Στο νησί Ρεϊνιόν στον Ινδικό Ωκεανό, ρευστή, καυτή λάβα από το ενεργό ηφαίστειο του νησιού έχει σκοτώσει χιλιάδες ψάρια, κι ανάμεσά τους σπάνια ψάρια της βαθιάς θάλασσας. Έτσι, πολλά παράξενα ψάρια επιπλέουν «βρασμένα» ή δηλητηριασμένα στην επιφάνεια της θάλασσας.
Στο νησί Ρεϊνιόν στον Ινδικό Ωκεανό, ρευστή, καυτή λάβα από το ενεργό ηφαίστειο του νησιού έχει σκοτώσει χιλιάδες ψάρια, κι ανάμεσά τους σπάνια ψάρια της βαθιάς θάλασσας. Έτσι, πολλά παράξενα ψάρια επιπλέουν «βρασμένα» ή δηλητηριασμένα στην επιφάνεια της θάλασσας και μόνο κάποιοι ενθουσιώδεις ζωολόγοι ασχολούνται με τη συλλογή τους. Στόχος τους, η ανακάλυψη νέων ειδών.
Η λάβα δηλητηριάζει το νερό
Η ηφαιστειακή έκρηξη δεν προκάλεσε μόνο μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας των νερών. Απελευθέρωσε επίσης και μεγάλες ποσότητες θειούχων ατμών, που δηλητηρίασαν τα νερά και, σε μερικά σημεία, τα μετέτρεψαν σε κάτι που θύμιζε μάλλον βιτριόλι. Το αποτέλεσμα ήταν χιλιάδες ψόφια ψάρια να βγουν στην επιφάνεια της θάλασσας και να ξεβραστούν στις ακτές τού Ρεϊνιόν. Πολλά από αυτά ήταν γνωστά είδη ψαριών, από τα ανώτερα θαλάσσια στρώματα, αλλά ξεβράζονταν πού και πού και άλλα πλάσματα. Επρόκειτο για βαθυπελαγικά ψάρια, με παράξενα χρώματα και ακόμη πιο παράξενα σχήματα, με εξογκώματα και ειδικά χαρακτηριστικά, και πολλά από αυτά έμοιαζαν να ανήκουν σε είδη άγνωστα στους επιστήμονες. Ζωολόγοι από το Ενυδρείο τού Ρεϊνιόν έσπευσαν επί τόπου και άρχισαν να γεμίζουν τα φουσκωτά τους σκάφη με την αλλόκοτη ψαριά.
Δύσκολη η κατάταξη των νέων ειδών
Η κατάταξη ενός ψαριού απαιτεί ειδικές γνώσεις και είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Όταν τα ψάρια συλλέγονται, θα πρέπει πρωτίστως να διασφαλιστεί ότι θα διατηρηθούν για τις επόμενες γενιές, αλλά μετά πρέπει κανείς να τα κατατάξει σε ομάδες και να στείλει τα αποτελέσματα σε ερευνητές σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι είναι ειδικοί στα ζώα αυτά. Συχνά, μόνο ένας ή ελάχιστοι άνθρωποι διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις, και αυτό καθυστερεί τη διαδικασία. Εν συνεχεία, οι ερευνητές θα πρέπει να συγκρίνουν αυτά τα ψάρια με όλα τα γνωστά είδη εντός της συγκεκριμένης ομάδας, ώστε να είναι σε θέση να διαβεβαιώσουν με σιγουριά ότι πρόκειται για ένα νέο είδος. Τέλος, θα πρέπει να προχωρήσουν σε μια λεπτομερή περιγραφή του νέου είδους ψαριού, η οποία θα δημοσιευτεί κατόπιν σε ένα έγκυρο επιστημονικό περιοδικό, για να μπορέσει τελικά το είδος να αναγνωριστεί και επισήμως. Η όλη διαδικασία μπορεί να πάρει πολλά χρόνια.
