Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Τις τελευταίες μέρες το ενδιαφέρον των ΜΜΕ και της κοινωνίας επικεντρώνεται σε όσα συνέβησαν και συμβαίνουν στην οικογένεια του πασίγνωστου ποινικολόγου Α. Λύτρα και γενικότερα στον χώρο της δικαιοσύνης. Όπως είναι γνωστό, ο ποινικολόγος ξυλοκόπησε τη σύζυγό του με άγριο τρόπο με αποτέλεσμα αυτή να καταλήξει στο νοσοκομείο και αυτός να οδηγηθεί στη δικαιοσύνη η οποία, μετά την απολογία του, τον άφησε ελεύθερο με περιοριστικούς όρους, πράγμα που προκάλεσε την παρέμβαση του Αρείου Πάγου που ζήτησε εξηγήσεις από την ανακρίτρια και τον εισαγγελέα που πήραν αυτή την απόφαση. Η παρέμβαση του Αρείου Πάγου, όσο και αν είναι θεσμική και δικαιολογημένη, προκάλεσε θετικά και αρνητικά σχόλια της κοινής γνώμης και του νομικού κόσμου με αποτέλεσμα να κλονίζεται η πίστη των πολιτών στην ανεξαρτησία και την ακεραιότητα ή ορθότητα της απονομής της δικαιοσύνης. Σε δεύτερη φάση η δικαιοσύνη έκρινε πως ο ποινικολόγος με τις ενέργειές του παραβίασε τους περιοριστικούς όρους που του είχαν τεθεί με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να κρατηθεί. Βέβαια, ό τι έγινε ήταν ακόμη ένα περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και δε θα έπαιρνε τις διαστάσεις που πήρε, αν δεν εμπλεκόταν σε αυτό σύσσωμος ο νομικός κόσμος και ο κόσμος της δικαιοσύνης.
Ας αφήσουμε τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της και να αποφανθεί ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο. Εμείς ας κοιτάξουμε λίγο πίσω «από τις γραμμές», πίσω από τα γεγονότα, και σαν απλοί πολίτες ας συναγάγουμε κάποια συμπεράσματα. Πρώτα πρώτα τα διαδραματιζόμενα πείθουν για μια ακόμη φορά πως «ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός», όπως λέει ο λαός. Αποδεικνύεται πως ο πλούτος, οι πολυτελείς κατοικίες και τα ακριβά αυτοκίνητα, τα φανταχτερά φορέματα και οι επιδεικτικές κοινωνικές εκδηλώσεις και εμφανίσεις δεν είναι παράγοντας ευτυχίας* ότι όλα αυτά μπορεί να κρύβουν τη ψυχική φτώχεια και γύμνια, αλλά αυτή αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθεί. Πείθουν ότι «τα φαινόμενα απατούν».
Πολλοί φίλοι του πασίγνωστου ποινικολόγου έσπευσαν να τονίσουν πως «καταστρέφεται η καριέρα του» με όσα συνέβησαν (!) και εκδήλωσαν τη συμπάθειά τους γι’ αυτόν, για μια καριέρα ομολογουμένως λαμπρή που στήθηκε με πολύ κόπο και πολύ ιδρώτα. Θα μπορούσε, όμως, να πει κανείς πως στήθηκε και με πολλή υποκρισία. Γιατί είναι υποκριτικό να υπερασπίζεσαι με πάθος στο δικαστήριο τις γυναίκες που πέφτουν θύματα ξυλοδαρμού, να βγαίνεις στα κανάλια και να καταδικάζεις με τον πιο «αιχμηρό», όπως ο ίδιος είπε, τρόπο την ενδοοικογενειακή βία και παράλληλα εσύ ο ίδιος να φέρεσαι με τον ίδιο τρόπο στη γυναίκα σου! Είναι υποκριτικό να υπερασπίζεσαι τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας και παράλληλα να είσαι θύτης και να μετέρχεσαι βία, για να λύσεις τα προβλήματα που έχεις με τη σύζυγό σου! Αλήθεια, ποιος θα μπορούσε να εμπιστευθεί τον εαυτό του σε έναν τέτοιο αντιφατικό άνθρωπο;
Είπα πως το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις, γιατί εμπλέκεται σε αυτό ο θεσμός της δικαιοσύνης. Ο Σωκράτης παρατηρεί ότι «ουχ οίον τε άνευ δικαιοσύνης αγαθόν πολίτην γενέσθαι» (Ξεν. Απομνημ. Δ ΙΙ 11), δηλαδή ότι «χωρίς τη δικαιοσύνη δεν είναι δυνατό να γίνει κανείς ενάρετος πολίτης» . Και ο Αριστοτέλης έλεγε πως ο άνθρωπος «χωρισθείς νόμου και δίκης χείριστον πάντων των ζώων εστι» (Πολιτικά Α 1253 α 32), δηλαδή ο άνθρωπος «όταν απομακρυνθεί από το νόμο και τη δικαιοσύνη γίνεται το χειρότερο από όλα τα ζώα». Τα ΜΜΕ προβάλλουν την αποφασιστικότητα με την οποία ο γιατρός που εξέτασε το θύμα κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία και ο αρμόδιος Υπουργός βγήκε και είπε πως, αν δεν υπήρχε η κάλυψη του νόμου για τέτοιες περιπτώσεις, ο γιατρός θα μπορούσε να βρεθεί κατηγο- ρούμενος! Κι εδώ είναι το πρόβλημα, ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ο πολίτης θα πρέπει να ενεργεί και να κινείται αυτοβούλως και όχι γιατί το επιβάλλει ο νόμος.
