισμού. Είναι κάτι που το ξέρει, άλλωστε, καλά και που το εφάρμοζε σε όλη του τη ζωή, έχοντας αντιληφθεί εκτός των άλλων τη μεγάλη ηθική ικανοποίηση που δίνει η ανιδιοτελής προσφορά στο συνάνθρωπο.
«Είμαι πολίτης της Απελευθέρωσης», λέει ο Λευτέρης Καρμίρης. Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1944, έξι μήνες πριν φύγουν οι Γερμανοί από τη χώρα, στην Πελόπη, βόρεια του Μανταμάδου. Εκεί τέλειωσε και το δημοτικό σχολείο.
Οι γονείς του, Γιώργος και Φανή, είχαν δύο παιδιά, τον ίδιο και τον αδελφό του, Παναγιώτη, που είναι 14 χρόνια μικρότερος. Ο πατέρας του, αν και ήταν ορφανός και είχε ζήσει δύσκολα χρόνια, μέσα στους πολέμους, ήταν όπως λέει ο κ. Καρμίρης «μυαλό ζωντανό και δραστήριο» και κατάφερε να αναδειχθεί και να ξεχωρίσει στο χωριό τους. «Έκανε πολλές δουλειές και ό,τι έπιανε το έκανε καλά», λέει ο Λευτέρης Καρμίρης. «Ήταν πολύ επιδέξιο άτομο και με θετικό μυαλό και έβρισκε λύση για κάθε πρόβλημα.»
Πέρα από αυτά, όμως, ήταν και προοδευτικό πνεύμα και επειδή ο ίδιος πέρασε δύσκολα χρόνια, ήθελε να μάθει γράμματα ο γιος του. Έστειλε, λοιπόν, το μικρό Λευτέρη στη Μυτιλήνη, για να φοιτήσει στο 2ο Γυμνάσιο Αρρένων. Τόσο στο δημοτικό, όσο και στο γυμνάσιο, είχε την τύχη να διδαχθεί από πολύ καλούς δασκάλους, αρκετούς από τους οποίους είχε και ως πρότυπα αργότερα, όταν και ο ίδιος ακολούθησε το ίδιο επάγγελμα.
Με τη σύζυγό του, Χρυσούλα, σήμερα, στο σπίτι τους στη Μυτιλήνη (αριστερά). Λευτέρης και Χρυσούλα, στα χρόνια της νιότης τους (δεξιά)
Οι σπουδές και ο διορισμός
Ο Λευτέρης Καρμίρης φοίτησε στην Παιδαγωγική Ακαδημία της Μυτιλήνης, έχοντας πάντα τη στήριξη του πατέρα του. Προκειμένου να σπουδάσει ο γιος του, ο Γιώργος Καρμίρης πρότεινε να μετακομίσει όλη η οικογένεια στην Αθήνα. Ο νεαρός Λευτέρης ήταν πολύ καλός και είχε προοπτικές, αλλά βλέποντας τον πατέρα του να κουράζεται, δε θέλησε να τον επιβαρύνει άλλο, και αρνήθηκε. Έτσι έμεινε στην Ακαδημία της Μυτιλήνης. «Ίσως να ήταν και καλύτερα αν φεύγαμε, γιατί ο πατέρας μου μπορεί να έκανε μια καλύτερη δουλειά και να έπαιρνε μια καλύτερη σύνταξη. Ό,τι έγινε έγινε, όμως», λέει σήμερα.
Τελειώνοντας την Παιδαγωγική Ακαδημία το 1964, δεν έχασε καθόλου χρόνο και πήγε φαντάρος, τον Ιανουάριο του 1965. Απολύθηκε στις 11 Ιανουαρίου τού 1967 και στις 3 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο διορισμός του στη Λήμνο. Είχε ήδη γνωρίσει τη σύζυγό του, Χρυσούλα, όταν αυτός ήταν 20 και αυτή 16 ετών. «Τότε ήταν αλλιώς τα πράγματα, αν γνώριζες κάποιον και έκανες ένα δεσμό, ήταν κάτι ουσιαστικό, δεν έκανες πίσω», λέει ο ίδιος. Τα χρόνια που έμειναν στη Λήμνο, υπηρέτησε σε τέσσερα σχολεία, κυρίως μονοθέσια. Η δουλειά τον δυσκόλεψε, αφού έπρεπε να κάνει μάθημα σε όλες τις τάξεις, πέρασαν όμως εξήμισι όμορφα χρόνια.
