Το απέραντο σύνολο των κοινωνικών και συμπεριφοριστικών πληροφοριών που διατίθενται στο διαδίκτυο, το έχει μετατρέψει σε πρωταρχικό στόχο κάθε ερευνητής που επιθυμεί να μελετήσει ανθρώπινες συμπεριφορές και αλληλεπιδράσεις.
Το απέραντο σύνολο των κοινωνικών και συμπεριφοριστικών πληροφοριών που διατίθενται στο διαδίκτυο, το έχει μετατρέψει σε πρωταρχικό στόχο κάθε ερευνητής που επιθυμεί να μελετήσει ανθρώπινες συμπεριφορές και αλληλεπιδράσεις. Η συλλογή των πληροφοριών γίνεται εύκολη υπόθεση, αφού η χρήση του διαδικτύου είναι ιδιαίτερα ευρεία στο γενικό πληθυσμό.
Η πληροφορία παίρνει διάφορες μορφές, έχει την τάση να εξαπλώνεται και να διαχέεται. Εξαρτάται άμεσα από την πηγή προέλευσής της, αν είναι επιστημονική, εταιρική, κρατική, εμπορική ή αν είναι δημόσια ή ιδιωτική. Είναι φανερό ότι η χρήση των νέων συστημάτων πληροφοριών, οι νέες τεχνικές συλλογής δεδομένων και τα νέα μεθοδολογικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται, δημιουργούν πολλαπλά εμπόδια στην εφαρμογή βασικών ερευνητικών αρχών και κανόνων. Το ζήτημα της ηθικής αποκτά ιδιάζουσα σημασία εξ αιτίας της εφαρμογής αυτών των νέων τεχνολογικών μεθόδων. Φαινόμενα όπως η λογοκλοπή, η παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, η πορνογραφία, η ψευδοπροσωπία καθιστούν αναγκαία τη θέσπιση ηθικών κανόνων για την ανάκτηση και χρήση μίας πληροφορίας. Η επιλογή όμως του ηθικά σωστού είναι αποτέλεσμα περίπλοκων διαδικασιών.
Οι ερευνητές σπάνια συμφωνούν μεταξύ τους, όσον αφορά τους κώδικες δεοντολογίας που ισχύουν στο διαδίκτυο. Η δυνατότητα εφαρμογής έρευνας που αφορά ανθρώπινες συμπεριφορές κινείται γύρω από τα δίπολα: λήψη συναίνεσης για την πραγματοποίηση της έρευνας ή πραγματοποίηση έρευνας χωρίς αυτή, δημόσιος ή ιδιωτικός χώρος, προσωπικά ή δημόσια δεδομένα.
Σε αυτό το πλαίσιο πολλοί ερευνητές εμμένουν στη λήψη συναίνεσης από τους χρήστες. Αυτό είναι εφικτό μέσω της κοινοποίησης σε όλους τους συμμετέχοντες μίας ομάδας συζητήσεως ότι υπάρχει ένας ερευνητής που παρατηρεί και αξιολογεί συμπεριφορές. Ωστόσο, αυτό δημιουργεί πολλές επιπτώσεις στην αξιοπιστία της έρευνας. Τα άτομα αλλάζουν στάση, συμπεριφορά και αντιλήψεις μέσα από τη φυσική ή συμβολική πίεση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα πειράματα των Milgram και Asch, τα οποία έδειξαν πώς οι συνθήκες και οι παράγοντες μπορούν να κινητοποιήσουν το άτομο σε ανάλογη συμπεριφορά.
Άλλοι θεωρούν ότι μπορούν χωρίς τη συμφωνία των χρηστών να χρησιμοποιήσουν τις καταγραφές, τους διαλόγους, τα κείμενα, τις συνεντεύξεις, που έτσι κι αλλιώς κυκλοφορούν ελεύθερα και δημόσια στο διαδίκτυο. Εξάλλου είναι γνωστό πως οτιδήποτε αποστέλλεται στο διαδίκτυο (εικόνα, ηλεκτρονική αλληλογραφία, κείμενα) ουσιαστικά τίθεται σε κοινή θέα (Eysenbach & Till, 2001).
Μεγάλη συζήτηση έχουν προκαλέσει οι όροι σύμβασης χρήσης των υπηρεσιών της Google, οι οποίοι είναι:
«Διατηρείτε τα πνευματικά δικαιώματα και κάθε άλλο δικαίωμα, το οποίο ήδη κατέχετε επί του Περιεχομένου το οποίο υποβάλλετε, αποστέλλετε ή προβάλλετε στις ή μέσω των Υπηρεσιών. Με την υποβολή, αποστολή ή προβολή του περιεχομένου παρέχετε στην Google μία συνεχή, αμετάκλητη, παγκόσμιας εμβέλειας, άνευ υποχρεώσεως καταβολής δικαιωμάτων, και μη αποκλειστική άδεια να αναπαράγει, προσαρμόζει, τροποποιεί, μεταφράζει, δημοσιεύει, εκτελεί ή προβάλλει δημοσίως και να διανέμει οποιοδήποτε Περιεχόμενο το οποίο υποβάλλετε, αποστέλλετε ή προβάλλετε στις Υπηρεσίες, ή μέσω των Υπηρεσιών.»
H προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι απλώς μύθος. Τα δημόσια δεδομένα και το περιεχόμενο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο είναι αυτό ακριβώς: δημόσιο, μπορεί να είναι προσωπικά, αλλά όχι ιδιωτικά (Sheizaf Rafaeli, 1995). Τα περισσότερα δεδομένα του διαδικτύου είναι ηθελημένες και ενσυνείδητες πράξεις επικοινωνίας, ηθελημένα ανηρτημένα για δημόσια προσπέλαση.
* Ο Ευστράτιος Παπάνης είναι επίκουρος καθηγητής Τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου και η Κατερίνα Μπαλάσα, κοινωνιολόγος.