70% κάτω η οικοδομική κίνηση σε πέντε χρόνια. 1.154 οικοδομικές άδειες όλων των τύπων το 2006, το… πολύ 312 το 2010! 652.597 κυβικά μέτρα το 2006 ο όγκος των νέων κατασκευών, το πολύ 211.000 κυβικά μέτρα ο όγκος των φετινών κατασκευών.
Από το κακό στο χειρότερο οδεύει η οικοδομική δραστηριότητα στο Νομό Λέσβου. Κι αν κάτι λες πως κινείται στη Μυτιλήνη, τη Μύρινα, την Καλλονή και τις άλλες τουριστικές περιοχές, στα υπόλοιπα χωριά επικρατεί πλήρης απραξία. Ο κλάδος πλήττεται τόσο από τη γενικότερη οικονομική κρίση, όσο και από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αντιμετωπίζει σε τοπικό και σε πανελλαδικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η μη χορήγηση δανείων για την αγορά κατοικίας είναι ένα πρόβλημα που πλήττει την οικοδομή σε όλη τη χώρα. Όμως και η έλλειψη οικοπέδων λόγω μη ένταξης νέων εκτάσεων στο σχέδιο πόλης είναι ένα πρόβλημα τοπικής εμβέλειας, το οποίο σε άλλες περιοχές έχει λυθεί ή δεν παρουσιάζει την οξύτητα που παρουσιάζει στη Λέσβο. Έτσι, η οικονομική κρίση αυτό που κατάφερε να κάνει ήταν να δώσει το τελειωτικό χτύπημα σε έναν κλάδο που έτσι κι αλλιώς αντιμετώπιζε τεράστια προβλήματα.
Με πολύ κόπο συγκεντρώσαμε και επεξεργαστήκαμε τα στατιστικά στοιχεία για την οικοδομική δραστηριότητα στο Νομό Λέσβου από τη Στατιστική Υπηρεσία, προκειμένου να δούμε ποια είναι η αντικειμενική εικόνα του κλάδου.
Έτσι, το 2006 εκδόθηκαν συνολικά 1.154 άδειες (όλων των τύπων) και το 2010 έως και χθες είχαν εκδοθεί 600 άδειες. 760 ήταν οι άδειες για νέες οικοδομές και προσθήκες το 2006. Το 2010 από τον Ιανουάριο έως τον Αύγουστο είχαν εκδοθεί μόλις 208 άδειες. Με μια αναγωγή που κάναμε, σε ετήσια βάση προκύπτει ότι οι άδειες για νέες οικοδομές και προσθήκες οικοδομών θα ανέλθουν το πολύ στις 312.
Ακόμη χειρότερη είναι η εικόνα που μας δίνει ο όγκος των νέων κατασκευών, καθώς το 2006 οι άδειες νέων οικοδομών και προσθηκών «έδιναν» 652.597 κυβικά μέτρα και το 2010 ο όγκος των νέων κατασκευών δεν αναμένεται να ξεπεράσει τα 210.965 κυβικά μέτρα. Δηλαδή έχουμε μια απώλεια σε όγκο κατασκευών που κυμαίνεται στο 67,67%. Πρόκειται για ένα τεράστιο μέγεθος, που δίνει με ακρίβεια την εικόνα που επικρατεί στον κλάδο.
Πτωτική πορεία
Η κρίση στην οικοδομή στο Νομό μας δεν είναι καινούργιο στοιχείο. Το 2006 οι νέες οικοδομές και οι προσθήκες μας έδωσαν 652.597 κυβικά μέτρα κατασκευών, όμως το 2007 είχαμε πτώση στα 582.012 κυβικά μέτρα. Το 2008 ήταν χρονιά στασιμότητας, καθώς ο όγκος έμεινε σταθερός στα 582.105 κυβικά μέτρα, ενώ το 2009 η κρίση στον κλάδο ήταν πολύ ορατή και ο όγκος των νέων οικοδομών και προσθηκών περιορίστηκε στα 278.872 κυβικά μέτρα. Έτσι, το 2010, που επίσημα η χώρα βρίσκεται σε οικονομική κρίση, οδεύουμε σε έναν πενιχρό όγκο κατασκευών μόλις 210.965 κυβικών μέτρων, όπως αναφέραμε και πιο πάνω.
Η αγορά ακινήτου εδώ και χρόνια στα νησιά του Νομού μας ήταν μια ακριβή υπόθεση, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μυτιλήνης. Η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στο ότι η γη, δηλαδή τα οικόπεδα, είναι ακριβή κι από τη στιγμή που οι κατασκευαστές αγοράζουν ακριβά, ανεβάζουν τις τιμές για να καλύψουν το υψηλό κόστος.
