Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Βουτηγμένος στα πλούτη ήταν, αν και έζησε μια ζωή στερήσεων και ανέχειας, ο Γιάννης Αγγελής απ’ την Αγιάσο. Τέλη Ιανουαρίου τού 2008 πέθανε αφήνοντας πίσω του μια τεράστια περιουσία. Ρακένδυτος, βρόμικος, ζούσε σε ένα από τα πολλά σπίτια ιδιοκτησίας του, χωρίς ρεύμα και θέρμανση.
Μαζί του, τα βιβλιάριά του στις τράπεζες, γεμάτα με οικονομίες πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάμεσά τους κι ένα ομόλογο ύψους 400.000 ευρώ περίπου. Για τη διαχείριση αυτού, στις 8 του περασμένου Μαΐου πρώην στέλεχος τράπεζας της Μυτιλήνης, καθώς και η Β.Κ., ιδιώτης που φρόντιζε τον Αγγελή στα τελευταία του, καταδικάστηκαν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Βορείου Αιγαίου σε έξι χρόνια φυλακής ο καθένας, με την κατηγορία της άμεσης συνέργειας σε απάτη ο πρώτος και της απάτης η δεύτερη.
Ο Γιάννης Αγγελής πέθανε το 2008 σε ηλικία 84 ετών. Από τη μέρα του θανάτου του, πολλοί συγγενείς του, μακρινοί και πλησιέστεροι, διεκδίκησαν με διάφορους τρόπους μέρος της περιουσίας του. Ουσιαστικά, όμως, γενικός κληρονόμος της περιουσίας αποδείχθηκε πως ήταν μια πρώτη του εξαδέλφη, η οποία εν τω μεταξύ πέθανε, οπότε και η περιουσία διεκδικείται πλέον από την κόρη της θανούσας.
Την περιουσία όμως διεκδικούσε και διεκδικεί και μια γυναίκα, στην οποία προαναφερθήκαμε, η Β.Κ., που τα τελευταία χρόνια και έως το θάνατό του με το σύζυγό της φέρεται να φρόντιζε το γέροντα. Η τελευταία, μιλώντας επωνύμως στο «Ε» τότε, υποστήριξε ότι ο 84χρονος την είχε ορίσει ως κύρια δικαιούχο στη διαθήκη που είχε συντάξει και η οποία θα ανοιγόταν 40 ημέρες μετά το θάνατό του.
«Δεν ήθελε ν’ αφήσει τίποτα σε άλλους μακρινούς συγγενείς του, γιατί δεν του προσέφεραν ποτέ τίποτα», είχε πει, συμπληρώνοντας: «Εγώ όμως τον παρότρυνα ν’ αφήσει κάτι και σ’ αυτούς, γιατί ξέρω ότι θα στραφούν τώρα εναντίον μας».
Εδώ ας σημειωθεί ότι η διαθήκη αυτή ανοίχτηκε, πλην όμως η κληρονόμος του γέροντα την προσέβαλε, αφού αυτή ήταν ιδιόχειρη. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο γέροντας έπασχε από Πάρκινσον και δε θα μπορούσε να γράψει τη διαθήκη. Πλαστή καταγγέλλεται πως ήταν και η φερόμενη ως υπογραφή του. Επί του θέματος όμως αυτού θα απαντήσει η Δικαιοσύνη, η οποία και έχει συζητήσει ήδη την υπόθεση και αναμένεται η απόφασή της.
Το ομόλογο
Ιδιαίτερη σημασία έχει όμως η υπόθεση της διαχείρισης ενός μεγάλου ποσού, περί τα 400.000 ευρώ, που φέρεται να υπήρχε σε λογαριασμό που διαχειριζόταν ίδρυμα στην Αγγλία. Αυτό λοιπόν το ποσό, τόκοι και κεφάλαιο, μεταφέρθηκε σε λογαριασμό που ανοίχτηκε σε τράπεζα της Μυτιλήνης στο όνομα του Γιάννη Αγγελή και της γυναίκας που τον φρόντιζε.
Ο λογαριασμός, όμως, καταγγέλθηκε ότι είχε ανοιχτεί παράνομα, από τον ίδιο τον Αγγελή, όταν επισκέφθηκε και ανέφερε τούτο στον τότε εισαγγελέα Πρωτοδικών Μυτιλήνης κ. Μπούτσικο. Αλλά και σύμφωνα με το Βρετανικό Δίκαιο που διέπει τη διαχείριση των χρημάτων από ίδρυμα της Αγγλίας, αυτό ήταν παράνομο. Και τούτο γιατί το Βρετανικό Δίκαιο δεν αναγνωρίζει την ιδιότητα του συνδικαιούχου.
