Η βία γενικεύεται. Σα μολυσματική ασθένεια ποτίζει τις κοινωνίες με τη δυσωδία της εγκληματικότητας. Βρίσκεται παντού πολύμορφο τέρας, με χίλια πρόσωπα. Κατοικεί σε χαμόσπιτα, σε μέγαρα, σε ναούς, σε δημόσιες υπηρεσίες, σε θεσμούς.
Η βία γενικεύεται. Σα μολυσματική ασθένεια ποτίζει τις κοινωνίες με τη δυσωδία της εγκληματικότητας. Βρίσκεται παντού πολύμορφο τέρας, με χίλια πρόσωπα. Κατοικεί σε χαμόσπιτα, σε μέγαρα, σε ναούς, σε δημόσιες υπηρεσίες, σε θεσμούς. Εκτρέφεται μέσα στη φαινομενική αθωότητα, σε εγκεφάλους δαιδαλώδεις, σε πέραν πάσης υποψίας «καθώς πρέπει» ατόμων. Ακόμα ωμή και απροκάλυπτη κυκλοφορεί στο περιθώριο, ελλοχεύει σα σκιά, σέρνεται μέσα στα γκέτο, μέσα στη νύχτα, μέσα στο σκοτάδι, αλλά και στο άπλετο φως της μεσημεριάτικης ζωής της πόλης.
Την κουβαλούν στις βρομερές τους συναλλαγές άνθρωποι του κόσμου και του υποκόσμου.
Γίνεται αιμομιξία, ασέλγεια, πορνεία, ναρκωτικό, σφαίρα που σκοτώνει παιδιά, αστυνομικούς, αθώους ανυποψίαστους ανθρώπους, γίνεται διαφθορά, διαπλοκή, κλοπή, ομηρία, βομβαρδισμοί, μαύρο χρήμα, εξαπάτηση.
Καθώς το κοινωνικό σκηνικό μαυρίζει, το μέλλον γίνεται αδιόρατο και απροσδιόριστο, ο πλανήτης ρυπαίνεται, υποθηκεύεται η ζωή των επόμενων γενεών, κυριαρχεί η απελπισία, η ανασφάλεια και η ανήμπορη οργή πλημμυρίζουν την ψυχή.
Ένας τεράστιος στεναγμός μελαγχολίας και ψυχικού πόνου κάνει κρεσέντο στην αγανάκτηση των ανθρώπων, πολύ λίγων πια, που ποθούν την απλή έντιμη ζωή, τις στοιχειώδεις ηθικές και πολιτισμικές αξίες.
Στη σκηνή του ανθρώπινου πολιτισμού βορβορυγμοί σηπόμενων βόθρων, πυωδών εκκριμάτων αναδύονται από παντού. Εξαμβλωματικές καρικατούρες ανθρώπινου είδους αλωνίζουν τη ζωή, τρέχουν με όπλα, με σαρκαστικούς καγχασμούς στο σχιζοφρενικό μας κόσμο. Οι νόμοι ανίκανοι, οι ιθύνοντες ανίκανοι, οι κυβερνήσεις απελπιστικά ανάξιες ή αδιάφορες.
Πώς γεννήθηκε αυτό το τερατούργημα μιας εγκληματοκρατούμενης κοινωνίας;
Λόγια κούφια, κοινωνιολογικές αναλύσεις, εγκληματολογικές έρευνες φορτώνουν τη σκέψη με αντιφατικές ανούσιες θεωρίες και προκαλούν μεγαλύτερη σύγχυση.
Η αύξηση της εγκληματικότητας είναι ένα θέμα απλό και η λύση του μπροστά στα μάτια μας. Τα επιθετικά καταστροφικά μας ένστικτα έμειναν αχαλίνωτα, ο εγωισμός και ο ατομικισμός κυριάρχησαν. Ο ευδαιμονισμός, η φιλοδοξία για μια ζωή χωρίς φραγμούς, ευθύνονται. Ταυτόχρονα ευθύνεται η κοινωνική αδικία. Η τελευταία είναι η αιτία της εγκληματικότητας για τους φτωχούς, πεινασμένους και εξευτελισμένους ανθρώπους. Η πρόκληση του πλούτου έφτασε τα όριά της. Η ανισότητα, η έλλειψη ισοτιμίας και ισοπολιτείας μετέτρεψαν μεγάλες ομάδες πληθυσμού σε άγρια ζώα.
Ο νόμος της ζούγκλας εγκαταστάθηκε μέσα στην κοινωνική μας ζωή.
Κανένας κατασταλτικός μηχανισμός δεν μπορεί να τιθασεύσει την εγκληματικότητα. Μόνο η κοινωνική συνείδηση θα γινόταν φραγμός, στο δρόμο της ανομίας.
Όμως, ποια παιδευτική δραστηριότητα γίνεται για την απόκτηση αυτού του φραγμού, την ανάπτυξη της ντροπής, της συντροφικότητας, της μερικής θυσίας και την εγκατάσταση των αναστολών και των πνευματικών αξιών της ζωής;
Ο φόβος μήπως οι βολεμένοι δυστυχήσουν, μαζί με τη μνησικακία και την εκδικητικότητα αυτών που ήδη δυστυχούν, παράγει ένα εκρηκτικό μείγμα που γίνεται βαριοπούλα, βόμβα μολότωφ, πιστόλι που σημαδεύει με το χέρι του θανάτου.
Πάψαμε να διδασκόμαστε από τη φύση. Και τα πιο άγρια ζώα δεν εγκληματούν. Υπερασπίζονται μόνο το είδος τους, το σπίτι τους, την περιοχή που ζουν.
Ο καθένας από μας, όμως, υπερασπίζεται μόνο την επιθυμία του να κατακτήσει τη γη, γίνει δυνατός και κυρίαρχος για να πάψει να φοβάται.
Κάποτε η θρησκεία έθετε όρια, η φιλοσοφία έθετε όρια, η επιστήμη έθετε όρια.
Τώρα όλα τα προηγούμενα έγιναν εργαλεία και όλη η ανθρωπότητα βωμός στο κακό, που αναπαράγεται και πληθαίνει χωρίς κανένα «αντίπαλο δέος».
*Ο Γεώργιος Kωμαΐτης είναι Ψυχίατρος.