Χαρακτηριστικά, ο κτηματομεσίτης Λουκιανός Ραλλίδης μάς λέει ότι «το κόστος μιας νέας κατοικίας στην Καρδίτσα κυμαίνεται από τα 1.300 ευρώ στα 1.500 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Στη Μυτιλήνη κυμαίνεται από τα 2.200 ευρώ έως τα 2.500 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Δηλαδή ουσιαστικά οι τιμές των ακινήτων στην πόλη της Μυτιλήνης και τις γύρω περιοχές έχουν φθάσει στα επίπεδα που είναι οι τιμές στην Αθήνα.».
Στο ερώτημα τι είναι αυτό που ανεβάζει τις τιμές στα οικόπεδα, ο κ. Ραλλίδης είναι ξεκάθαρος: «Τα τελευταία 30 χρόνια όλοι οι τοπικοί άρχοντες έδωσαν προτεραιότητα στο να πολεοδομήσουν περιοχές που είχαν ήδη χτιστεί, αντί να εντάξουν νέες περιοχές στο σχέδιο πόλης.» Επιπλέον, στη Λέσβο έχουμε μια σειρά από περιορισμούς στους όρους δόμησης και στις περιοχές που μπορούν να οικοδομηθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζονται πάρα πολύ τα διαθέσιμα οικόπεδα κι από τη στιγμή που η ζήτηση για νέες κατοικίες παραμένει υψηλή, οι τιμές των ακινήτων δεν υποχωρούν, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως διαπιστώνουν οι επαγγελματίες του κλάδου.
Χαρακτηριστικό της κατάστασης που επικρατεί στη Λέσβο είναι ότι οι τιμές των οικοπέδων και των νέων κατασκευών παραμένουν στα ίδια επίπεδα. Φαίνεται πως τόσο οι ιδιοκτήτες των οικοπέδων, όσο και οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις, έχουν υψηλές αντοχές.
Τα στεγαστικά δάνεια
Πριν ξεκινήσει η οικονομική κρίση, οι τράπεζες εφαρμόζοντας τους νέους αυστηρότερους κανόνες δανειοδότησης μείωσαν τον αριθμό των δανείων που χορηγούσαν. Αυτό το στοιχείο, σε συνδυασμό με το υψηλό κόστος των κατασκευών στη Λέσβο, είχε ως απόρροια να μειωθούν οι πωλήσεις ακινήτων. Θυμίζουμε ότι στις αρχές της δεκαετίας τού 2000 οι τράπεζες είχαν φθάσει στο σημείο να χρηματοδοτούν έως και το 100% της αξίας ενός νέου ακινήτου και παρά το υψηλό κόστος των ακινήτων, πολλοί ήταν εκείνοι που αγόρασαν σπίτια για να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες, αλλά και ως επένδυση, μια και στην Ελλάδα η αξία των ακινήτων ποτέ δεν πέφτει.
Οι «εύκολες» χορηγήσεις στεγαστικών δανείων αξιοποιήθηκαν από τις κατασκευαστικές εταιρείες κι έτσι η οικοδομή οδηγήθηκε σε άνθηση για ένα διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών. Ακόμη και στη Λέσβο, παρά το υψηλό κόστος των κατασκευών.
Ανάπτυξη, αλλά…
Η οικοδομική δραστηριότητα λειτούργησε επί χρόνια ως μοχλός ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας, καθώς 60 επαγγέλματα δραστηριοποιούνται γύρω από την οικοδομή: μηχανικοί, αρχιτέκτονες, εργολάβοι, οικοδόμοι, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι, ελαιοχρωματιστές, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι και δεκάδες άλλοι επαγγελματίες. Τα εισοδήματα που αποκόμιζαν όλοι αυτοί επανεπενδύονταν ή καταναλώνονταν στη Λέσβο και τη Λήμνο, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα αναπτυξιακό υπόβαθρο. Από τη στιγμή, λοιπόν, που η αγροτική παραγωγή και ο τουρισμός δεν αναπτύσσονταν, η οικοδομή είχε εξελιχθεί σε λοκομοτίβα της οικονομικής ανάπτυξης των νησιών μας. Το κλείσιμο της στρόφιγγας των χρηματοδοτήσεων από τις τράπεζες ήταν η αρχή του τέλους για την οικοδομή και ιδιαίτερα για τους εργαζομένους σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο.
