«Να μην αποφασίζουν άλλοι για εμάς…»

01/07/2012 - 05:56
Ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, Μανώλης Γλέζος, μιλάει στο «Ε» για τα χρόνια της Αντίστασης, την κοινή δράση με το Σάντα και τους άλλους συνοδοιπόρους του στον αγώνα, αλλά και για το τι περιμένει από τα σημερινά κοινωνικά και πολιτικά κινήματα.
Το «Ε» φιλοξενεί σήμερα τον αντιστασιακό Μανώλη Γλέζο, που βρέθηκε στη Μυτιλήνη για δύο μέρες με αφορμή το αφιέρωμα στην Εθνική Αντίσταση στη Λέσβο, που διοργανώθηκε στο Πλωμάρι. Την επομένη της εκδήλωσης και λίγο πριν τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε το πρωί του Σαββάτου, με την είδηση του θανάτου τού για πολλές δεκαετίες συναγωνιστή του Απόστολου Σάντα να έχει φτάσει πριν από τρεις μόλις ώρες, καταφέραμε να τον συναντήσουμε για λίγο και να τον ακούσουμε να μας μιλάει για τα χρόνια της Αντίστασης, την κοινή δράση με το Σάντα και τους άλλους συνοδοιπόρους του στον αγώνα, αλλά και για το τι περιμένει από τα σημερινά κοινωνικά και πολιτικά κινήματα. Το μόνο που μπορεί να πει κανείς για το Μανώλη Γλέζο είναι ότι παραμένει αγωνιστής όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στην πράξη…


Κύριε Γλέζο, είχατε έρθει στη Λέσβο για πρώτη φορά το 1953. Έκτοτε, υπήρξαν κι άλλες φορές που βρεθήκατε στο νησί;
«Ναι, πολλές. Κάποιοι έγραψαν πως αυτή είναι η δεύτερη φορά που έρχομαι, φαίνεται πως ξεχνούνε. Έχω έρθει γύρω στις 10 φορές. Το 1953 ήρθα με αφορμή την πρώτη περιοδεία που έκανε η ΕΔΑ. Από την Αθήνα, είπαμε να πάει στο μέρος που είχε τη μεγαλύτερη επιρροή και ήταν βουλευτής ο Ηλίας ο Ηλιού. Μαζί με αυτόν και το Σαράφη ήρθαμε και είχαμε βρεθεί σε ένα πολύ δύσκολο κλίμα, αφού ήταν κλειστά τα πάντα. Μόνο μερικοί που είχαν κάνει στρατιώτες στους πολέμους υπό τις διαταγές του Σαράφη έβγαιναν και μας χαιρετούσαν. Κάναμε ανοιχτές συγκεντρώσεις στο Μανταμάδο και στην πόλη της Μυτιλήνης. Από τότε, έχω έρθει πολλές φορές, τρεις από αυτές στο Πλωμάρι.»

Σας χαροποιεί το γεγονός ότι τιμάται ακόμη και σήμερα η Εθνική Αντίσταση;
«Χρειαζόμαστε την τιμή της Εθνικής Αντίστασης σήμερα, γιατί οι σκοποί της δεν ολοκληρώθηκαν. Ο βασικός της στόχος ήταν η λευτεριά. Εμείς, ο λαός ολόκληρος λευτερώσαμε την πατρίδα. Στόχοι ήταν, όμως, και η εθνική ανεξαρτησία, η δημοκρατία και η κοινωνική δικαιοσύνη. Στο βιβλίο μου αναφέρω και τα πρακτικά των άλλων αντιστασιακών οργανώσεων, όπου καταφαίνονται οι στόχοι τους, που είναι καθαροί και κοινοί. Δυστυχώς, από καθαρά δική μας υπαιτιότητα, δεν καταφέραμε να τους εκπληρώσουμε. Καταφέραμε, αντίθετα, οι ξένοι να μας έχουν “καβαλήσει” και να χάσουμε την εθνική μας ανεξαρτησία. Σήμερα, έχουμε πιάσει το τελευταίο σκαλί, έχουμε χάσει τα πάντα, έχουμε υποδουλωθεί οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά. Την εκδήλωση που έγινε στο Πλωμάρι, πέρα από όσα μπορεί να λένε οι ντόπιοι, εγώ την είδα ως μια μυσταγωγία για την Εθνική Αντίσταση. Όπως είπα στο τέλος της ομιλίας μου, αυτό που είδα ήταν πως όσοι ήρθαν δεν ήρθαν για να ακούσουν τον εκάστοτε ομιλητή, αλλά για να τιμήσουν την ίδια την Αντίσταση, και αυτό για μένα έχει μεγάλη σημασία.»