Με τους δύο γιους του, Γιώργο και Κώστα, αρκετά χρόνια πριν
Φεύγοντας από τη Λήμνο, βρέθηκε δάσκαλος στη Σκάλα Συκαμιάς, ένα χωριό τότε πολύ απόμερο, με ελάχιστους κατοίκους. «Ήξερα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να βρω θέση κοντά στη Μυτιλήνη, ήταν και κοντά στο χωριό μου και με διευκόλυνε, και μπορώ να πω ότι περάσαμε μια πάρα πολύ καλή ζωή. Η Συκαμνιά ήταν σταθμός στην καριέρα μου», λέει ο ίδιος. Όταν πήγε εκεί, βρήκε ένα μονοθέσιο σχολείο με 16 παιδιά, από τα οποία κανένα δεν πήγαινε μέχρι τότε στο γυμνάσιο. Η νοοτροπία που επικρατούσε στους γονείς, ειδικά τους πατέρες και ιδίως για τα κορίτσια, δεν περιελάμβανε τη συνέχιση της φοίτησης πέρα από το δημοτικό. Ο ίδιος, ωστόσο, εντόπισε κάποια παιδιά που ήταν στην ΣΤ΄ τάξη και είχαν δυνατότητες, και θέλησε να τα βοηθήσει. Έτσι, τα απογεύματα, αντί να πηγαίνει στο καφενείο, πήγαινε στο Σχολείο και τα προετοίμαζε αφιλοκερδώς για το γυμνάσιο. «Τελικά, μόνο το αγόρι πήγε στο γυμνάσιο και πρόκοψε. Εγώ είπα “αυτό που ήταν να κάνω το έκανα, δεν μπορώ να κάνω τίποτα παραπάνω”. Την άλλη χρονιά, μου ζήτησε μια οικογένεια να κάνω μάθημα στην κόρη τους για να πάει για εξετάσεις, δέχτηκα και δεν το μετάνιωσα.»
Ακολούθησε η υπηρεσία για οκτώ χρόνια στο Μανταμάδο και στη συνέχεια για τρία χρόνια στην Παναγιούδα, πριν καταλήξει στη Μυτιλήνη, στο 5ο Δημοτικό. Μιλάει για το σχολείο όπου έμεινε 13 χρόνια, με νοσταλγία και πίκρα. «Ήταν από τα καλύτερα σχολεία της πόλης, σε πολύ καλή θέση, μεγάλο και με πολύ καλές προδιαγραφές. Η κατάντια που το έχουν αφήσει τώρα, κάνει την ψυχή μου να πονά. Έβγαλε πολύ καλά παιδιά. Δεν έπρεπε να καταντήσει έτσι αυτό το Σχολείο…»
Όλη η οικογένεια, στο γάμο του μεγαλύτερου γιου, Γιώργου (αριστερά). Σε κοπή πίτας του Συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών (δεξιά)
Η εμπλοκή στην εθελοντική αιμοδοσία
Όσο υπηρετούσε ως δάσκαλος, ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση. Ήταν επανειλημμένως μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών. Το 1992 πρότεινε στο συμβούλιο, και εκείνο δέχτηκε, να οργανώσουν μια Ομάδα Αίματος. «Μαζέψαμε στην αρχή γύρω στις 21 μονάδες. Δυστυχώς οι συνάδελφοι δεν το συνέχισαν. Θα μπορούσε σήμερα να έχει ο Σύλλογος μια δική του ομάδα αίματος, με 1.600 - 1.700 άτομα, και να προβάλλεται στο νησί.»
Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή ευαισθητοποίησε, όπως φάνηκε, αρκετούς. Πολλοί από τους τέως συναδέλφους του που είναι ακόμη εν ενεργεία, είναι τώρα μέλη του Συλλόγου Εθελοντών Αιμοδοτών. Η ίδρυσή του λίγα χρόνια μετά την πρώτη εκείνη απόπειρα, το 1996, βρήκε το Λευτέρη Καρμίρη να υπηρετεί ακόμη ως δάσκαλος. Παρ’ όλο που δεν ήταν από τα ιδρυτικά μέλη, με την παρότρυνση της σημερινής προέδρου, Μαρίας Ζερβού, μπήκε στο πρώτο διοικητικό συμβούλιο. Από την πρώτη στιγμή ορίστηκε γραμματέας του Συλλόγου, πόστο που εξακολουθεί να έχει ακόμη και σήμερα, 15 χρόνια μετά. «Έδινα από πριν αίμα, όταν χρειαζόταν. Λυπάμαι που άργησε τόσο να γίνει ο Σύλλογος, γιατί θα είχα δώσει πολύ περισσότερες φορές», λέει ο ίδιος. «Έχουμε ένα πολύ καλό διοικητικό συμβούλιο», συνεχίζει. «Είμαστε πολύ δεμένοι και ίσως η επιτυχία αυτού του Συλλόγου να οφείλεται ακριβώς στο ότι δεν έχουμε προστριβές μεταξύ μας. Ακόμη και να παρουσιαστεί κάτι, το ξεχνάμε γρήγορα, επικεντρωνόμαστε στο στόχο που έχουμε, τη συλλογή αίματος, που είναι μακριά από οποιαδήποτε προσωπικά ζητήματα.»
Από παλιότερη αιμοδοσία του Συλλόγου (αριστερά). Με τους μαθητές του έξω από το 5ο Δημοτικό Σχολείο Μυτιλήνης, στο τέλος της σχολικής χρονιάς 1996 - 1997 (δεξιά)
Για το Λευτέρη Καρμίρη, το να ασχοληθεί τόσο ενεργά με τη δωρεά αίματος ήταν ένα «καθήκον» που θεωρούσε ότι είχε απέναντι στην κοινωνία. «Ήμουν ήδη μαθημένος, από την εκπαίδευση. Δεν είχα ζηλέψει ποτέ το χρήμα, ούτε πλούτισα, ούτε θα πλουτίσω. Ήθελα πάντα να προσφέρω στην κοινωνία. Δεν είναι κάτι που θέλει πολλή προσπάθεια, αλλά κάτι που μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε πολίτης, εάν το θέλει. Όλοι σχεδόν που είμαστε στο συμβούλιο νιώθουμε μάλλον το ίδιο, γι’ αυτό και παραμένουμε όλα αυτά τα χρόνια και γι’ αυτό ο Σύλλογος πάει τόσο καλά, έχοντας σήμερα πάνω από 2.000 μέλη.»
Για τον ίδιο, ο Σύλλογος έδωσε το ερέθισμα για να «ανθίσει» η αιμοδοσία σε όλο το νησί. Από τα χρόνια της θητείας του, έχει να θυμηθεί πολλά συγκινητικά περιστατικά. «Μια φορά είχαμε αιμοδοσία, είχε πολύ κρύο, έξω έπεφτε χιονόνερο. Έτυχε να περνάει κάποιος οικοδόμος από τους Ταξιάρχες, είδε την ταμπέλα μας και εκείνη τη στιγμή, αποφάσισε να δώσει αίμα. Αυτό με συγκίνησε πολύ. Βλέπω επίσης ανθρώπους στα καφενεία που λένε “δεν μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει να δίνεις αίμα”. Μια άλλη κυρία, παρ’ όλο που είχε ανεβασμένη πίεση και δεν της επιτρεπόταν, επέμενε πως δε θα έφευγε αν δεν έδινε αίμα. Και δεν είναι λίγες οι φορές που τουρίστες περνούν έξω από την αιμοδοσία και μπαίνουν να δώσουν αίμα εκείνη τη στιγμή. Υπάρχει μεγάλη ευαισθησία στους ξένους.»
