Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Ρωτήθηκε κάποτε ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος «τι παραπάνω έχετε εσείς οι φιλόσοφοι από τον άλλο κόσμο» κι αυτός απάντησε «ακόμα κι αν καταργηθούν όλοι οι νόμοι, εμείς θα ζούμε την ίδια ζωή».
Αυτά βέβαια ισχύουν σε ιδανικές κοινωνίες ανθρώπων με φιλοσοφική σκέψη, με σωστή πολιτική αγωγή και απόλυτη ευσυνειδησία. Αυτό που ελέχθη είναι κάπως ουτοπικό και για σήμερα και για τότε.
Οι κοινωνίες χρειάζονται τους νόμους, και όχι μόνο οι κοινωνίες των ανθρώπων αλλά και των ζώων. Μάλιστα σε ορισμένα από αυτά (μυρμήγκια, μέλισσες, πουλιά και γερανοί) παρατηρείται αξιοθαύμαστη προσήλωση στα θεσμικά πλαίσια που έχει θέσει η μακραίων ανάπτυξη και η πείρα τους.
Σήμερα συνηθίζουμε να λέμε με έναν αφοριστικό όσο και δικαιολογητικό τρόπο ότι «νόμους έχουμε αλλά δεν τους τηρούμε», ενώ στην πραγματικότητα ισχύει περισσότερο η αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή υστερούμε σε χρήσιμους και αποτελεσματικούς νόμους. Αυτό φαίνεται και από τα νομικά κενά, από την εξεζητημένη πολυνομία, από το συνωστισμό στα δικαστήρια και κυρίως από το γεγονός ότι δεν θεραπεύουν πάντοτε το κοινό περί δικαίου αίσθημα, που είναι και η λυδία λίθος της νομοθέτησης.
Οι δημοκρατίες σήμερα είναι κατευθυνόμενες, λειψές και ψευδεπίγραφες. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από τους αντιπροσώπους (συνήθως αμφίβολης πολιτικής ωριμότητας και ευθυκρισίας) μιας μειοψηφίας περί το 35% του εκλογικού σώματος.
Είναι επόμενο οι νόμοι να μην εκφράζουν πάντα τη θέληση του σύμπαντος λαού (μπορούμε να φέρουμε άπειρα παραδείγματα) και να γίνονται συνήθως όργανα και θέατρα και τεχνάσματα του κυβερνοχώρου με σκοπό τη διατήρηση της εξουσίας.
Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε και την ιδεοληπτική προοδευτικότητα που είναι έτοιμη να υποσκάψει τα πατρώα ήθη και την κοινή αντίληψη.
Ο νόμος είναι κανόνας που ρυθμίζει τα του βίου μετά δικαιοσύνης.
Οι νομικοί λένε ότι κάθε κατάχρηση γεννά νέο νόμο. Ωστόσο ο νόμος πρέπει και να προνοεί, θέτοντας εκ των προτέρων τα όρια της ποινής, κατά το nulla poena sine lege.
Είναι επίσης βέβαιο ότι η πολυνομία είναι σχεδόν τόσο επικίνδυνη όσο και η α-νομία.
Η έκπτωση από τη νομοθετική αρτιότητα και λιτότητα δημιουργεί συγχύσεις και διογκώνει τη γραφειοκρατία και το δημόσιο τέρας.
Έχουν επιχειρηθεί τα τελευταία χρόνια επιζήμιες θεσμικές ανακατατάξεις. Για παράδειγμα, φύγανε αρμοδιότητες από της Β’θμιες Διευθύνσεις και δημιούργησαν τον ΕΟΠΠΕΠ. Πρόσφατα είδαν τις δυσκολίες, και άρχισε να γίνεται αντίστροφη μεταφορά στα προϋφιστάμενα όργανα γεγονός που επισωρεύει κρατικούς κηφήνες σε βάρος των παραγωγικών μελισσών. Φύγανε δηλαδή αρμοδιότητες χωρίς να ελαττωθεί το οργανόγραμμα.
Είναι οι γνωστές «νεοπλασίες» του δημοσίου. Σ’ αυτές πρέπει να συνυπολογίσουμε άχρηστες επιτροπές γνωμοδοτήσεων και παρακολούθησης, παντός είδους συμβουλευτικά σώματα και μεμονωμένους συμβούλους, ομάδες φύλαξης και προστασίας, εμπειρογνώμονες κρίσεων και αξιολογήσεων, μετακλητούς και λοιπούς παρατρεχάμενους (3700 τέτοιοι περικυκλώνουν τη Βουλή και τα υπουργεία!) και ένα σωρό περίεργες δραστηριότητες που δημιουργούν ένα δημόσιο τομέα αχανή (με το «α» προθεματικό) που σημαίνει τεράστιο, και ένα λαό επίσης αχανή (με το «α» στερητικό, πόσα παιχνίδια παίζει η γλώσσα!) που σημαίνει άφωνο και που δεν τολμά να ανοίξει το στόμα του.
Όσο δε για το αν εφαρμόζουμε ή όχι τους νόμους, και για το πόσο μοιάζουν οι εποχές, αξίζει να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη που έλεγε ότι «οι Αθηναίοι βρήκαν πρώτοι τα σιτηρά και τους νόμους. Και τα μεν σιτηρά τα χρησιμοποιούν, τους δε νόμους όχι». («Τους Αθηναίους έφασκεν ευρηκέναι πυρούς και νόμους, αλλά πυροίς μεν χρήσθαι, νόμοις δε μη»)…