Η κοινή δράση με το Σάντα

Είναι πολύ νωρίς ακόμη, αλλά δεν μπορώ παρά να σας ζητήσω να μου μιλήσετε για τον Απόστολο Σάντα, που απεβίωσε σήμερα (σ.σ. Σάββατο) το πρωί.

«Με παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε να κάνω δηλώσεις. Τι δηλώσεις να κάνω; … Με το Λάκη ήμασταν πολύ δεμένοι. Ήμασταν μαζί από το γυμνάσιο, από 16 χρονών παιδιά. Ήταν ο άλλος μου εαυτός, το άλλο μου ταίρι. Είχαμε τους ίδιους στόχους, απόλυτη ταύτιση αντιλήψεων, όλη την πορεία μας ήμασταν μαζί, δεν ξεχωρίσαμε καθόλου. Μπορεί εγώ να ήμουν στην πόλη και εκείνος στο αντάρτικο στο βουνό, αλλά δεν έχει σημασία. Ήμασταν σε κοινό αγώνα.»

Μιλήστε μας λίγο για την κοινή δράση που αναπτύξατε την περίοδο της Αντίστασης.
«Όταν ήμασταν μαθητές γυμνασίου ακόμη, είχαμε δημιουργήσει μαζί και με τους άλλους τρεις, το Λευτέρη το Σελά από τη Δωδεκάνησο, τον Αντώνη το Μοσχοβάκη και το Θόδωρο το Ρεμουντάκη, μια αντιστασιακή, πατριωτική και αντιφασιστική οργάνωση για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου ενάντια στη δικτατορία του Μεταξά. Η ομάδα αυτή στη συνέχεια έγινε κομμουνιστική. Μας μάζεψαν μια μέρα στο εσωτερικό προαύλιο του γυμνασίου και βρεθήκαμε μπροστά σε έναν όγκο βιβλίων, πεταμένων στην αυλή. Ένας καθηγητής έβγαλε έναν πύρινο λόγο εναντίον του κομμουνισμού - πρώτη φορά ακούγαμε αυτήν τη λέξη - και έβαλε φωτιά στα βιβλία. Προλάβαμε να δούμε κάποιους τίτλους, είδαμε Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, πήγαμε σπίτι και ανοίξαμε τις εγκυκλοπαίδειες και παρ’ όλο που έγραφαν ελάχιστα, εμείς αποφασίσαμε πως για να κάψει η δικτατορία τα βιβλία αυτά, έλεγαν σίγουρα σωστά πράγματα. Έτσι, γίναμε από μόνοι μας κομμουνιστές και όταν ήρθε ο πόλεμος, μας βρήκε πανέτοιμους. Όλοι αυτοί δε ζουν πλέον σήμερα…»

Πώς συνεχίστηκε έκτοτε η δράση σας;

«Ζητήσαμε να πάμε στον πόλεμο αλλά δε μας δέχτηκαν, τότε έπαιρναν στρατιώτες από τα 21 και πάνω. Παρ’ όλο που είχαμε μπει ήδη στο Πανεπιστήμιο ως φοιτητές, η ομάδα αυτή δε διασπάστηκε, είχε πολύ ισχυρό δεσμό. Πήγαμε ως εθελοντές και δουλέψαμε για έξι μήνες, το ‘40 - ’41, στα υπουργεία, σε αντικατάσταση δημοσίων υπαλλήλων που είχαν φύγει ως στρατιώτες. Όταν ήρθε η Κατοχή, μας απέλυσαν. Αρχίσαμε την Αντιστασιακή Δράση αμέσως, ήρθαμε σε επαφή και ενταχθήκαμε και στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και γίναμε όλοι μας και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, το φθινόπωρο του 1941. Από τότε δε χωρίσαμε ποτέ ως ομάδα, μας χώριζαν μόνο οι θάνατοι…»

Οι απώλειες του αγώνα

Ποια ήταν η ορμή που σας ώθησε εσάς τον ίδιο να εμπλακείτε από τόσο νεαρή ηλικία;

«Ήταν τα ερεθίσματα από το χωριό μου, η ανεξαρτησία που έχουν οι συμπατριώτες του πατέρα μου, επιρροές από το περιβάλλον του σπιτιού μου. Η μάνα μου έπαιξε σίγουρα μεγάλο ρόλο, αφού έχασα τον πατέρα μου μικρός. Ήταν πολύ ανεξάρτητο και επαναστατικό μυαλό, χωρίς ωστόσο να το δηλώνει. Ως δασκάλα πρωτοδιορισμένη στη Νάξο, έδωσε 20 χρονών την πρώτη διάλεξη για το ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία.»
Θα θέλατε να θυμηθούμε εκείνη τη νύχτα τού 1941, που μαζί με τον Απόστολο Σάντα κατεβάσατε τη σβάστικα από την Ακρόπολη;
«Δε μου αρέσει να μιλάω γι’ αυτό, τα είπαμε μια φορά τότε, δε χρειάζεται να τα ξαναλέμε. Δε μου αρέσει να φαίνομαι σαν κάποιος που κάνει κάτι και κοκορεύεται.»