Εν ζωή, λοιπόν, τα χρήματα πέρασαν σε ένα λογαριασμό στο όνομα του Αγγελή και της Β.Κ., ενώ 90.000 από αυτά (εν ζωή όντας ο Αγγελής) πέρασαν στο τραπεζικό στέλεχος. Μετά δε το θάνατο του γέροντα, τα χρήματα στο σύνολό τους αναλήφθηκαν από τη γυναίκα.
Για την υπόθεση αυτού του ποσού, η Δικαιοσύνη στις 8 του περασμένου Μαΐου καταδίκασε τη Β.Κ. και το τραπεζικό στέλεχος σε ποινές φυλάκισης έξι ετών τον καθένα, για απάτη και συνέργεια σε απάτη, με την πρωτόδικη ποινή να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ας σημειωθεί ότι εκκρεμεί και αγωγή κατά της τράπεζας, ώστε να αποδοθούν από αυτήν, στην οικογένεια που διεκδικεί την περιουσία του Αγγελή, το ποσό που παράνομα - όπως υποστηρίζει - έδωσε στη γυναίκα.
Ποιος ήταν ο Αγιασώτης «Σκρούτζ»*
Ο Γιάννης Αγγελής ήταν ο μικρότερος από τα τέσσερα αδέλφια της οικογένειας που πέθαναν, όλοι χωρίς να έχουν παντρευτεί και χωρίς να έχουν παιδιά. Κληρονόμησε τα τρία αδέλφια του και δούλευε ασταμάτητα αποταμιεύοντας τα χρήματά του, χωρίς να ξοδεύει τίποτα για τον εαυτό του.
«Απ’ ό,τι λένε εδώ στο χωριό, δεν πρόσεχε καθόλου τον εαυτό του και δε διέθετε χρήματα ούτε καν για την υγεία του», είχε πει στο «Ε», όταν πέθανε, ο τότε δήμαρχος Αγιάσου Χρύσανθος Χατζηπαναγιώτου.
«Ένα πρωί είχε πάει βρόμικος και ρακένδυτος στην τράπεζα επιστρέφοντας από το κτήμα, με ένα δισάκι στον ώμο για να καταθέσει τα χρήματά του. Όταν τον είδε ο διευθυντής της τράπεζας, πήγε να τον διώξει, γιατί τον πέρασε για ζητιάνο, όταν όμως άνοιξε το δισάκι του, έβγαλε ολόκληρα πακέτα με χρήματα», είχε πει άλλος κάτοικος του χωριού. Λέγεται μάλιστα ότι όταν βρισκόταν στο νοσοκομείο και χρειάσθηκε να τακτοποιήσει κάποια εκκρεμότητα σε τράπεζα, πήγε ο ίδιος ο διευθυντής του υποκαταστήματος στο νοσοκομείο για να τον εξυπηρετήσει!
«Κανείς δεν μπορεί να πει ακριβώς ποια μπορεί να είναι η περιουσία του. Μπορεί να αποκαλυφθούν πολύ περισσότερα από αυτά που νομίζουμε ή αυτά που συζητιούνται», είχε πει μιλώντας στο «Ε» άλλος κάτοικος της Αγιάσου.
Στην Αγιάσο, όταν ο Αγγελής πέθανε, όλοι είχαν έναν… κακό λόγο να πουν για το δύστροπο, φιλοχρήματο γέροντα, που δεν είχε φίλους.
Πριν καλά - καλά ξημερώσει, πήγαινε στα κτήματά του και επέστρεφε το βράδυ πια. Κάθε χρόνο οι λογαριασμοί του «φούσκωναν» από τις «παχυλές» επιδοτήσεις που εισέπραττε από τα κτήματά του, που μόνο στο Υποθηκοφυλακείο ξέρουν πόσα είναι.
«Όταν ερχόταν ψαράς στο χωριό και πουλούσε ψάρια, διέθετε ένα ευρώ για ν’ αγοράσει ψάρια. Και όταν τον ρωτούσαμε “αφού έχεις τόσα λεφτά, γιατί δε διαθέτεις περισσότερα για το φαγητό σου;”. “Γιατί κάνω οικονομία” μάς απαντούσε», είπε άλλος συγχωριανός του.
«Ήταν ένας ακοινώνητος άνθρωπος, χωρίς τρόπους και το μόνο που τον ενδιέφερε, ήταν να μαζεύει χρήματα. Είχε πάρα πολλά χρήματα, οι φήμες μιλάνε για εκατομμύρια ευρώ», είπε συνταξιούχος δάσκαλος του χωριού.
Στην κηδεία του δεν παρευρέθηκαν πάνω από πέντε άνθρωποι. Και αυτοί ίσως να πήγαν περισσότερο από περιέργεια. Φτωχός από συναισθήματα και οικογένεια έζησε ο μοναχικός, αλλά πάμπλουτος Γιάννης Αγγελής.
* Από το αρχείο τού «Ε».