Στην ελληνική πολιτική ιστορία, εντυπωσιάζει το μελετητή της η συχνότητα κάποιων επωνύμων πολιτικών ανδρών, που μαρτυρούν επιβίωση κάποιας μορφής οικογενειοκρατίας ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, προτίμηση των εκλογέων σε ορισμένα ονόματα.
Στην ελληνική πολιτική ιστορία, εντυπωσιάζει το μελετητή της η συχνότητα κάποιων επωνύμων πολιτικών ανδρών, που μαρτυρούν επιβίωση κάποιας μορφής οικογενειοκρατίας ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, προτίμηση των εκλογέων σε ορισμένα ονόματα. Έτσι έχουμε τον Καραμανλή θείο και τον Καραμανλή ανεψιό, τον Πάγκαλο παππού και τον Πάγκαλο εγγονό, τη «δυναστεία» των Παπανδρέου (παππού, πατέρα και εγγονό), τη «δυναστεία» των Μητσοτάκηδων, μ’ όλο που κόρη του γενάρχη χρησιμοποιεί το επώνυμο του άντρα της και όχι του πατέρα της. Ίσως να φοβάται την γκαντεμιά του.
Τέλος έχουμε τη «δυναστεία» των Βενιζέλων: τον Ελευθέριο Βενιζέλο, το Σοφοκλή Βενιζέλο και τώρα τον Ευάγγελο Βενιζέλο, μόνο που ο τελευταίος δεν ανήκει στη «δυναστεία» των Βενιζέλων, γιατί δεν έχει καμμιά συγγένεια με τους δύο πρώτους. Δεν είναι καν Κρητικός, Σαλονικιός είναι με ρίζες που ξεκινάν από την Ανατολή.
Με την ευκαιρία, σκέφτομαι πως η Ελλάδα είχε σε κάθε περίοδο της ιστορίας της τον αρμόζοντα Βενιζέλο. Όταν μεγαλουργούσε, κατά την περίοδο 1911 - 1915, είχε τον Ελευθέριο, όταν έγινε αγγλικό και κατόπιν αμερικανικό προτεκτοράτο, το 1945 - 1965, είχε τον Κλικλή, τώρα που θυμίζει οπερέτα της κακιάς ώρας, έχει κάποιον που μου θυμίζει το γνωστό Άγγλο κωμικό Μπένυ Χιλλ.
Ας είναι, δεν είναι σωστό να ειρωνευόμαστε κάποιον για το επώνυμό του, μολονότι υπάρχουν νόμοι που επιτρέπουν σε όποιον τον ενοχλεί το δικό του, να το αλλάζει. Σύμφωνα με ένα ανέκδοτο, που κυκλοφορούσε επί Κατοχής, όταν ανέβηκε στην εξουσία (με ελεύθερες εκλογές παρακαλώ) ο Αδόλφος Χίτλερ, κάποιος ασήμαντος Γερμανός ονομαζόμενος Adolf Scheissen πήγε στο αρμόδιο ληξιαρχικό γραφείο και ζήτησε να αλλάξει το όνομά του.
«Με το δίκιο σου», του είπε ο υπάλληλος. «Το Scheissen δεν είναι επώνυμο για αξιοπρεπή άνθρωπο.»
«Μα δε θέλω να αλλάξω το Scheissen, αλλά το Adolf», του λέει αυτός.
Για τους αγνοούντες τη γερμανική, το Scheissen είναι η λέξη τού Καμπρών στη γλώσσα αυτή.
Πάντως δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πούροι εθνικόφρονες, Έλληνες Ελλήνων, επιμένουν να έχουν π.χ. τούρκικο επώνυμο και δεν το αλλάζουν. Γιατί να πούμε ο κύριος Καρατζαφέρης δεν αλλάζει το ακραιφνώς τούρκικο επώνυμό του (αφού kara=μαύρος cafer=ζαφείρι), σε Μαυροζαφείρης ή έστω Μαυρογιαλούρος. Παλιά είχαμε άλλον ένα εκπρόσωπο της πούρας εθνικοφροσύνης, τον Τουρκοβασίλη, αλλά τέλος πάντων.
Και κλείνω με ένα άλλο επώνυμο. Από τα μέσα και ως τα τέλη του 19ου αιώνα, πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας έγινε για τρεις φορές ο Βενιαμίν Ντισραέλι, γιος τού Ισαάκ, από επιφανή εβραϊκή οικογένεια της Βενετίας, που η φορά των πραγμάτων έφερε στην Αγγλία, όπου ολόκληρη η οικογένεια εκχριστιανίστηκε και ο Βενιαμίν αναμίχθηκε με επιτυχία με την πολιτική, παρά τον επικρατούντα τότε στην Αγγλία αντισημιτισμό. Βεβαίως η βασίλισσα Βικτωρία, που τον συμπαθούσε πολύ, του απένειμε τον τίτλο του Μαρκησίου τού Σόλσμπερι και έτσι ήταν περισσότερο γνωστός.
Στην εξωτερική πολιτική ακολούθησε αντιρωσική και φιλοτουρκική πολιτική και κατόρθωσε να πατήσει η Αγγλία πόδι στην Κύπρο, γιατί έτσι θα βοηθούσε καλύτερα την Τουρκία να αποκρούσει τυχόν επίθεση των Ρώσων. Η φιλοτουρκική και ανθελληνική πολιτική του Μαρκησίου τού Σόλσμπερι, που στις τότε ελληνικές εφημερίδες είχε εξελληνιστεί σε Σαλισβουρής, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στην Ελλάδα και ο Σουρής έγραφε στο «Ρωμηό» του:
«Σαλισβουρή, τουρκόσπορε, όπου για μας φρενιάζεις
και όλο το φαρμάκι σου επάνω μας το βγάζεις
Σαλισβουρή, Σαλισβουρή, γιατί μας κάνεις τον βαρύ;»