Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Όταν o πόνος είναι φυσιολογικός
Χάνοντας ένα αγαπημένο μας άτομο, ερχόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο με την αμετάκλητη, οριστική και πέρα από κάθε έλεγχο φύση του θανάτου. O οργανισμός μας αντιδρά σε αυτό περνώντας από μια διαδικασία πένθους. Το πένθος ορίζεται ως η οδύνη που βιώνουμε ύστερα από μια σημαντική απώλεια, συνήθως το θάνατο κάποιου αγαπημένου μας προσώπου. Άλλες σημαντικές απώλειες μπορεί να είναι ο χωρισμός, ο θάνατος του κατοικίδιου ζώου μας, η απώλεια της εργασίας μας κ.ά. Ο σωματικός και ψυχικός πόνος που το χαρακτηρίζει είναι συχνά αφόρητος, με αποτέλεσμα πολλοί να πιστεύουν ότι αυτό το βίωμα δεν είναι φυσιολογικό.
Ωστόσο, το πένθος είναι μία φυσιολογική διαδικασία προσαρμογής και νέας μάθησης που δεν μπορεί να επισπευσθεί και μας δίνει χρόνο και χώρο για να μάθουμε να ζούμε χωρίς τον/την αγαπημένο/η μας που έχει χαθεί. Κατά τη διαδικασία πένθους, πραγματοποιούνται διάφορες διεργασίες. Αρχικά, το άτομο αναγνωρίζει την πραγματικότητα της απώλειας και έρχεται σε επαφή με την οδύνη. Παράλληλα, αναθεωρεί ένα σύνολο πεποιθήσεων σε σχέση με τη ζωή. Για παράδειγμα, αναγνωρίζει ότι στην ζωή μπορούν να ανατραπούν εντελώς ξαφνικά ακόμα και αυτά που θεωρεί κάποιος δεδομένα. Έτσι, σταδιακά αναδημιουργείται ο εαυτός του πενθούντα, καθώς αναδομείται η σχέση του με αυτόν που χάθηκε. Με λίγα λόγια, η κεντρική διεργασία του πένθους αφορά σε μία εκ νέου μάθηση του κόσμου, ενός κόσμου που έχει μεταβληθεί ανεπιστρεπτί.
Ο κάθε άνθρωπος βιώνει με τον δικό του τρόπο αυτή τη διαδικασία, καθώς εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως: 1) τα βιώματα και τις εμπειρίες που μοιράστηκε με το άτομο που έχασε, 2) από την ποιότητα δεσμού προσκόλλησης που είχε μαζί του, 3) από τις πεποιθήσεις που έχει το ίδιο το άτομο για τη ζωή και το θάνατο, 4) από τις συνθήκες της απώλειας -π.χ. εάν ο θάνατος ήταν ξαφνικός και απροσδόκητος αναμένεται ότι η διαδικασία πένθους θα είναι πιο επώδυνη, 5) από τον βαθμό υποστήριξης που δέχεται από το κοινωνικό του δίκτυο, 6) καθώς και από πολιτισμικές παραμέτρους. Επίσης, αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει ποικίλες αντιδράσεις και συναισθήματα, όπως η άρνηση και η αδυναμία συνειδητοποίησης της απώλειας που προκαλεί θύμο, δυσφορία, είτε και πανικό -«Δεν είναι αλήθεια, δεν μπορεί να συμβαίνει, κάποιο λάθος έχει γίνει». Σε άλλες περιπτώσεις, ακόμα και αν από την αρχή υπάρχει μια γενικότερη αποδοχή του συμβάντος, το άτομο που πενθεί πολλές φορές μπορεί να συλλάβει τον εαυτό του να φέρεται σαν να μην έχει συμβεί η απώλεια. Ακόμη, το άτομο μπορεί να εκφράζει λαχτάρα και επιθυμία επανένωσης με το θανόντα και όσα τον θυμίζουν, αποδιοργάνωση, απόγνωση και συχνά απάθεια ή καταθλιπτική διάθεση. Τέλος, έρχεται η διαδικασία αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης νέων τρόπων διαχείρισης της πραγματικότητας χωρίς τον εκλιπόντα.
Το πένθος μπορεί να μας κρατάει από τη ζωή μας για καιρό. Οι περισσότεροι άνθρωποι αναφέρουν ότι ο πόνος του πένθους έρχεται σε κύματα και ότι η ένταση και η συχνότητά τους μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Πρόκειται για μία συνεχιζόμενη διαδικασία που δεν υπόκειται σε συγκεκριμένα χρονικά όρια. Ωστόσο, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τελικά ο πόνος θα μαλακώσει. Δεν είναι μόνο το πέρασμα του χρόνου που βοηθάει να μαλακώσει ο πόνος του πένθους, αλλά και το τι κάνουμε μέσα σε αυτό το χρόνο -όπως, εργασία, ενασχόληση με ευχάριστες δραστηριότητες, έξοδοι κ.λπ. Έτσι, το άτομο ενεργοποιείται για να συνεχίσει τη ζωή του σε ένα νέο «μονοπάτι». «Δε θα καταλάβουμε τίποτα από την ανθρώπινη ζωή αν επιμένουμε να παρακάμπτουμε το πρώτο από όλα τα αυτονόητα: μια πραγματικότητα έτσι όπως ήταν τότε που ήταν, δεν είναι πια... Αδύνατο να ανασυσταθεί» (Μ. Κούντερα, Η άγνοια).
* Η Ιωάννα Γρηγοράκη είναι πιστοποιημένη γνωσιακή συμπεριφορική ψυχοθεραπεύτρια (Ινστιτούτο Έρευνας και Θεραπείας της Συμπεριφοράς), BSc Ψυχολογία (Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθήνας), MSc Ψυχολογία της Υγείας (University of Westminster, Λονδίνο).