Με τους συναδέλφους του, έξω από τα «Εκπαιδευτήρια Πλάτωνος» (αριστερά). Εκδρομή με το Σύλλογο Εθελοντών Αιμοδοτών στα Ζαγοροχώρια (δεξιά)
Μια μεγάλη προσφορά
Σήμερα ο Λευτέρης Καρμίρης είναι πλέον συνταξιούχος, εδώ και 11 χρόνια, έχοντας συμπληρώσει 33 χρόνια υπηρεσίας στη δημόσια και δύο στην ιδιωτική εκπαίδευση, εργαζόμενος στα «Εκπαιδευτήρια Πλάτωνος». Η προσφορά του στον τομέα της αιμοδοσίας φτάνει συνολικά τις 25 μονάδες αίματος. Δεν μπορεί να συνεχίσει να δίνει αίμα, αφού έχει περάσει το όριο ηλικίας. Συνεχίζει όμως ακούραστος στο Σύλλογο, έχοντας συμπαρασύρει και άλλα μέλη της οικογένειάς του όπως προσπαθεί με τα άλλα μέλη του Συλλόγου να «τραβήξει» κι άλλο κόσμο. Η οικογένειά του έχει τρία παιδιά. Το Γιώργο, τον Κώστα και την Ηλέκτρα. Και οι δύο γιοι του είναι τακτικοί αιμοδότες. Ο Γιώργος μάλιστα, επίσης εκπαιδευτικός, είναι αυτός που έχει δώσει τις περισσότερες μονάδες αίματος, 30 συνολικά. Πολύ καλός αιμοδότης είναι και ο αδελφός του, ο Παναγιώτης.
Ο Σύλλογος έκλεισε φέτος τα 15 χρόνια ζωής. «Έχουμε έναν πάρα πολύ καλό Σύλλογο, καταφέραμε μέσα σε 15 χρόνια να είμαστε τέταρτοι πανελλαδικά στην προσφορά αίματος», λέει ο ίδιος. «Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι, κάθε φορά που κάνουμε αιμοδοσία πιάνουμε 230 - 240 μονάδες. Δεν είναι λίγο, αλλά θα μπορούσε μια πόλη μεγάλη σαν τη Μυτιλήνη να συγκεντρώνει περισσότερες. Αν αιμοδοτούσε ένας στους 10 Έλληνες, μια φορά το χρόνο, η χώρα θα είχε επάρκεια. Γι’ αυτό κάνουμε πάντα έκκληση στους συμπολίτες μας να βοηθήσουν να καλύψουμε το κενό των 500 - 600 μονάδων για το Νοσοκομείο μας. Ειδικά από την αιμοδοσία, φανερώνεται κατά τη γνώμη μου και το επίπεδο πολιτισμού ενός τόπου.»
«Κάνουμε το καλό, προσπαθώντας πάντα να βρούμε τρόπους να γίνει ακόμη καλύτερο. Ο εθελοντισμός είναι κάτι που ο άλλος πρέπει να το κάνει αν το θέλει, όχι ως υποχρέωση», συνεχίζει κλείνοντας. «Θα πρέπει κάποιος να καταλάβει πως πρέπει να γίνει αιμοδότης για να βοηθήσει τον κόσμο. Δεν μπορεί να καταλογίσει κανένας κάτι κατά της αιμοδοσίας. Εγώ βρίσκω πως όλα είναι υπέρ. Τρώμε πολύ χρόνο με το Σύλλογο, συχνά οι σύζυγοί μας… γκρινιάζουν επειδή ο Σύλλογος μας απορροφά πάρα πολύ, αλλά νιώθουμε πως κάνουμε το καθήκον μας. Εγώ, γνώρισα πολύ κόσμο μέσα στη Μυτιλήνη απ’ την αιμοδοσία, κέρδισα ένα “στασίδι” στην εκτίμηση του κόσμου της πόλης.»