Ποια περιστατικά έχουν μείνει πιο έντονα στη μνήμη σας από τα χρόνια της Αντίστασης;
«Όλα είναι έντονα. Το πιο φοβερό απ’ όλα είναι όταν παίρνουν ανθρώπους να τους πάνε για εκτέλεση κι εσύ μένεις πίσω. Τα παλληκάρια που φίλησα προσωπικά σε όλες τις φυλακές των μελλοθανάτων που γυρνούσα, είναι πάνω από 100. Αυτές ήταν οι φοβερότερες στιγμές απ’ όλες.»

Έχετε διωχθεί και φυλακιστεί επανειλημμένως, καταδικαστήκατε τρεις φορές σε θάνατο. Παρά τις διώξεις σας, όμως, δεν το βάλατε ποτέ κάτω...
«Γιατί να εγκαταλείψω τον αγώνα; Τι δηλαδή; Τρώμε ένα χαστούκι και θα γυρίσουμε και το άλλο μάγουλο; Η ζωή μας είναι ένας συνεχής αγώνας. Και να μην το θέλαμε εσωτερικά, μας το θυμίζουν όλοι οι σύντροφοί μας που πέθαναν για να είμαστε εμείς ελεύθεροι. Πρέπει να πραγματοποιηθούν οι στόχοι τους. Έχουμε αυτό το φορτίο να κουβαλάμε και το χρέος μας απέναντι στην ιστορία του ελληνικού έθνους και το μέλλον της νεολαίας, που δεν πρέπει να της παραδώσουμε μια χώρα υποτελή, υπήκοο στους ξένους.»

Για την αντίσταση σήμερα

Ακόμη και σήμερα, στα 85 σας, συνεχίζετε να διαδηλώνετε στο δρόμο. Τι σας δίνει τόση δύναμη, κ. Γλέζο;

«Βρίσκομαι όπου παρουσιάζεται ανάγκη, δε μου αρέσει να βλέπω τα πράγματα αφ’ υψηλού. Παρ’ όλο που προσπαθώ να κάνω πάντα θεωρητική ανάλυση των γεγονότων και τις απαραίτητες μελέτες γύρω από πολιτικά και κοινωνικά θέματα, ταυτόχρονα συμμετέχω και στο δρόμο. Δεν μπορώ να καταλάβω τον αγωνιστή μόνο μέσα από ένα γραφείο ή αυτόν που κατεβαίνει μόνο στο δρόμο, χωρίς να σκέφτεται τι είναι αυτό που κάνει. Πρέπει να βλέπεις όχι μονάχα το κλαδί, αλλά και το δέντρο. Και όχι μονάχα το δέντρο, αλλά και το δάσος. Αν δεν τα βλέπεις αυτά συνολικά, είσαι χαμένος. Αν δε βλέπεις και την μπάλα και το γήπεδο, δεν μπαίνεις στο συλλογικό παιχνίδι. Τα πράγματα πρέπει να τα βλέπεις και στο εύρος και στο βάθος τους και έτσι θα πρέπει να χτιστεί και η εκπαίδευση στη χώρα μας. Είναι σημαντικό πως όποιο παιδί στην οικογένεια έχει άποψη, υπολογίζεται και έχει καταργήσει τον “πατέρα Φαμίλια”. Το ίδιο συμβαίνει και στην κοινωνία, οι ομάδες έχουν πάψει να έχουν “αρχηγό”.»

Θεωρείτε πως υπάρχουν ικανοποιητικά ψήγματα αντίστασης στις μέρες μας; Η κοινωνία μας αντιδρά όσο θα έπρεπε ή φοβάται;

«Εγώ ξεκινάω από μια αντίληψη ουσιαστική: πριν υπάρξει βάρκα, υπήρχε βάρκα; Επειδή δεν υπήρχε κάτι προηγουμένως, δε σημαίνει ότι δεν μπορούμε και να το φτιάξουμε. Αλλά εδώ, δυστυχώς, υπάρχουν προηγούμενα, από την αρχαιότητα που γεννήθηκε η Δημοκρατία ως έννοια, πράξη και θεσμός. Είναι αναγκαίο να το κάνουμε; Θα το κάνουμε. Δε θα πρέπει να δεχόμαστε να αποφασίζουν άλλοι για εμάς…»

Γενική Ροή Ειδήσεων

PROUDLY POWERED BY CJ web | Copyright © 2017 {emprosnet.gr}
Made with love and a lot of coffee by CJ web, Creative web Journey