Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Το σοκ ήταν τεράστιο. Μία φωτιά που παίζει στις ειδήσεις και καταπίνει δάση, μέχρι και σπίτια και απειλεί οικισμούς, γενικά είναι μία συνηθισμένη είδηση για την Ελλάδα τα καλοκαίρια. Πάντα προβληματίζει, πάντα ανοίγει την κουβέντα περί της πυροπροστασίας, της κλιματικής αλλαγής, των «αυθαιρέτων», των «οικοπεδοφάγων» αλλά και της ετοιμότητας της πολιτικής προστασίας, συνήθως μένει για λίγο στην επικαιρότητα, αλλά τελειώνει αυτόματα μόλις η κάθε φωτιά σβήσει. Αυτό που συνέβη όμως φέτος, δεν έχει προηγούμενο.
Παρά ταύτα όμως, παρά το σοκ, παρά το τριήμερο πένθος, παρά το αυτονόητο κανονικά που αφορά στον σεβασμό στους νεκρούς, (οι οποίοι υπολογίζονται σε τριψήφιο νούμερο), ο κανόνας που θέλει την κάθε καταστροφή να μετατρέπεται σε πεδίο και πολιτικής σύγκρουσης, αλλά και μικροπολιτικής, αλλά και αυτοπροβολής δεν έλειψε.
Όσο κι αν κρατήθηκε ο πολιτικός κόσμος από το να ασχοληθεί με οτιδήποτε άλλο από εκείνο που ήταν η πυρκαγιά, μία φονική λαίλαπα που δεν εξαπολύθηκε από «αριστερά» ή από «δεξιά», όσο κι αν οι θεατές της καταστροφής πολίτες (προσπάθησαν) να κρατήσουν επίπεδο στις κρίσεις τους και όσο κι αν το μέγεθος της καταστροφής, δεν απαιτούσε ψύχραιμες αναλύσεις, τελικά είδαμε όλα όσα δεν θέλαμε όχι να δούμε. Αλλά να νιώσουμε ότι επιχειρούνται:
Δε θέλαμε ας πούμε να νιώσουμε ότι η κυβέρνηση θα απέφευγε να αναλάβει την ευθύνη της, πρώτα απ’ όλα από ηθικής σκοπιάς και μετά την (όποια) πραγματική της. Όμως το είδαμε, με τον πιο χυδαίο τρόπο και εξακολουθούμε να το βλέπουμε, χωρίς να χρειάζεται να παραπέμψουμε σε σχετικά πασίγνωστα γεγονότα. Ακόμα και σε τοπικό επίπεδο, αποδεικνύεται πως για την κυβέρνηση ότι έγινε, δεν έγινε με κάποιο τρόπο επί των ημερών της. Επιμένουν να ζουν σε μία δική τους παράλληλη πραγματικότητα, όπου υπάρχουν μόνο αυτοί. Χαρακτηριστικά, σε τοπικό επίπεδο, κάποιοι φιλοκυβερνητικοί μας εγκαλούν που αναδημοσιεύσαμε χθες την ανοιχτή επιστολή της Ανίτας Π. με τίτλο «Άκου λοιπόν Αλέξη», επειδή εκ μέρους των αδικοχαμένων μελών της οικογένειας Φύτρου, βγήκε παράκληση να σταματήσει να ομιλεί και να γράφει κανείς εξ ονόματός τους. Δεν είχε πέσει ομολογούμε στην αντίληψή μας η παράκληση αυτή, με αφορμή την ανοιχτή επιστολή που δημοσιοποιήθηκε κατά κόρον από τα ΜΜΕ όλης της χώρας. Αλλά αφού μας ζητείται να ζητήσουμε συγνώμη από το αναγνωστικό μας κοινό για την αναδημοσίευση -παρά την απαγόρευση της οικογένειας- δεν έχουμε λόγο να μην το κάνουμε. Και να μην σκεφτούμε ποιοι είναι εκείνοι που μας καλούν να το κάνουμε. Και είναι εκείνοι που έχουν λογικά ακόμη περισσευούμενο ηθικό πλεονέκτημα και εξακολουθούν να υποκρίνονται πως μπορούν να παραμένουν γαντζωμένοι στα άπειρα άλλοθί τους, για να μην μπουν ούτε στον κόπο να σταθούν τουλάχιστον στο ύψος των περιστάσεων.
Δε θα θέλαμε ας πούμε πάλι, να δούμε την αντιπολίτευση, να φέρνει (και) τα καμένα ως μία απόδειξη του ότι οι παραπάνω «πρέπει να φύγουν». Με τον ΣΚΑΪ να κάνει και μπόλικη από τη «βρώμικη δουλειά», ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα ως χθες απέναντι σε έναν πρωθυπουργό που πήγε χωρίς σπρώξιμο, μόνος του στην καταστροφή. Αλλά μαθαίνουμε ότι δεν θα αποφύγει και αυτός τις «σειρήνες» τελικά. Και θα δώσει συνέντευξη Τύπου και περιμένουμε να δούμε τι θα πει…
Δε θα θέλαμε και να δούμε την ακροδεξιά να παίρνει αφορμή να βοηθήσει με τα «καθαρά της χέρια» τους πυρόπληκτους, εν μέσω δικών της φωτογράφων που απαθανάτιζαν τους -και διασώστες- χρυσαυγίτες με τα μαύρα μπλουζάκια. Γιατί δεν θα αντέχαμε την αποθέωση στο πρόσωπό τους από τους αγανακτισμένους του διαδικτύου, μέχρι να αποδειχθεί (ξανά) πως τα χέρια είναι πενταβρώμικα. Με τρία μέλη της Χ.Α. να κάνουν τελικά πλιάτσικο στα καμένα.
Δε θέλαμε να δούμε και τους αυτοπροβαλλόμενους αλληλέγγυους που αυτάρεσκα δημοσιοποιούσαν την διάθεση εκ μέρους της οποιαδήποτε βοήθειας, μικρής ή μεγάλης. Τόσο αυτάρεσκα και επιτηδευμένα που προκάλεσαν τελικά αντίθετα συναισθήματα, από αυτό που προκαλεί κανονικά το «καλό» που γενικά το ρίχνουμε στο γιαλό...
Δε θα θέλαμε σε μία ακόμη καταστροφή να βγει όλη η παθογένειά μας στον αφρό για να μας πνίξει, αλλά πνιγήκαμε.