Οι περιορισμοί
Ένας ακόμη παράγοντας που επηρεάζει το κόστος των κατασκευών είναι οι περιορισμοί που έχουν μπει κατά καιρούς στην οικοδομική δραστηριότητα. Φυσικά οι περιορισμοί είναι απαραίτητοι για προστατευθεί το φυσικό και δομημένο περιβάλλον του νησιού, όμως το κόστος αυτών των περιορισμών το επωμίζονται τόσο εκείνοι που έχουν την οικονομική άνεση να πληρώσουν ένα καλό σπίτι, όσο και εκείνοι που επιδιώκουν να βολέψουν όπως-όπως τις ανάγκες τους.
Τα προβλήματα που δημιουργούν οι περιορισμοί θα ήταν πολύ λιγότερα αν γίνονταν προγραμματισμένα και με γρήγορους ρυθμούς οι εντάξεις νέων περιοχών στα σχέδια πόλης και οι πολεοδομήσεις. Σήμερα, για να ενταχθεί μια περιοχή στο σχέδιο πόλης, απαιτείται μια περίοδος 10 ετών τουλάχιστον. Πράγμα που σημαίνει ότι η κρίση που πλήττει την οικοδομή στην Λέσβο θα έχει πολύ μεγάλη διάρκεια.
Οικοδομικά υλικά
Πολύ σημαντικό στοιχείο που ανεβάζει το κόστος των κατασκευών είναι και οι υψηλές τιμών των οικοδομικών υλικών. Στη χώρα μας είναι γνωστό ότι ένας μικρός αριθμός επιχειρήσεων ελέγχει απόλυτα το εμπόριο των οικοδομικών υλικών, με συνέπεια, παρά την οικονομική κρίση, οι τιμές τους να κινούνται ανοδικά. Το κόστος είναι πολύ υψηλότερο για τους κατοίκους των νησιών μας, αφού τα οικοδομικά υλικά στη συντριπτική τους πλειοψηφία έρχονται στη Λέσβο από την ηπειρωτική Ελλάδα, άρα επιβαρύνονται με υψηλά μεταφορικά. Πριν από μερικούς μήνες, ο επιχειρηματίας Δημήτρης Δεμερτζής, στη γενική συνέλευση του Εμπορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, πρότεινε ως λύση να γίνουν εισαγωγές τσιμέντου και άλλων οικοδομικών υλικών από την Τουρκία, ώστε να πέσει το κόστος κατασκευής των οικοδομών. Δυστυχώς η πρότασή του μέχρι σήμερα δεν έχει υιοθετηθεί.
Βαρύ το κλίμα…
«Ο πρώτος κλάδος που χτύπησε η οικονομική κρίση είναι η κτηματαγορά», λέει ο κτηματομεσίτης Λουκιανός Ραλλίδης και συνεχίζει: «Η αγορά του κλάδου σταδιακά αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει σειρά προβλημάτων, που επιβάρυναν την κατάσταση. Αρχικά ήταν η επιβολή Φ.Π.Α. στην αντιπαροχή, μετά το πόθεν έσχες για την απόκτηση πρώτης κατοικίας, ο Φ.Π.Α. στις νέες οικοδομές και το σταμάτημα των δανείων από τις τράπεζες. Αυτά ισχύουν για όλη τη χώρα και για εμάς εδώ στα νησιά. Επιπλέον, εμείς έχουμε τις διάφορες ρυθμίσεις και τους περιορισμούς για τη δόμηση στις εντός και εκτός σχεδίου περιοχές. Πότε με τα προεδρικά διατάγματα που εξέδωσε το Υπουργείο Αιγαίου και πότε με άλλες ρυθμίσεις, όπως είναι το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της Μυτιλήνης.»
Ο μεσίτης Κυριάκος Αμπατζής υπογραμμίζει την ψυχολογική διάσταση του θέματος και αναφέρει: «Ο κόσμος είναι φοβισμένος από αυτά που βλέπει και ακούσει στην τηλεόραση. Αποφεύγει να κάνει αγορές και πωλήσεις. Δεν πιστεύω ότι δεν υπάρχουν χρήματα, αλλά αυτοί που έχουν χρήματα περιμένουν να πέσουν οι τιμές και μετά να αγοράσουν. Νέες κατασκευές υπάρχουν αρκετές απούλητες, αλλά οι κατασκευαστές δε ρίχνουν τις τιμές.
Οι ευκαιρίες είναι λίγες και προέρχονται από ανθρώπους που είναι σε άμεση οικονομική ανάγκη.»