Σε πολλά μουσεία του κόσμου υπάρχουν ακόμη γυάλινα δοχεία και κιβώτια με ζώα που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια μεγάλων αποστολών πριν από 50, 100 ή και περισσότερα χρόνια και τα οποία δεν έχουν ακόμη εξεταστεί, απλώς επειδή δεν υπήρχαν ειδικοί γι’ αυτήν τη δουλειά.
Αλλόκοτη σωματική διαμόρφωση
Το έργο της κατάταξης των διαφόρων ειδών γίνεται δυσκολότερο από το γεγονός ότι τα βαθυπελαγικά ψάρια συχνά αναπτύσσουν ακραίες μορφές προσαρμογής, προκειμένου να επιβιώσουν σε ένα από τα πλέον αφιλόξενα περιβάλλοντα του πλανήτη μας. Ο ωκεάνιος βυθός είναι ψυχρός, σκοτεινός και έρημος. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι μεγάλες αποστάσεις ανάμεσα στα πιθανά θηράματα, αλλά και η δυσκολία να βρει κανείς ένα ταίρι για να μπορέσει να αναπαραχθεί.
Το ψύχος κατά κανόνα δεν παίζει κάποιο σημαντικό ρόλο, αλλά το σκοτάδι έχει αφήσει τα ίχνη του. Ορισμένα ψάρια, για παράδειγμα, έχουν αναπτύξει τεράστια μάτια. Άλλα το θεωρούν αυτό χάσιμο χρόνου, κι έτσι έχουν μικρά ή και καθόλου μάτια. Υπάρχουν, επίσης, πολλά ψάρια και άλλα ζώα του βυθού που παράγουν μόνα τους φως, με ειδικά όργανα. Για παράδειγμα, διαθέτουν θυλάκους και κοιλότητες στο σώμα τους, που φιλοξενούν ειδικά βακτήρια, τα οποία έχουν την ιδιότητα να παράγουν φως ως ένα παραπροϊόν του μεταβολισμού τους. Το φως αυτό έχει πολλές λειτουργίες. Μπορεί να προσελκύει τόσο θηράματα όσο και ταίρια για ζευγάρωμα, ενώ ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι μπορεί να χρησιμοποιείται επίσης για να τρομάζει ή να τυφλώνει εχθρούς.
Η ανεύρεση τροφής στα βάθη των ωκεανών είναι μια δύσκολη υπόθεση. Δεν υπάρχουν φύκια ή άλλα φυτά και γι’ αυτό όλα τα βαθυπελαγικά ψάρια είναι αρπακτικά - αν και δεν έχουν τόσο πολλές ευκαιρίες να συναντήσουν ένα θήραμα. Ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι υπάρχουν είδη που τρώνε μια και μοναδική φορά στη ζωή τους. Γι’ αυτό και πρέπει να εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία. Πολλά βαθυπελαγικά ψάρια διαθέτουν τεράστιο στόμα, ώστε να μπορούν να καταβροχθίζουν μεγάλα θηράματα, ενώ τα κοφτερά τους δόντια εγγυώνται ότι το θήραμα δεν πρόκειται να ξεφύγει από τη στιγμή που θα το πιάσουν με το στόμα τους. Όσο βαθύτερα ζουν τα ψάρια, τόσο περισσότερο η σάρκα τους θυμίζει ζελέ και τόσο λιγότερα κόκκαλα υπάρχουν στο σκελετό τους. Γι’ αυτό, τα βαθυπελαγικά ψάρια είναι λιγότερο ευκίνητα και όχι τόσο γρήγορα όσο τα ψάρια που ζουν στα ανώτερα στρώματα της θάλασσας. Από την άλλη, τα ψάρια της βαθιάς θάλασσας φτάνουν σε μεγαλύτερη ηλικία. Ορισμένα, μάλιστα, ξεπερνούν και τα 100 χρόνια. Η ηλικία τους μπορεί να μετρηθεί με τη βοήθεια των ετήσιων δακτυλίων που υπάρχουν στους ωτόλιθους, δηλαδή στα μικρά ασβεστολιθικά οστάρια του εσωτερικού αυτιού τους.
* ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ 'SCIENCE ILLUSTRATED'