Πρέπει να υπάρχει γενική αντίδραση στις αδικίες και την καταπάτηση της δικαιοσύνης. Ο Πλάτων γράφει στην Πολιτεία του πως είναι ασέβεια σαν τύχει κανείς ν’ ακούσει να κακολογούν τη δικαιοσύνη να δειλιάσει και να μην την υπερασπιστεί. ( Β 368 b,c). Όταν ρώτησαν τον Σόλωνα ποια πολιτεία έχει την πιο καλή διοίκηση, εκείνη, είπε, «εν η των αδικουμένων ουχ ήττον οι μη αδικούμενοι προβάλλονται και κολάζουσι τους αδικούντας» (Πλούτ., Σόλων, ΧVΙΙΙ 88). Είπε, δηλαδή, πως «την πιο καλή διοίκηση την έχει η πολιτεία στην οποία καθόλου λιγότερο από αυτούς που αδικούνται αυτοί που δεν αδικούνται καταγγέλλουν και τιμωρούν αυτούς που αδικούν». Ο Πλάτων, μάλιστα, λέει πως είναι τιμής άξιος αυτός που δεν αδικεί, αλλά όποιος δεν επιτρέπει στους άλλους να αδικούν και καταγγέλλει στους άρχοντες την αδικία είναι άξιος διπλάσιας τιμής *όποιος, όμως, βοηθά τους άρχοντες στην επιβολή της ποινής, αυτός είναι τέλειος πολίτης και νικητής στην αρετή (Νόμοι Ε 730 d).
Εξυπακούεται πως ιδιαίτερα προσεκτική πρέπει να είναι η στάση που τηρούν οι δικαστές απέναντι στου νόμους και την απονομή της δικαιοσύνης. Γιατί επικρατεί από την αρχαιότητα η άποψη πως οι δικαστές «κάθηνται επί τωι καταχαρίζεσθαι τα δίκαια», για να απονέμουν, δηλαδή, χαριστικά τη δικαιοσύνη. Είναι γνωστό αυτό που είπε ο νεαρός Ανάχαρσις (6ος αι. π.Χ. ) στον Σόλωνα, ότι οι νόμοι «δε διαφέρουν καθόλου από τον ιστό της αράχνης, και, όπως εκείνος, συγκρατούν τους μικρούς και αδύναμους, αλλά οι πλούσιοι και οι ισχυροί τον διατρυπούν και διαφεύγουν» (Πλουτ., Σόλων, V). Την ίδια άποψη είχε εκφράσει και ο Ζάλευκος, ότι δηλαδή «οι νόμοι είναι όμοιοι με τον ιστό της αράχνης. Όπως, εάν πέσει πάνω του μια μύγα ή κάποιο κουνούπι, συλλαμβάνεται, εάν, όμως, πέσει σφήκα ή μέλισσα τον διατρυπά και φεύγει , έτσι και όσον αφορά τους νόμους, αν πέσει πάνω τους κάποιος φτωχός και άσημος, συγκρατιέται, αν, όμως, πέσει πάνω τους κάποιος πλούσιος ή ικανός ρήτορας, τον διατρυπά και διαφεύγει» (Στοβ., Ανθολόγιο). Η άποψη αυτή επικρατούσε και την εποχή του Λυσία που λέει στον λόγο του Υπέρ του αδύνατου πως «οι πλούσιοι με τα χρήματά τους εξαγοράζουν τους δικαστικούς αγώνες και απαλλάσσονται από τις κατηγορίες». Δεν έχουν άδικο, λοιπόν, αυτοί που θεώρησαν χαριστική την απόφαση της ανακρίτριας και του εισαγγελέα να αφεθεί ελεύθερος ο γνωστός ποινικολόγος.