Ζούμε μιαν εποχή θαυμαστή! Οι συνήθεις εκφράσεις περί του «τέλους της Μεταπολίτευσης» είναι απελπιστικά πτωχές. Αντίθετα, ζούμε την εποχή της δημιουργικής σχιζοφρένειας... Η σημειολογία του συνήθους πολιτικού Λόγου έχει πλήρως καταρρεύσει.
Ζούμε μιαν εποχή θαυμαστή! Οι συνήθεις εκφράσεις περί του «τέλους της Μεταπολίτευσης» είναι απελπιστικά πτωχές. Αντίθετα, ζούμε την εποχή της δημιουργικής σχιζοφρένειας... Η σημειολογία του συνήθους πολιτικού Λόγου έχει πλήρως καταρρεύσει, το μείζον ενδιαφέρον δε είναι ότι οι φορείς του δεν το αντιλαμβάνονται, καν. Στο προφανές ερώτημα του αναγνώστη περί της «δημιουργικής σχιζοφρένειας», τι άραγε να σημαίνει αυτή η αιθεροβάμων διατύπωση, οι απαντήσεις είναι, κυρίως, δύο:
1. Δείτε τι λέγεται δημοσίως περί των τρεχουσών συνθηκών, δημοσιονομικών, πολιτικών και στρατηγικών: οι πάντες ελπίζουν στη «νέα εποχή», με βαθειά απαισιοδοξία. Νέος πατριωτισμός, νέα πράσινη οικονομία, νέα διοίκηση, νέα Νέα Δημοκρατία κ.ο.κ.. Η «νέα εποχή», ως συμβολισμός, εγγενώς φέρει αισιόδοξο μήνυμα! Εθνικώς το εκλαμβάνουμε ως εξωγενώς επιβεβλημένη απομάκρυνση από τις πανθομολογούμενες αμαρτίες της «παλαιάς εποχής». Δηλαδή, το παλλαϊκό αίτημα για απελευθέρωση από τη δικτατορία της δημοσιο-υπαλληλικής και κρατικής γραφειοκρατίας, όπως κι αν δημιουργήθηκε και για όποιους λόγους διατηρείται, έχει ουσιώδη ισχυρή έδραση ή είναι απλώς λόγια του καφενείου; Η οφθαλμοφανής σύγκλιση σ’ αυτό είναι αυθεντικό αίτημα της κοινωνίας που ασφυκτιά ή μήπως προκύπτει μόνον από την επιβολή των απαιτήσεων των όποιων εξωτερικών «κακών»;
2. Κορυφαία στελέχη της Κυβερνήσεως κυκλοφορούν στα κανάλια και εκφράζουν τον ιδεολογικό πόνο τους για τα «αναγκαία» μέτρα! Αυτό το γεγονός είτε είναι ακραία πολιτική τυφλότητα είτε απόλυτος κυνισμός. Δεν γίνεται, άραγε, αντιληπτό ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο διαγγελλόμενος «πόνος», τόσο ευρύτερη είναι η άρρητη αποδοχή της κατάρρευσης της σοσιαλ-δημοκρατικής σκέψης, η οποία καταφεύγει, στην πολιτική πράξη, σε νεο-φιλελεύθερες συνταγές λόγω έλλειψης άλλου επιτυχημένου μοντέλου; Δεν γίνεται αντιληπτό ότι όταν επικαλείσαι την απόλυτο αναγκαιότητα «μέτρων» τέτοιας φιλοσοφίας, ουσιαστικά αποδέχεσαι ότι δεν υπάρχουν άλλα ισάξια, πλην διαφορετικά; Δεν γίνεται αντιληπτό ότι ο ιδεολογικός «πόνος», ως δικαιολόγηση της περιοριστικής πολιτικής που επελέγη, είναι το μέτρο της ιδεολογικής ανεπάρκειας της σοσιαλ-δημοκρατίας στο νεωτερικό πλαίσιο της παγκοσμιότητας;
Δεξιά και Αριστερά (ως τυπικά σχήματα) βαρύνονται με στρατηγικά σφάλματα πολιτικής αλαζονείας. Η Δεξιά θεώρησε δεδομένα τα κοινωνικά στηρίγματά της: «τον παπά, το δάσκαλο και το χωροφύλακα». Έτσι, δε μόρφωσε τον παπά, δεν αντάμειψε το δάσκαλο και δεν κοινωνικοποίησε το χωροφύλακα. Και πολιτικά συνετρίβη...
Η Αριστερά επέδειξε στρατηγική αλαζονεία επί δεκαετίες τώρα: θεώρησε ότι η Δεξιά δε σκέπτεται, είτε διότι δεν έχει τη δυνατότητα είτε διότι δεν την ενδιαφέρει λόγω του ότι ελέγχει τους μηχανισμούς του καπιταλισμού. Και ιδεολογικά κατέρρευσε... Βρισκόμαστε έτσι όλοι τώρα, εκατέρωθεν ηττημένοι νικητές, απογυμνωμένοι σκέψης και πράξης, να πονάμε για το κακό που μας βρήκε... και να ονειρευόμαστε ανατροπές κι απειθαρχίες ή να κάνουμε πολιτικά μνημόσυνα... Το δυστυχές είναι ότι η σκέψη χρειάζεται μυαλά και χρόνο, και χρόνο, τουλάχιστον, δεν έχουμε.
Κατά συνέπεια, «kalo kouragio, Ellines»...
* Ο καθηγητής Ανδρέας Ι. Τρούμπης είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου.