Απαγορεύεται η αναπαραγωγή με οποιονδήποτε τρόπο.
Συγκλονίζει τις τοπικές κοινωνίες της Συκαμνιάς, αλλά και της Μήθυμνας, η αυτοκτονία του 58χρονου Εμμανουήλ Μαρώλια, που το μεσημέρι της Παρασκευής έβαλε τέλος στη ζωή του πηδώντας από τον πύργο του Κάστρου του Μολύβου.
Ήταν το πρωί της Παρασκευής όταν ο 58χρονος ξεκίνησε από τη Συκαμνιά με τα πόδια για να πάει στο Μόλυβο, για να τελειώσει μία δουλειά που δε σήκωνε αναβολή. Αυτό είχε πει σε γνωστό του που συνάντησε στο δρόμο λίγες ώρες πριν δώσει τέλος στη ζωή του.
Ο Εμμανουήλ Μαρώλιας, αφού έφτασε στη Μήθυμνα, κατευθύνθηκε προς το Κάστρο και εκεί έκοψε το εισιτήριο για να περάσει στο χώρο. Σκοπός του δεν ήταν να περιηγηθεί σε αυτόν, όπως κάνουν όλοι οι υπόλοιποι επισκέπτες, αλλά είχε επιλέξει εκείνο το μέρος για να αφήσει την τελευταία του πνοή. Ο άνδρας βρέθηκε, λίγο μετά τις 3 το μεσημέρι, από επισκέπτες που είχαν πάει για βόλτα στην τάφρο του Κάστρου.
Αμέσως μόλις είδαν το άψυχο σώμα του, φρόντισαν να ενημερώσουν τους αρμοδίους.
Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, στην τσέπη του 58χρονου βρέθηκε ιδιόχειρο σημείωμα. Σε αυτό ο αυτόχειρας εξηγεί τους λόγους οι οποίοι τον οδήγησαν σε αυτή του την πράξη, οι οποίοι, όπως ειπώθηκε από τις Αρχές, ήταν κατά κύριο λόγο οικονομικοί.
Του άρεσε να γράφει...
Ο Εμμανουήλ Μαρώλιας καταγόταν από τη Σάμο και σε όσους τον γνώριζαν, δήλωνε ότι ήταν συγγραφέας και ποιητής. Στη Λέσβο είχε έρθει πριν χρόνια και η περιοχή της Σκάλας Συκαμνιάς ήταν εκείνη που αγάπησε, γι’ αυτό και αποφάσισε να μείνει εκεί. Έτσι, πριν 10 χρόνια περίπου, εγκαταστάθηκε στον παραθαλάσσιο οικισμό, σε ένα σπιτάκι που βρίσκεται στον παραλιακό δρόμο, μένοντας μακριά από της ανέσεις της σύγχρονης ζωής.
Πριν δύο χρόνια περίπου, έφυγε μαζί με τη σύντροφό του και έμεινε για λίγους μήνες στην Ικαρία. Έπειτα επέστρεψε και πάλι στη Λέσβο, νοικιάζοντας σπίτι στη Συκαμνιά, καθώς εκεί το ενοίκιο ήταν πιο φτηνό.
Το μοναδικό έσοδο που είχε το ζευγάρι, ήταν η σύνταξη που έπαιρνε η σύντροφος του 58χρονου, η οποία αρκούσε για να τους συντηρήσει. Όμως το τελευταίο διάστημα, με τις περικοπές που είχαν γίνει στη σύνταξη αυτήν, το ζευγάρι δεν μπορούσε να καλύψει ακόμα και βασικές του ανάγκες.
Ο ίδιος, όπως λέγεται, ήταν αρκετά περήφανος και δεν ήθελε να δείχνει στην υπόλοιπη κοινωνία τα προβλήματα που τον απασχολούσαν. Όλοι όσοι τον γνώριζαν, κάνουν λόγο για έναν άνθρωπο των Γραμμάτων, έναν άνθρωπο ήπιων τόνων, που ουδέποτε είχε δημιουργήσει προβλήματα στον οποιονδήποτε, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και εκφραζόταν κυρίως μέσα από τα κείμενά του.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Εμμανουήλ Μαρώλιας είχε συνεργαστεί με το «Εμπρός», όπου αρθρογραφούσε για ένα χρόνο και συγκεκριμένα από τον Οκτώβριο του 2008 έως τον Οκτώβριο του 2009. Η στήλη του ονομαζόταν «Στοχασμοί» και σε αυτήν, εξέφραζε τις απόψεις του για διάφορα θέματα που απασχολούσαν την κοινωνία.
Το σχεδίαζε;
Ο αυτόχειρας, λίγες μέρες πριν προβεί σε αυτή την πράξη, επικοινώνησε με ένα άτομο του στενού του κύκλου, στο οποίο εξέφρασε την απόγνωσή του εκμυστηρευόμενος τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο ίδιος και η σύντροφός του, τα οποία τούς είχαν οδηγήσει σε αδιέξοδο. Μάλιστα τότε είχε πει στο φίλο του ότι σκεφτόταν σοβαρά να δώσει τέλος στη ζωή του. Προφανώς, ο φίλος του δε φαντάστηκε ποτέ ότι ο 58χρονος θα έκανε πράξη τα λεγόμενά του.
ΕΠΩΝΥΜΩΣ
Ες Γην «Μακαρίαν» κείσαι
Αγαπητέ μας Μανώλη,
Εμείς οι φίλοι σου που μας αντάμωνες συχνά στην παραλία του Πλατάνου, αλλά και στα καφενεδάκια της πλατείας, πότε «εποχούμενος» στο δίκυκλό σου με το αγαπημένο σου Τζελάκι, πότε πεζή διαβαίνοντας, σου στέλνουμε τον τελευταίο ασπασμό. Σου γράφω στη γλώσσα που σου άρεσε περισσότερο να ομιλείς και να εκφράζεσαι, γιατί πίστευες πως ήταν πιο αγνή και πιο απόμακρη ίσως από τη σημερινή γλώσσα των ανθρώπων, που δεν ξέρουν γιατί ζουν ή ζουν μέσα στη χειμερία τους νάρκη.
Απαλλαγμένος τώρα από το άγος της καθημερινής φθοράς, την ασημαντότητα του σημερινού μας κόσμου και την αδυναμία που ίσως διέκρινες ότι δεν μπορείς να τον αλλάξεις, πορεύεσαι για άλλους κόσμους, που εσύ «συνειδητά» διάλεξες για να ζήσεις. Μας αφήνεις όμως εμάς μόνους και ορφανούς, παρέα με άγρια θηρία που μας περιτριγυρίζουν και αναζητούν ζωντανά ψοφίμια, γιατί έτσι μας κατάντησαν, για να μας κατασπαράξουν.Εμείς οι ζωντανοί δε θα το βάλουμε όμως κάτω. Θα διακινήσουμε τις διαχρονικές ιδέες της ανθρωπιάς, που εσύ διαλαλούσες όπου βρισκόσουν με το δικό σου χαρισματικό τρόπο και με τον κίνδυνο να χαρακτηρίζεσαι από μερικούς ως «ο γραφικός φιλόσοφος», και τις αξίες μιας ζωής που δε βρίσκονται μέσα στο χρήμα, και θα παλέψουμε με όλες μας τις δυνάμεις για έναν καλύτερο κόσμο.
Μανώλη, η γη της Συκαμινέας σε εναγκαλίζει και σε εγκολπώνει. Θα ζεις για πάντα στις μνήμες μας.
Π.Χ.