Ο Μιχάλης Μαμάκος, που διατηρεί μεσιτικό γραφείο στο Πλωμάρι, μας είπε: «Το καλοκαίρι είχαμε μια μικρή κινητικότητα. Κάποιοι έκαναν επενδύσεις εκείνη την εποχή. Τώρα, όμως, είμαστε στο “σημείο μηδέν”. Υπάρχουν κάποιοι που ψάχνουν να βρουν πολύ μεγάλες ευκαιρίες και πιστεύουν ότι με 100.000 ευρώ μπορούν να αγοράσουν όλη τη Λέσβο.»
Ο Δημήτρης Κατζουρίδης, ο οποίος δραστηριοποιείται στην κατασκευή τεχνικών έργων, εντάσσει το πρόβλημα της οικοδομής στο γενικότερο οικονομικό πρόβλημα της Λέσβου. Θεωρεί ότι η μη αξιοποίηση του παραγωγικού δυναμικού και ιδιαίτερα των τοπικών προϊόντων έχουν οδηγήσει σε πτώση τα εισοδήματα στο τόπο μας κι αυτό το γεγονός με τη σειρά του συμβάλλει στην κάμψη της οικοδομικής δραστηριότητας. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζει: «Η Κρήτη πουλάει Κρήτη παντού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλοί να θέλουν να χτίσουν στην Κρήτη. Εμείς εδώ τι ακριβώς πουλάμε;» Ωστόσο θεωρεί πως η κρίση στην οικοδομή μπορεί να έχει και κάποια θετικά αποτελέσματα, αφού τελικά στον κλάδο θα επιβιώσουν μόνο οι σοβαρές και οι ισχυρές επιχειρήσεις.
Ο πρόεδρος του ΤΕΕ, Παναγιώτης Πιττός, με μια σφαιρική τοποθέτηση, θεωρεί ότι η έξοδος από την κρίση για την οικοδομή απαιτεί τη λήψη μεσοπρόθεσμων μέτρων, μια και θεωρεί ότι δεν πρόκειται να υπάρξει λύση άμεσα. Ειδικότερα, ο κ. Πιττός αναφέρει: «Από τα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει ως Τεχνικό Επιμελητήριο, η οικοδομή και όλα τα επαγγέλματα που σχετίζονται με αυτήν έχουν μια ανεπανάληπτη πτώση. Στα τελευταία 30 χρόνια δεν είχαμε ποτέ τόσο μεγάλη ύφεση. Το χειρότερο είναι πως δεν προβλέπεται ανάκαμψη για τον κλάδο, αφού μέχρι σήμερα δεν έχουν δρομολογηθεί μέτρα και οι θεσμικές αλλαγές που χρόνια προτείνουμε ως ΤΕΕ. Τέτοια μέτρα είναι η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για τις πολεοδομήσεις, η λήψη μέτρων για τα λεγόμενα “τυφλά” οικόπεδα, η αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιούργησε το κτηματολόγιο, η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας στις πολεοδομίες. Όλα αυτά είναι μέτρα απαραίτητα ώστε να δοθεί γη στην αγορά των οικοδομών.
Από την άλλη πλευρά, οι δημόσιες επενδύσεις μειώνονται, το τραπεζικό σύστημα έχει πάψει να χρηματοδοτεί τον κατασκευαστικό τομέα με ανάλογα δάνεια. Επίσης, η μείωση των μισθών και η ανεργία είναι από τους πολλούς παράγοντες που ευθύνονται για την πτώση και δεν προβλέπεται ανάκαμψη, ενώ ταυτόχρονα δρομολογούνται και προγραμματίζονται δράσεις που δεν είναι στη σωστή κατεύθυνση για να ενεργοποιηθεί η οικοδομική δραστηριότητα. Η οποία, καλώς ή κακώς, είναι από τους πυλώνες της ανάπτυξης στη χώρα μας, μαζί με τη ναυτιλία και τον τουρισμό. Σήμερα, από την κρίση στην οικοδομή πλήττονται 150 επαγγέλματα και είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει άμεσα η κυβέρνηση, οι τοπικοί πολιτικοί παράγοντες που έχουν εκλεγεί στην Περιφέρεια και στα νησιά μας, σε συνεργασία με άλλους παραγωγικούς φορείς και το ΤΕΕ, να προβληματιστούν και να λάβουν μέτρα, που τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα θα οδηγήσουν σε ανάκαμψη το κλάδο. Σε ένα μοντέλο διαφορετικό από αυτό που ξέραμε ως σήμερα.»